Τα θαύματα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού είναι δώρα του Θεού. Το δώρο δεν δίδεται από υποχρέωση. Δίνεται από καλή διάθεση και καλοσύνη.
Οι άνθρωποι έχουν υποχρέωση να βλέπουν δώρο και δωρητή με πολλή ευλάβεια και ευγνωμοσύνη. Γιατί ο δωρητής είναι ο Θεός, που έλαβε ανθρώπου φύση για την σωτηρία μας. Και το δώρο Του είναι μια μαρτυρία γι’ Αυτόν. Και γι’ αυτό έχει αδιαφιλονίκητη αξία.
Όμως, όπως η οικείωση της σωτηρίας επαφίεται στην ελεύθερη διάθεση των ανθρώπων, έτσι και τα θαύματα του Χριστού έχει αφεθή ο άνθρωπος ελεύθερος να βλέπει, όπως θέλει: είτε να στοχάζεται γύρω από αυτά, κατά πόσο αξίζουν και έχουν αξιοπιστία, είτε να βγάζει από αυτά το συμπέρασμα γι’ Αυτόν που τα έκαμε, πως το να Τον ονομάζει και να Τον δέχεται σαν Λυτρωτή του, είναι απλώς το φυσικό επακόλουθο μιας ελεύθερης και σταθερής πεποίθησης, και όχι ενός ασυγκράτητου και πιεστικού επιπόλαιου ενθουσιασμού.
α. Τα θαύματα του Χριστού είχαν απόλυτη διαφάνεια. Γι’ αυτό, μπορούμε να επαναλάβουμε αυτό που είπε ο Κύριος στον Θωμά: «Φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε. Και ίδε τας χείρας μου. Και φέρε την χείρα σου και βάλε εις την πλευράν μου. Και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός»[29]. Τα θαύματα του Χριστού ήσαν αισθητά και ψηλαφητά. Ήσαν φανερά σε όλους. Ακόμη και στους απλούς ανθρώπους. Τίποτε σ’ αυτά δεν είναι αινιγματικό. Ο κάθε ένας μπορούσε εύκολα να τα εξετάσει. Δεν έμεναν περιθώρια για αμφιβολίες και για απορίες, αν κάποιο ήταν πραγματικό θαύμα ή απλώς εντύπωση θαύματος. Νεκροί ανασταίνονταν. Ασθένειες ανίατες με τα ανθρώπινα μέσα εθεραπεύοντο. Λεπροί εκαθαρίζοντο. Τυφλοί ανέβλεπαν. Μουγγοί άρχιζαν να μιλούν. Τροφές επληθύνονταν, σε μια στιγμή, για όσους έπρεπε να φάνε. Τα κύματα της θάλασσας και οι άνεμοι ησύχαζαν με μια λέξη, και εγλίτωναν από τον θάνατο, όσοι εκινδύνευαν από την τρικυμία. Τα δίχτυα των ψαράδων, που είχαν μάταια ώρες κοπιάσει, εγέμιζαν ξαφνικά με ψάρια, που υπάκουαν στην μυστική εντολή του Κυρίου τους.
β. Τα θαύματα του Χριστού είχαν πολλούς μάρτυρες. Από αυτούς οι πιο πολλοί ήταν οι εχθροί του Κυρίου: οι αδιάφοροι, και εκείνοι που γύρευαν σ’ Αυτόν κάτι το επίγειο και σωματικό. Τα θαύματα αυτά ήταν αναντίρρητα. Οι χειρότεροι εχθροί του Κυρίου δεν τα απέρριπταν. Προσπαθούσαν να μειώσουν τη σημασία τους• με μια βλάσφημη και ανευλαβή ερμηνεία• και με κάθε μέσο που επινοούσαν[30].
γ. Τα θαύματα του Χριστού δεν είχαν στόχο τη φασαρία και την πρόκληση εντύπωσης. Δεν εγίνοντο για εφέ. Κανένα δεν έγινε για τα μάτια του κόσμου. Όλα εγίνοντο σκεπασμένα κάτω από την θεία ταπείνωση. Και αποτελούν μια αλυσίδα ευεργεσιών προς τον πάσχοντα άνθρωπο. Και ταυτόχρονα εξέφραζαν με τον πιο τέλειο τρόπο την εξουσία του Κτίστου επάνω στην υλική κτίση και τον κτιστό πνευματικό κόσμο. Εξέφραζαν και έδειχναν, ότι ο Θεός είχε λάβει σάρκα και είχε φανερωθή στους ανθρώπους σαν άνθρωπος.
*Βιβλιογραφία [29] Ιωάν. 20, 27., [30] Ματθ. 12, 24 – Ιωάν. 9, 24.