Αρχιμ. Θεοδόσιος Μανώλης BA Bsc , PgD , MA, Υποψήφιος Διδάκτωρ ΑΠΘ, Βιο-Ερευνητής Ογκολόγος-Θεολόγος
“Χριστός γεννάται, δοξάσατε….” μας αγγέλλει θριαμβευτικά η ορθόδοξη υμνολογία των Χριστουγέννων, τοποθετώντας θεολογικά, το μέγα μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας στάθηκαν με δέος μπροστά στο απερινόητο αυτό μυστήριο και με γνώμονα τις άγιες Γραφές, συνέλαβαν ύψιστες αλήθειες και διατύπωσαν υψηλή θεολογία. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος εκφράζει τον δοξολογικό θαυμασμό του για τη μεγάλη γιορτή της ενανθρωπήσεως του Θεού και ο απόστολος των Εθνών Παύλος δηλώνει στον Τιμόθεο ότι «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» αποκαλύπτοντας το πώς η γιορτή της Γεννήσεως του Κυρίου αποτελεί ένα παγκόσμιο, ιστορικό και μοναδικά πνευματικό γεγονός με κοσμικές διαστάσεις αλλά όχι κοσμικό χαρακτήρα καθώς σύμφωνα με τον Μ. Αθανάσιο «ο πανάγιος του Πατρός Υιός, εικών ων του Πατρός, παρεγένετο επί τους ημετέρους τόπους, ίνα τον κατ’ αυτόν πεποιημένον άνθρωπον ανακαίνιση». Η Γέννηση του Χριστού γιορτάζεται από την Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία δοξολογικάκαι συνάμα κατανυκτικά. Η ηδυμελώς υμνογραφία και η ειρην?χυτη εικονογραφία με θαυμαστό τρόπο βοηθά τον Ορθόδοξο Χριστιανό να ζήσει το μυστήριο της σαρκώσεως με τις αισθήσεις του, και μέσα από το κέλευσμα της ψαλμωδίας «δεύτε ίδωμεν πιστοί» να βιώσει την θεολογία της σαρκώσεως αισθανόμενος την ευφροσύνη της θείας συγκαταβάσεως και κενώσεως.
Το πνεύμα των Χριστουγέννων είναι αποκαλυπτικό και διαχρονικό. Δεν εγκλωβίζεται μέσα σε νεωτερικές και μετανεωτερικές θεωρήσεις αλλά ζει το πλήρωμα της αγάπης όπως ακριβώς το ζει και το βιώνει όλη η οικουμένη. Το πνεύμα των Χριστουγέννων είναι το δημιουργικό πνεύμα που καθοδηγούσε το μεγάλο συγγραφέα της βικτωριανής εποχής Charles Dickens να προσδιορίσει μέσα από το έργο του «Χριστουγεννιάτική Ιστορία» (A Christmas Carol) τον τρόπο εορτασμού των Χριστουγέννων στο δυτικό κόσμο, τουλάχιστον μέχρι την εποχή, όπου η γιορτή αυτή είχε ακόμα νόημα, προτού δηλαδή βυθιστεί στην καταναλωτική υστερία και την ανυπαρξία ουσίας. Η ζωή της κόλασης, λέει ο Ντοστογιέφσκι, είναι η ζωή άνευ αγάπης και η εικόνα της κόλασης σύμφωνα με τον αββά Μακάριο είναι οι άνθρωποι που θα έχουν κολλημένα τα νώτα τους, δίχως να μπορούν να δουν τα πρόσωπά τους. Στο ποίημα Του «ο Θεός» ο Βίκτωρ Ουγκό αναφέρει πως ο θεός έχει ένα μόνο όνομα που λέγεται αγάπη. «Αγαπώ σημαίνει υπάρχω» μας αναφέρει ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ θυμίζοντας σε όλους εμάς τους μοντέρνους χριστιανούς ότι η εορτή των Χριστουγέννων δεν είναι ένα κοινωνιολογικό φαινόμενο με καταναλωτικά χαρακτηριστικά αλλά το πνεύμα που λειτουργεί ως προσδοκία των Εθνών, ως εκπλήρωση του παραδόξου θαύματος το οποίο αναβαθμίζει και αναγεννά την ανθρώπινη φύση . Μια αναγέννηση που δεν ταυτίζεται με τα πλούσια και πανάκριβα δώρα, με την χορευτική μουσική, το φαγοπότι, τους καζαμίες και τους ονειροκρίτες ούτε με την άμετρη κατανάλωση του αλκοόλ στα ρεβεγιόν της πιο Μεγάλης νύχτας. Όλα αυτά είναι απόμακρα από την παράδοση και την θρησκευτική μας ιστορία που μας αποκαλύπτει ότι Ένας τόσο Μεγάλος θεός γεννιέται ως απλός άνθρωπος, ήσυχα, ειρηνικά, ταπεινά, φτωχικά, αλλά γεμάτος από αγάπη μέσα σε ένα φτωχό και ταπεινό σπήλαιο δίνοντας την δυνατότητα σε όλους εμάς τόσο απλά και ουσιαστικά να γίνουμε ελεύθεροι άνθρωποι, να υψωθούμε στον ουρανό, και να βιώσουμε την δική Του δόξα ως θεοί κατά χάριν.
