Φώτης Κόντογλου: Ένας ευλαβής ιερεύς, γνωστός μου, μού έλεγε πως όταν το βράδυ βγάλη τα ράσα για να κοιμηθή, δεν γνωρίζει τον εαυτό του, και θαρρεί πως η θεία χάρη που νοιώθει όταν τα φορή, φεύγει από πάνω του.
Όπως ο αξιωματικός η ο αστυνόμος που υπηρετεί την επίγεια εξουσία, φορεί τη στολή του για να γνωρίζεται, έτσι κι᾿ ο ιερωμένος, και πολύ περισσότερο, γιατί υπηρετεί την ουράνια εξουσία πρέπει να φορεί την στολή του, κι᾿ όχι να ντρέπεται, όπως κάνουνε εκείνοι που δεν θέλουν το ράσο.
Αν βγάζανε την ιερατική περιβολή τους οι παπάδες και βάζανε πολιτικά, θα βλέπανε τι περίπαιγμα θα παθαίνανε από τους άθρησκους, προπάντων στην επαρχία.
Γιατί το ράσο είναι ασπίδα.
Γιά τούτο, πως αλλοίμονο αν παρουσιασθή ο παπάς στο χωριό με πανταλόνια και με γραβάτα, και το καλοκαίρι με κοντά μανίκια!
Ώ τι δυστυχία!
Ώ διάλυση των πάντων! Τι Ελλάδα μπορεί να σταθή πιά;
Όλα θα διαλυθούνε.
Ο παπάς στο χωριό είναι σύμβολο.
Σύμβολο θρησκευτικό και εθνικό, άς είναι και αγράμματος, ο πιό απελέκητος.
Το ράσο θυμίζει στον λαό την ιστορία του, τις θυσίες του, τους πόνους του, τις χαρές του, και γι᾿ αυτό το ράσο τον ζεσταίνει, του δίνει φρόνημα, πίστη, πεποίθηση, εμπιστοσύνη κι᾿ αγάπη στη φυλή του. Αυτοί που θέλουνε να καταργήσουνε το ράσο και να μοντερνίσουνε την αρχαία όψη του παπά, συλλογιστήκανε καλά τι ζητάνε;
Άς ρωτήσουν τους ξενητεμένους Έλληνες τι χαρά και τι κατάνυξη νοιώθουν όταν αντικρύσουν, στις χώρες που ζούν, κάποιον ιερέα μας με γένεια και με ράσο.
Είδα κάπου να γράφει ένας διάκος ευσεβής ότι σε ένα γράμμα που έλαβε από έναν γνωστό του νέον, αλλά έγγαμον ιερέα, που υπηρετεί στην Τασμανία της Αυστραλίας, έγραφε τα παρακάτω λόγια:
«τό ευχάριστο είναι ότι κατώρθωσα να διατηρώ τα ράσα και τα γένειά μου, και ούτω απολαμβάνω σεβασμού και πολλής εκτιμήσεως από τους ομογενείς της Τασμανίας».
Αλλά άς γυρίσουμε για λίγο ακόμα σε εκείνους που δε μπορούνε να χωνέψουνε το ράσο και τα γένεια των ιερέων από τη μεγάλη «αισθητική» καλλιέργεια που έχουνε.
Ένας απ᾿ αυτούς, που είναι τώρα μακαρίτης κ᾿ ήτανε τότε που ζούσε καθηγητής σπουδαίος της Θεολογίας, με προσκάλεσε στο σπίτι του για να μού δείξη τα «καλλιτεχνήματα» που είχε…
Δεν έβλεπα την ώρα και την στιγμή να φύγω από κεί μέσα και σαν βγήκα, έκανα τον Σταυρό μου, ανασαίνοντας βαθειά, και ευχαρίστησα τον Κύριο που δεν με αξίωσε να γίνω σοφός καθηγητής.
Λοιπόν, εκείνος ο φτωχός άνθρωπος, εκείνος ο ψυχικός ξέρακας που περνούσε για σοφός, δεν χώνευε μήτε τα ράσα, μήτε τη βυζαντινή εικονογραφία, μήτε «την βάρβαρον βυζαντινήν μουσικήν, ηνάλωσε δε τας δυνάμεις αυτού μέχρι του θανάτου του, μοχθήσας διά την συγχρόνισιν των εκκλησιαστικών ημών τεχνών»! Θεός συχωρέστον.
Κ᾿ η μίτρα του δεσπότη (η κορόνα) είναι από τα πλέον επιβλητικά και θαυμαστά καλύμματα, μ᾿ όλο που είναι ρώσικη. Ενώ η τιάρα των καρδιναλίων εκφράζει αλαζονεία και σατανικότητα, είναι και κακού γούστου κατασκεύασμα.
Κάποιος πολύξερος και σπουδασμένος και που γνωρίζει καλά τα εκκλησιαστικά πράγματα, μού έλεγε πως από τον καιρό που ιερωμένοι μας βγάλανε τα ράσα, πλήθυνε η κακοήθεια του κλήρου σε κείνη τη χώρα που κατοικούσε.