Μέρες ιερές ανοίχτηκαν εμπρός μας, μέρες της Παναγιάς μας, δροσισμένες από το μελτέμι που κυριαρχεί τον καιρό αυτό, μέρες συντονισμένες στο ήχο τον τερπνό του πλαγίου του τετάρτου, που ντύνει κατανυκτικά τους Παρακλητικούς Κανόνες στη Χάρη Της.
«Πολλοίς συνεχόμενος πειρασμοίς…»,«Των λυπηρών επαγωγαί χειμάζουσι τη ταπεινή μου ψυχήν…».
Λόγια φορτωμένα προσευχή, φωνές ραγισμένες από τη συγκίνηση, το δέος, την …Φωνές απλών, ταπεινών ανθρώπων, που συλλαβίζουν την Παράκληση, που επιμένουν να τονίζουν τις λέξεις -«προφθάσα, σώσον με», που δε χάνουν μετάνοια, δε στέκονται σε συνταγές αποχής από αυτές τις απόβραδες συνάξεις, γιατί ξέρουν πως με την εσπερινή την καμπάνα παύουν και τα έργα των ανθρώπων. Παύουν τα έργα των ανθρώπων για ν᾿ άρχίσουν τα έργα του Θεού. Κι όλοι το καταλαβαίνουμε πως τα έργα του Θεού είναι πιο σημαντικά και χρήσιμα από εκείνα των ανθρώπων. «Αυτός είπε και εγεννήθησαν…».
Καὶ μέσα στὰ φωτεινά, χαριτωμένα καὶ ὁλόανθα ἔργα τοῦ Θεοῦ συμπεριλαμβανονται καὶ αὐτὲς οἱ συνάξεις, στὰ δροσερὰ θερινὰ ἀπόβραδα, στὶς ἐκκλησιὲς ποὺ χωνεύουν μέσα σὲ εὐωδιὲς θυμάματος, γιασεμιοῦ καὶ βασιλικῶν. Σὲ ἐκκλησιὲς ποὺ κοσμοῦνται ἀπὸ ταπεινὲς ὑπάρξεις πιστῶν, ποὺ ὡς ἄλλες ἁγιογραφίες στολίζουν τὶς γωνιές τους. Λιγοστὲς πάντα, ἀλλὰ χρήσιμες νὰ συντροφεύουν τὰ τροπάρια, νὰ ψυθιρίζουν ἁπαλὰ τὸ «Κύριε, ἐλέησον…», νὰ δέονται μυστικά.
«Οἱ μισοῦντες με μάτην, βέλεμνα καὶ ξίφη καὶ λάκκον ηὐτρέπισαν, καὶ ἐπιζητοῦσι, τὸ πανάθλιον σῶμα σπαράξαι μου, καὶ καταβιβάσαι, πρὸς γῆν Ἁγνὴ ἐπιζητοῦσιν· ἀλλ’ ἐκ τούτων προφθάσασα σῶσόν με».
Καὶ στέκονται μὲ σιγουριὰ σ᾿ ἐκεῖνο τὸ «σῶσον με…».
Γιατὶ τὸ νοιώθουν, ὅπως νοιώθουν τὸ δροσερὸ νερὸ ποὺ ἐλαφρώνει τὴ δίψα, τὸ ψωμὶ ποὺ στηρίζει τὸ κορμί, τὸν ἥλιο ποὺ πυρώνει, τὴ βροχὴ ποὺ ποτίζει καὶ τόσα ἄλλα. Βιώματα γίνονται οἱ λέξεις τῆς προσευχῆς, ποὺ τὰ παίρνουν στὸ σπίτι τους ὡς εὐλογία, μὲ τὸ «Δι᾿ εὐχῶν…».
Γιατὶ μέσα στὴ θερινὴ τὴ Νύχτα ποὺ ἀνεβαίνει σιγά-σιγά καὶ στὴν ὅποια νύχτα τοῦ κόσμου, ποὺ σκορπίζει σκοτάδια καὶ ποικίλους κινδύνους ξέρουν πιὰ ὅτι τὸ χέρι τῆς Μάνας τους τῆς Παναγιᾶς θὰ τοὺς κρατάει, ὅπως τότε, στὰ μικρά τους τὰ χρόνια ἕνα ἄλλο χέρι, τῆς Μάνας τους τὸ χέρι ἔσφιγγε τὸ δικό τους σὲ κακοτοπιές, σὲ δρόμους ἐπικίνδυνους…
«Ἀπὸ πάσης ἀνάγκης, θλίψεως καὶ νόσου καὶ βλάβης με λύτρωσαι, καὶ τῇ σῇ δυνάμει, ἐν τῇ σκέπῃ σου φύλαξον ἄτρωτον, ἐκ παντὸς κινδύνου, καὶ ἐξ ἐχθρῶν τῶν πολεμούντων, καὶ μισούντων με Κόρη πανύμνητε».
Ἀμήν, Παναγία μας…
π. Κων. Ν. Καλλιανός
Αὔγουστος 2014