Δεν μπορούμε να μιλούμε για Χριστούγεννα αν αποκόπτουμε από την ζωή μας την ουσιαστική έννοια της ενανθρωπίσεως που είναι η αγάπη. Μια αγάπη που όπως πολύ χαρακτηριστικά φαίνεται μέσα από το διήγημα της συγγραφέως Ελένης Χουκ –Αποστολοπούλου δεν έχει να κάνει με ύλη αλλά με καρδιά. Δεν έχει να κάνει με λεφτά αλλά με πίστη βιωματική. Όπως ακριβώς την βίωσε και το κοριτσάκι του διηγήματος « Δώρο στο Χριστό» που μη έχοντας να δώσει κάτι άλλο στον γεννηθέντα Χριστό προσέφερε μπροστά στην φάτνη κάτι ξερά φτωχά κλαδάκια τα οποία όμως και αποτέλεσαν το σημαντικότερο δώρο που είχε λάβει ο Χριστός εκείνη την ημέρα. Και τούτο γιατί ήταν ένα δώρο που ταυτιζόταν με την φάτνη, φτωχικό αλλά γεμάτο αγάπη όπως ακριβώς διδάσκει το βρέφος που μόλις γεννήθηκε μέσα σε αυτήν. Επομένως το πνεύμα των Χριστουγέννων, εκτός το ότι αποτελεί μια βαθιά δεξαμενή για την υποκίνηση της συγγραφικής και ποιητικής έμπνευσης ταυτόχρονα υποκινεί τα συναισθήματα της ευγνωμοσύνης και της φιλευσπλαχνίας καλεί σε τρυφερές συγκινήσεις και δημιουργεί την αίσθηση της ελπίδας στον απογοητευμένο και αποπροσανατολισμένο άνθρωπο της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας και εποχής, αναζωπυρώνοντας μια πίστη που μπορεί να τον κάνει ικανό να ανοίξει την καρδιά του ειλικρινά και αυθεντικά ως η πραγματική φάτνη της Βηθλεέμ επιβεβαιώνοντας τον στίχο «Σκύψαν οι ουρανοί μπροστά στη φάτνη Σου, τόνισ’ η πλάση το καινούργιο της τραγούδι, ήρθαν οι άγγελοι στη γη, μ’ ανθρώπους μίλησαν, άνθισε της αγάπης το λουλούδι»
Από την άλλη πλευρά ο υμνολογικός θησαυρός της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας είναι ανεπανάληπτος. Η μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων, την οποία θα εορτάσει για μία ακόμα φορά η Χριστιανοσύνη με λαμπρότητα, έχει εμπλουτισθεί με θαυμάσιους ύμνους από επώνυμους και ανώνυμους υμνογράφους, οι οποίοι μέσω αυτών προσπάθησαν και απέδωσαν με επιτυχία το μεγάλο και απερινόητο γεγονός της Θείας Ενανθρωπήσεως. Η υμνολογία λοιπόν των Χριστουγέννων είναι το απαύγασμα της ποιητικής εκχυλλίσεως των ιερών ποιητών της Εκκλησίας μας. Οι εμπνευσμένοι από το Άγιο Πνεύμα ποιητές ύμνησαν το μεγάλο γεγονός της Θείας Ενανθρωπήσεως και έδωσαν στην μεν Εκκλησία ανεπανάληπτα ποιήματα λατρείας στους αιώνες και στον παγκόσμιο πολιτισμό κορυφαία δείγματα υψίστης ποιητικής τέχνης. Οι πιστοί καλούνται αυτές τις άγιες ημέρες, πέρα από τις υλικές απολαύσεις των ημερών, που και αυτές είναι συνοδευτικές ως ένα σημείο της μεγάλης χαράς, να πλησιάσουν νοερά την φάτνη της Βηθλε?μ και να γονατίσουν μπροστά στο Θείο Νήπιο και να του εναποθέσουν τη ζωή τους και τη σωτηρία τους.
