Σου ζήτησα ο άπιστος, Κόρη να δω ένα θαύμα
αφού τυφλός, ο άθλιος δεν έβλεπα το τραύμα.
Χειροπιαστά σου ζήτησα, Χριστέ να σε ακουμπήσω
και στην καρδιά ότι κρατώ, είπα θα στα χαρίσω.
Με κοίταξες φιλόστοργα και μου έκλεισες το στόμα
και που είσαι εδώ, μου είπες γλυκά, τέκνον μου είναι θαύμα.
Όσα επιτρέπεται να δεις, αφήνει η Παναγία
τα πιο πολλά τα γεύεται, η ελεύθερη καρδία.
Το θαύμα, νέε μου έγραψε, χαρτί και καλαμάρι
αισθάνονται οι ευσεβείς και όσοι έχουν Χάρη.
Σε όσους χρειάζεται έρχομαι, την πίστη να στηρίξω
στον άπιστο και στον κουφό, τι σπλάχνο μου να δείξω;