«Ορισμένοι άνθρωποι με συμβάσεις συμβούλων, που είχαν συναφθεί πριν από 10 χρόνια, απαιτούσαν από μας 66 εκατομμύρια ευρώ. Οι δικηγόροι μας, μας διαβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε τίποτα παράνομο. Γι’ αυτό μας απέτρεψαν από το να εμπλακούμε σε νομική διαμάχη, επειδή οι απαιτήσεις αυτών των ανθρώπων με μεγάλη πιθανότητα θα επιβάλλονταν…Τότε διαπραγματευτήκαμε και από τα 66 φτάσαμε στα 11 εκατομ. ευρώ. Μας φάνηκε καλή συμφωνία».
Με αυτόν τον τρόπο απαντά ο πρώην επικεφαλής της Ferrostaal, Ματίας Μίτσερλιχ σε ερώτηση της γερμανικής οικονομικής εφημερίδας «Handelsblatt» – που αναδημοσιεύει το vima.gr- αν δωροδόκησε ποτέ κανέναν για την σύμβαση κατασκευής των υποβρυχίων.
Ακολουθούν τα κυριότερα σημεία της συνέντευξης που αναφέρονται στην Ελλάδα:
-Κύριε Μίτσερλιχ, δωροδοκήσατε ποτέ κανέναν;
«Όχι, κατηγορηματικά όχι».
-Η Φεροστάλ όμως, στην οποία ήσασταν επικεφαλής από το 2003 μέχρι το 2010, θεωρείται ως η πλέον διεφθαρμένη γερμανική εταιρεία. Δεν είχατε παρατηρήσει τίποτα;
«Ασφαλώς και δεν ήταν η Φεροστάλ η πλέον διεφθαρμένη γερμανική εταιρεία, πράγμα που απέδειξαν και οι πολυετείς, εξαιρετικά πολυδάπανες έρευνες της Εισαγγελίας. Υπήρχαν όμως συμβάσεις, που είχαν συναφθεί πριν από τη δική μου θητεία, για τις οποίες είχαμε αμφιβολίες και αφορούσαν την παράδοση υποβρυχίων στην Ελλάδα. Ορισμένοι άνθρωποι με συμβάσεις συμβούλων, που είχαν συναφθεί πριν από 10 χρόνια, απαιτούσαν από μας 66 εκατομμύρια ευρώ. Γι’ αυτό και βάλαμε δικηγόρους και ιδιωτικούς ντετέκτιβ».
-Και το αποτέλεσμα;
«Είχαμε μεν ενδοιασμούς, αλλά οι δικηγόροι μας, μας διαβεβαίωσαν ότι δεν υπήρχε τίποτα παράνομο. Γι’ αυτό μας απέτρεψαν από το να εμπλακούμε σε νομική διαμάχη, επειδή οι απαιτήσεις αυτών των ανθρώπων με μεγάλη πιθανότητα θα επιβάλλονταν…Τότε διαπραγματευτήκαμε και από τα 66 φτάσαμε στα 11 εκατομ. ευρώ. Μας φάνηκε καλή συμφωνία».
-Παρ’ όλα αυτά πληρώσατε χρήματα σε ύποπτους αποδέκτες. Οι σύμβουλοί σας φέρονται να δωροδόκησαν κυβερνητικούς αξιωματούχους.
«Εκ των υστέρων θεωρώ ότι έπρεπε να είχα πράξει διαφορετικά. Αλλά εξακολουθώ να λέω ότι η απόφαση ελήφθη έχοντας πλήρη γνώση και συνείδηση. Κατά τα λοιπά, κανένας μέχρι σήμερα δεν μπόρεσε να ξεκαθαρίσει αν σε αυτήν την περίπτωση λαδώθηκαν άνθρωποι. Ακόμα και η δικαιοσύνη δεν το κατάφερε».
-Δεν είναι έτσι. Η Εισαγγελία σας κάλεσε σε απολογία. Σεις και η εταιρεία Φεροστάλ πληρώσατε πρόστιμο.
«Ασφαλώς και πληρώσαμε. Αλλά όχι λόγω δωροδοκίας. Στο τέλος κατηγορήθηκα ότι δεν έδωσα εντολή να διαλευκανθεί εντατικότερα η υπόθεση της Ελλάδας. Αυτό δεν έχει σχέση με δωροδοκία. Αποδέχτηκα αυτή την κατηγορία και πλήρωσα, επειδή ήθελα να μπει ένα τέλος. Θα μπορούσα να είχα ασκήσει έφεση. Αλλά δεν είχα άλλες δυνάμεις και η υπόθεση στα δικαστήρια δεν φαινόταν να παίρνει τέλος. Ορισμένοι εισαγγελείς άφησαν να εννοηθεί ότι μπορεί να συνέχιζαν τις έρευνες και εγώ δεν ήθελα να εκτεθώ σε κάτι τέτοιο».
-Γιατί όχι;
«Αφενός για να κρατήσω τις δυνάμεις μου και αφετέρου, επειδή η δικαστική διαδικασία και ο τρόπος διεξαγωγής της από ορισμένους εισαγγελείς δεν ενίσχυσαν την εμπιστοσύνη μου στο κράτος δικαίου».
-Αυτή είναι μια κατηγορία, που συχνά διατυπώνουν οι καταδικασθέντες. Δεν υπεραπλουστεύετε τα πράγματα όσο σας αφορά;
«Πρώτα-πρώτα, εκλήθην να καταβάλω πρόστιμο κι αυτό δεν σημαίνει ποινική καταδίκη. Και δεν υπεραπλουστεύω τα πράγματα. Το 2011 δύο πρώην ηγετικά στελέχη της Φεροστάλ δικάστηκαν για την υπόθεση της Ελλάδας και καταδικάστηκαν σε δύο χρόνια φυλάκιση με αναστολή, απόφαση που βασίστηκε σε συμφωνία μεταξύ του δικαστηρίου, της Εισαγγελίας και των κατηγορουμένων. Κατά την άποψή μου συμφωνήθηκε εκεί μια καταδίκη, μολονότι πολύ βασικά ερωτήματα παρέμειναν αδιευκρίνιστα».
-Η Φεροστάλ έκλεινε δουλειές, στις οποίες το 10% του ποσού για κάθε έργο πήγαινε σε συμβούλους. Κάτι τέτοιο έχει την οσμή λαδώματος. Ως προς αυτό δεν τη γλιτώσατε φτηνά;
«Αυτό είναι πολύ λάθος. Όπως είπα, εγώ δεν δωροδόκησα ποτέ. Ξέρω όμως περιπτώσεις δωροδοκίας από το παρελθόν. Πρόκειται για συμβάσεις από τη δεκαετία του ’90, οπότε αυτές οι δαπάνες ήταν νόμιμες. Όταν ανέλαβα εγώ ως διευθύνων σύμβουλος, είπα ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Μπορεί να τοποθετήσει κανείς συμβούλους, αλλά μετά θα πρέπει να τεκμηριώνει επακριβώς τι κάνουν. Είναι σαφές ότι 10% του συνολικού ποσού για ένα έργο είναι υπερβολικό για να δίνεται σε συμβούλους. Το πρόγραμμα αφορούσε παλιές συμβάσεις από την περίοδο που τέτοιες πληρωμές ήταν νόμιμες…»