Τα Χριστούγεννα αποτελούν την αφορμή εκατομμυρίων ανθρώπων για να βρεθούν μαζί με τους αγαπημένους τους μακριά από το καθημερινό άγχος, να στολίσουν το σπίτι τους, να ακούσουν τα κάλαντα, να νιώσουν την παιδική προσμονή του Αη Βασίλη. Χριστούγεννα όμως δίχως πίστη, αγάπη και μακριά από το θεολογικό και παραδοσιακό πνεύμα των Αγίων ημερών αποτελούν εφιάλτη και επίσκεψη στην κόλαση. Οι θρησκευόμενοι άνθρωποι είναι πιο χαρούμενοι και με μεγαλύτερο βαθμό ευφορίας συγκριτικά με όσους πορεύονται στη ζωή τους χωρίς πνευματικότητα», επισημαίνει ο ψυχολόγος Dr Stephen Joseph του Πανεπιστημίου Worwick της Αγγλίας. Τονίζει παράλληλα πως συγκριτικά με αυτούς βλέπουν τις γιορτές σαν ευκαιρία να επιδοθούν σε καταναλωτικές υπερβολές, όσοι γιορτάζουν το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων παρουσιάζουν πιο υγιή και ανθεκτική ψυχολογία.
Συνεπώς ακόμη και από την πλευρά της επιστήμης το πνεύμα των Χριστουγέννων αναβαθμίζει τον άνθρωπο ψυχολογικά δίνοντας το αίσθημα της χαράς και της αισιοδοξίας. Από την άλλη ένας άνθρωπος με θρησκευτικότητα και πίστη στον Χριστό καλλιεργεί τον εσωτερικό του κόσμο ο οποίος και ετοιμάζεται για την δική του πνευματική ανάσταση. Διότι η ενσάρκωση του Χριστού ανοίγει τον δρόμο για την θέωση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εμείς οι άνθρωποι που ακολουθούμε με πίστη και αγάπη τον Χριστό αποκτούμε θεϊκή ομοιότητα δηλαδή θεούμεθα, και θεοποιούμαστε, ώστε σύμφωνα με τον Απόστολο Πέτρο να γινόμαστε «θείας κοινωνοί φύσεως».
Το πνεύμα των Χριστουγέννων στην καρδιά του ανθρώπου δίνει την ευκαιρία να διατηρηθεί η ανθρώπινη φύση μέσα στο φωτεινό και χαρούμενο πλαίσιο της Γεννήσεως του Χριστού, παρέχοντας την ευκαιρία να απολαύσει το θεϊκό φως και να έλθει κοντά στον Σωτήρα Χριστό. Το πνεύμα των Χριστουγέννων κάνει τον άνθρωπο πνευματικά δυνατό και τον απομακρύνει από τις ασχολίες οι οποίες δεν τον βοηθούν να αντιληφθεί την κινητοποίηση και εγρήγορση των ουρανών. Τον προστατεύει από την υλιστική θεώρηση της ζωής και τον προσανατολίζει κοντά στην μελωδία της σωτηρίας που βγαίνει από την ταπεινή φάτνη όπως ακριβώς συνέβη και με τους μάγους. Οι άνθρωποι που καλλιεργούν το πνεύμα των ημερών αυτών έχουν ουσία και δύναμη γιατί δεν ασχολούνται με τον εαυτό τους αλλά με τον ίδιο τον Θεό. Το πνεύμα των Χριστουγέννων οδηγεί στην απλότητα η οποία αντικαθιστά τα καθημερινά προγράμματα της ζωή μας και τα οποία ουσιαστικά απορροφούν τον χρόνο μας και απομακρύνουν την καρδιά μας από την πνευματική Βηθλεέμ. Το νόημα των ημερών είναι η πίστη μας στον «απόλυτα πρώτο» και στον «απόλυτα έσχατο », δηλαδή στον πυρήνα του χριστιανισμού που είναι η σάρκωση του θεού και η οποία συμβολίζεται και εκφράζεται με ένα σπήλαιο. Ένα σπήλαιο που χρειάζεται χρόνο και προσπάθεια για να ανακαλυφθεί. Και δεν μπορεί να γίνει γνωστό δίχως την βοήθεια του βιωματικού χαρακτήρα του πνεύματος των Αγίων Ημερών που διανύουμε. Δεν μπορούμε να προσεγγίζουμε το σπήλαιο αυτό δίχως γνησιότητα, απλότητα, αγάπη, πίστη, ειλικρίνεια και πνευματική αυθεντικότητα.
