Από το Γεροντικό σ’ όλη του τη ζωή, όποτε καθόταν στο εργόχειρο του, ο αββάς Αρσένιος είχε ένα πανί στον κόρφο του, για (να σκουπίζει) τα δάκρυα πού έτρεχαν συνεχώς από τα μάτια του.
Βλέποντας αυτό το πράγμα ο ξακουστός ανάμεσα στους μοναχούς (αββάς) Ποιμήν, του έλεγε:Είσαι μακάριος, Αρσένιε, γιατί δεν θα έχεις ανάγκη από δάκρυα στην άλλη ζωή, μια και πένθησες για τον εαυτό σου σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Άμμωνα: Πες μου ένα λόγο, για το πώς (μπορώ) να σωθώ. Πήγαινε, απάντησε ο γέροντας, και σκέψου όπως σκέφτονται οι κακοποιοί, πού βρίσκονται στη φυλακή. Εκείνοι δηλαδή ρωτάνε τους ανθρώπους πού τους πλησιάζουν: Που είναι ο δικαστής; και πότε έρχεται;. και με την αναμονή της δίκης και των τιμωριών, κλαίνε. Έτσι κι εσύ, οφείλεις να προσέχεις πάντα την ψυχή σου και να λες: Αλίμονο μου! Πώς θα παρουσιαστώ στο φοβερό βήμα του αδέκαστου Κριτή; και τι θα Του απολογηθώ; Αν σκέφτεσαι έτσι ακατάπαυστα, μπορείς να σωθείς.
Ό αββάς Λογγίνος είπε:Ή νηστεία ταπεινώνει το σώμα. Ή αγρυπνία καθαρίζει το νου. Ή ησυχία φέρνει το πένθος. και το πένθος βαπτίζει τον άνθρωπο (στα δάκρυα του) και τον κάνει αναμάρτητο.
Ό άββάς Μωυσής είπε: Νικηθήκαμε σωματικά από κάποιο πάθος; Ας μην παραμελήσουμε τη μετάνοια και το πένθος για τον εαυτό μας, πριν μας προλάβει το πένθος της Κρίσεως. Ό ίδιος (άββάς) είπε: Οι αμαρτίες συγχωρούνται με τα δάκρυα. Όταν όμως κλαις, μη στενάξεις δυνατά· και «μη γνώτω ή αριστερά σον», δηλαδή ή κενοδοξία, «τι ποιεί η δεξιά σον» (Ματθ. 6:3).
Ένας αδελφός ρώτησε τον άββά Μωϋσή:
Τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος σε κάθε πειρασμό πού τον βρίσκει ή σε κάθε λογισμό πού του σπέρνει ο εχθρός; Και ο γέροντας αποκρίθηκε: Πρέπει να κλαίει μπροστά στην αγαθοσύνη του Θεού για να τον βοηθήσει· και αν παρακαλεί με επίγνωση, σύντομα βρίσκει ανάπαυση. Γιατί είναι γραμμένο: «Εγγύς Κύριος πάσι τοις έπικαλουμένοις αυτόν» (Ψαλμ. 144:18) και τα υπόλοιπα. Ό άββάς Ισαάκ διηγήθηκε:Κάποτε, Όταν βρισκόμουνα κοντά στον άββά Ποιμένα, τον είδα να πέφτει σε έκσταση και κατάνυξη. Επειδή λοιπόν είχα θάρρος μαζί του, του έβαλα μετάνοια και τον παρακάλεσα: «Πες μου, που ήσουνα;». Κι εκείνος, κάτω από την πίεση μου, μου είπε: «Ό λογισμός μου ήταν εκεί, οπού ή αγία Θεοτόκος Μαρία στάθηκε και έκλαιγε – δίπλα στο Σταυρό του Σωτήρος. Ήθελα κι εγώ πάντα έτσι να κλαίω».
Ένας γέροντας είπε:Όπως κουβαλάμε μαζί μας παντού την κακία μας, δηλαδή τα πάθη και τις αμαρτίες μας, έτσι πρέπει να έχουμε συνεχώς μαζί μας, όπου κι αν βρισκόμαστε, το πένθος και την κατάνυξη. Άλλος γέροντας είπε:Όπως κάθε αμαρτία πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του, ενώ αυτός πού πορνεύει, αμαρτάνει στο ίδιο του το σώμα (Α’ Κορ. 6:18), γιατί απ’ αυτό βγαίνει ή ακαθαρσία, έτσι και κάθε έργο (αρετής) πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του εκείνος όμως πού χύνει δάκρυα, καθαρίζει (μ’αυτά) την ίδια του την ψυχή και (το ίδιο του) το σώμα γιατί τα δάκρυα, καθώς κυλούν από πάνω (προς τα κάτω), πλένουν και αγιάζουν ολόκληρο το σώμα.
Είπε ένας άλλος γέροντας: Αν δεν έχεις κατάνυξη, μάθε ότι πάσχεις είτε από κενοδοξία είτε από φιληδονία γιατί αυτές είναι πού δεν αφήνουν την ψυχή να νιώσει κατάνυξη. Είπε πάλι (ο ίδιος γέροντας): Αν υπάρχουν μνήματα στον τόπο πού κατοικείς, πήγαινε εκεί συχνά και φέρνε στο νου σου όσους είναι θαμμένοι σ’ αυτά, προπαντός όταν έχεις σαρκικό πόλεμο. και όταν μάθεις ότι κάποιος αδελφός βρίσκεται στα τελευταία του, πήγαινε και μείνε κοντά του, για να δεις πώς χωρίζεται ή ψυχή από το σώμα· γιατί κι άπ’ αυτό αποκτάς κατάνυξη. Είπε πάλι (ο ίδιος): Απ’ όλα (τα πάθη) περισσότερο ο θυμός εξαφανίζει την κατάνυξη και την ταπείνωση της ψυχής.