Όταν ευρισκόμεθα στον δρόμο:
«Εγώ ειμί η οδός, και η αλήθεια, και η ζωή. Ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι’ εμού» (Ίωάν. 14, 6).
«Όδήγησόν με, Κύριε, εν τη όδώ Σου και πορεύσομαι εν τη άληθεία Σου». (Ψαλ. 85, 11)
Όταν αρχίζουμε εργασία:
* «Τα έργα των χειρών ημών, Κύριε, κατεύθυνον εφ’ ημάς, και το έργον των χειρών ημών κατεύθυνον».
(Ψαλ. 89, 17)
«Εν τη βουλή Σου οδηγήσεις με, Κύριε» (Ψαλ. 72, 24).
«Παν ότι αν ποιήτε, εν λόγω ή εν έργω, πάντα εν ονόματι Κυρίου Ιησού» (Κολ. 3, 17).
Κατά την εργασία:
* «Τη σπουδή μη οκνηροί, τω πνεύματι ζέοντες, τω Κυρίω δουλεύοντες» (Ρωμ. 12, 11).
Μετά το πέρας της εργασίας:
«Σα τα πάντα, Κύριε, και έκ των Σων δεδώκαμεν Σοι» (Παραλ. 29, 14).
«Αχρείοι δούλοι έσμέν, ό όφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17, 10).
Όταν πειραζώμεθα:
«Πώς ποιήσω το ρήμα το πονηρόν τούτο, και άμαρτήσομαι εναντίον του Θεού;» (Γεν. 39, 9).
«Ό Θεός εν τω ονόματι Σου σώσον με» (Ψαλ. 53, 1).
«Φύλαξον την ψυχήν μου και ρύσαι με’ μη καταισχυνθείην, ότι ήλπισα επί σέ» (Ψαλ. 24, 20).
«Ύπαγε, σατανά γέγραπτα γάρ, Κύριον τον Θεόν Σου προσκυνήσεις και αύτω μόνω λατρεύσεις» (Ματθ. 4, 10).
Επί τη θέα κακού πράγματος:
Άπόστρεψον τούς οφθαλμούς μου του μη ιδείν ματαιότητα, εν τη όδώ Σου ζήσον με» (Ψαλ. 118, 37).
«Οι οφθαλμοί μου διά παντός προς τον Κύριον, ότι αυτός έκσπάσει έκ παγίδος τούς πόδας μου» (Ψαλ. 24, 15). ‘
Εις περιόδους πνευματικής ένδειας:
«Έξαπόστειλον το φως Σου και την άλήθειάν Σου. Αυτά με ώδήγησαν» (Ψαλ. 42, 3).
«Ίνα τί περίλυπος ει, ή ψυχή μου, και ίνα τί συνταράσσεις με; ελπισον επί τον Θεόν, ότι έξομολογήσομαι αύτω σωτήριον του προσώπου μου ό Θεός μου» (Ψαλ.’41, 6).
Εις καιρό θλίψεως:
«Ό Θεός ημών καταφυγή και δύναμις, βοηθός εν θλίψεσι ταις εύρούσαις ημάς σφόδρα» (Ψαλ 45,1).
«Ή βοήθεια μου παρά Κυρίου, του ποιήσαντος τον ουρανό και την γήν» (Ψαλ. 113, 8).
«Ό Θεός οίκτειρήσαι ημάς και εύλογήσαι ημάς, έπιφάναι το πρόσωπον αυτού εφ’ ημάς και έλεήσαι ημάς» (Ψαλ. 66, 1).
«Κύριος έδωκε, Κύριος άφείλετο’ εϊη το όνομα του Κυρίου εύλογημένον» (Ίώβ. 1, 21).
«Κύριος Αυτός, το αγαθόν ενώπιον αυτού ποιήσει» (Α’Βασιλ. 3, 18).
«Θέλεις να θεραπεύσης τις πληγές σου; Ό Χριστός είναι ό ιατρός σου.
Σέ πιέζουν οί αμαρτίες σου; Ό Χριστός είναι ή συγχώρησις.
“Έχεις ανάγκη βοηθείας; Αυτός είναι ή δύναμις σου.
Φοβείσαι τον Θάνατον; Αυτός είναι ή ζωή.
Επιθυμείς τον ουρανό; Αυτός είναι ή οδός προς αυτόν.
Θέλεις να βγεις από το σκοτάδι; Αυτός είναι το φως.
Πεινάς; Αυτός είναι ό άρτος της ζωής. Διψάς; Αυτός είναι το ύδωρ της ζωής».
(Άγιος Αμβρόσιος Μεδιολάνων)