Το πνεύμα των Χριστουγέννων αυτά διδάσκει και αυτά καλλιεργεί. Αρκεί να αναζητήσουμε τον Χριστό πραγματικά και όχι φαρισαιστικά. Γιατί η προσέγγιση του σπηλαίου γίνεται με γνησιότητα και αναζήτηση. Γίνεται με άγγιγμα ψυχής, και πίστη στον Έναν και Μοναδικό τον Οποίον αν είμαστε αποφασισμένοι να ακολουθήσουμε γινόμαστε ως ελεύθεροι χριστιανοί μέλος του γεννηθέντος Χριστού που έχει το θάρρος να λέει: «Δεύτε προς με πάντες, καγώ αναπαύσω υμάς». Το μήνυμα των Χριστουγέννων και το πνεύμα των εορτών δεν είναι τυπική θρησκευτικότητα που έχουμε όλοι μας, αλλά η καλλιέργεια μιας σοβαρής αντιμετώπισης για μια προσέγγιση της ουσίας της πίστεως μας η οποία λειτουργεί ως πράξη ελευθερίας, ειλικρίνειας και γνησιότητας.
Η εορτή των Χριστουγέννων αποτελεί “σεισμόν γής”, κατά την χαρακτηριστική έκφραση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, λειτουργώντας ως το κεντρικό μυστήριο όλης της Θείας Οικονομίας. Η δημιουργία και η σωτηρία, όλη η ελεημοσύνη και η φιλανθρωπία της αγίας Τριάδος, ανακεφαλαιώνονται στον Θεάνθρωπο Χριστό, που με την ενσάρκωση Του κι όλα τα μυστήρια της ένσαρκης παρουσίας Του, απεκάλυψε τη χριστολογική καί χριστοκεντρική ρίζα και προοπτική κάθε πραγματικότητας και ολόκληρης της πραγματικότητας. Αυτό το πράγμα δεν είναι κάτι που είναι απλώς γραμμένο στο Ευαγγέλιο αλλά ένα γεγονός, που βιώνεται στην ιστορία αποκαλύπτοντας την διαχρονικότητα που έχει το Σπήλαιο διά μέσου των αιώνων αποτελώντας ταυτόχρονα και το μεγάλο μυστικό που μόνο όταν ο άνθρωπος καλλιεργήσει βαθιά μέσα στην ψυχή και την καρδιά μπορεί να ανακαλύψει και να αποκοδηκοποιήσει θεολογικά και ουσιαστικά.
Ο σύγχρονος άνθρωπος ” ο καθήμενος εν σκότει” θα αρχίσει να αναζητά τον αστέρα που θα φωτίσει την δική του φάτνη. Μια φάτνη που όσο ταπεινή κι αν είναι, ο Χριστός θα την καταδεχθεί, θα την ενοικήσει και θα την μετατρέψει σε σώμα της Βασιλείας του Θεού αποβάλλοντας τα ανάκτορα του Ηρώδη και φέροντας το πνεύμα των Χριστουγέννων στη ζωή του με τέτοιο τρόπο, ώστε μέσα από την προσωπική αυτή αναζήτηση το αστέρι των μάγων να γίνει η χαρά της γιορτής δια της οποίας ο ταλαιπωρημένος άνθρωπος να ξαναβρεί το νόημα και την αυθεντικότητά του. Μια αυθεντικότητα που θα εκφράζει και το αληθινό πνεύμα των Χριστουγέννων μακριά από λαμπάκια και ψεύτικες φάτνες αλλά ψάλλοντας μυστικά και ενδοκαρδιακά το “Χριστός γεννάται, δοξάσατε”.