Την ικανοποίησή τους εκφράζουν ανοιχτά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για τα αποτελέσματα της συνάντησης του προέδρου του κόμματος Αλέξη Τσίπρα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
Οπως αναφέρει ρεπορτάζ της “Εφημερίδας των Συντακτών” δύο είναι οι λόγοι της ικανοποίησης, ενώ κάνει λόγο για “ουσιαστική προσέγγιση”.
Διαβάστε το άρθρο του Φώτη Παπούλια:
“Η χθεσινή συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» (ο φορτισμένος ιστορικά χώρος από τις μνήμες του Δεκεμβρίου του 1944), σηματοδοτεί την απαρχή μιας νέας σχέσης του κόμματος της Αριστεράς με την Εκκλησία.
Εκτός των συγχαρητηρίων του Πατριάρχη προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την υποψηφιότητά του για την προεδρία της Κομισιόν και τη συναντίληψη, όπως αυτή εκφράστηκε στις δηλώσεις τους για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος στην Ευρώπη, αυτό που αποκτά ιδιαίτερη σημασία είναι ότι η δεύτερη συνάντησή τους θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αμιγώς πολιτική.
Στελέχη του κόμματος δεν έκρυβαν την ικανοποίησή τους κυρίως για δύο λόγους:
Εν δυνάμει πρωθυπουργός
Ο πρώτος, ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζεται πλέον ως ισότιμος εταίρος και «εν δυνάμει νέος πρωθυπουργός». Το καλό κλίμα που επικράτησε στη συνάντηση και η σύμπτωση απόψεων που καταγράφηκε σε μείζονα πολιτικά ζητήματα, όπως εκείνα της οικονομικής κρίσης, της μεταναστευτικής πολιτικής, του χρέους και της κοινωνικής κρίσης, δημιούργησαν την αίσθηση ότι πλέον «υπάρχει μια κοινή συνιστώσα στην αντιμετώπισή τους».
Δεν είναι τυχαίο ότι στις δηλώσεις του ο Αλ. Τσίπρας με κομψό τρόπο υπερέβη τον ουμανιστικό χαρακτήρα των απόψεων, αναδεικνύοντας τον πολιτικό τους χαρακτήρα, επισημαίνοντας «πιστεύουμε ότι η αλληλεγγύη στον συνάνθρωπο αλλά και η αλληλεγγύη της μεταναστευτικής πολιτικής είναι δύο σημεία, στα οποία συμπλέουν οι θέσεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς με τις αξίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας».
Οταν δε ο Οικουμενικός Πατριάρχης έκανε αναφορά στα σχέδιά του και τις συναντήσεις με τους ορθόδοξους προκαθήμενους και τον Πάπα, ο Α. Τσίπρας προχώρησε ένα βήμα περισσότερο «θα ζητήσω τη συνδρομή και των άλλων εκκλησιών στο ουμανιστικό πανανθρώπινο αίτημα να υπάρξει αλλαγή της εφαρμοζόμενης μεταναστευτικής πολιτικής».
Ο δεύτερος λόγος άπτεται του εσωτερικού πολιτικού σκηνικού. Οπως επισημαίνεται από στελέχη του κόμματος, «η εποχή που η συντηρητική παράταξη θεωρούσε φέουδό της τον χώρο της Εκκλησίας ανήκει πλέον στο παρελθόν», αφήνοντας να εννοηθεί ότι «ο έλεγχος που ασκείτο από την Εκκλησία στο χριστεπώνυμο πλήθος, το οποίο και εκαθοδηγείτο στις κάλπες έχει περάσει ανεπιστρεπτί». Ουσιαστικά ευελπιστούν ότι με τις συναντήσεις αυτές πλαγιοκοπούν τη Ν.Δ., η οποία επί χρόνια θεωρούσε «φέουδό της» την Εκκλησία και διατηρούσε προνομιακές σχέσεις με αρκετούς μητροπολίτες.
Ομως, σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, η πολλαπλή κρίση που βιώνει η κοινωνία και κυρίως τα μεσοστρώματα έχει ανατρέψει την παραδοχή αυτή.
«Ομαλοποίηση» σχέσεων
Η «ομαλοποίηση» των σχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ με την εκκλησία, έχει σχετικά σύντομο παρελθόν. Ουσιαστικά το πρώτο βήμα προσέγγισης είχε σημειωθεί όταν τον Ιανουάριο του 2013 είχε πραγματοποιηθεί το συνέδριο «Εκκλησία και Αριστερά» με διοργανωτή τη Θεολογική σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης.
Εκεί καταγράφηκε και η πρώτη προσέγγιση των δύο πλευρών, αφού είχαν συμφωνήσει ότι «υπάρχει περιθώριο διαλόγου και συνεργασίας ανάμεσα στην Εκκλησία και την Αριστερά, παρά το γεγονός ότι οι σχέσεις τους σκιάζονται από αμαρτίες του παρελθόντος».
Τότε είχε προκαλέσει αίσθηση η τοποθέτηση του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ανθιμου (που εκπροσωπούσε τον Αρχιεπίσκοπο) ο οποίος είχε υποστηρίξει: «Εμείς πιστεύομεν ότι στην ευρύτερη ελληνική Αριστερά της χώρας μας υπάρχει υψηλό ποσοστό Ελλήνων πολιτών που πιστεύουν στην ορθόδοξη χριστιανική πίστη και στην ορθόδοξη ελληνική παράδοση».
Οπως και η παρέμβαση του μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθιμου που είχε υποστηρίξει «ανοίξαμε ένα δρόμο, όχι για να περπατήσει η Αριστερά τάχα ανεβαίνοντας στην εξουσία, αλλά για να επανέλθουν τα πράγματα στη σωστή τους θέση… φτάνουν οι παράλληλοι μονόλογοι, οι αυθαίρετες ερμηνείες και οι εξυπηρετούσες μεμονωμένες ατάκες». Ηταν τότε που ο γραμματέας Δ. Βίτσας σε μια έκφραση αυτοκριτικής είχε παραδεχθεί «έγινε ένα ιστορικό βήμα, θα έπρεπε να είχε γίνει χρόνια πριν» και είχε αναγνωρίσει και τις ευθύνες της Αριστεράς.”