Υπάρχουν στιγμές στην πνευματική ζωή που φτάνει κανείς σε αδιέξοδο, κάποιες φορές δε και σε ένα είδος απόγνωσης – δεν φαίνεται πουθενά η παρηγοριά του Θεού, η παρουσία Του είναι γεμάτη από τη σιωπή Του.
Γράφει ο π. Γεώργιος Δορμπαράκης
Κι είναι αυτό ίσως που ονομάζουν οι θεολόγοι της Εκκλησίας μας «παιχνίδι της χάρης του Θεού», κατά το οποίο ο Θεός κρύβεται κατά κάποιον τρόπο από τον αγωνιζόμενο χριστιανό, προκειμένου να ενεργοποιήσει αυτός στο ανώτερο δυνατό τις δυνάμεις του και την υπομονή του, ώστε στη συνέχεια να είναι έτοιμος να λάβει ακόμη μεγαλύτερη χάρη από Εκείνον.
Διότι ποτέ ο Θεός δεν δίνει τη χάρη Του χωρίς να βρίσκεται ο πιστός στο σημείο αντοχής της παρουσίας Του στην ύπαρξή του – πρέπει να έχει τα ανάλογα θεμέλια πνευματικής ζωής – που σημαίνει ότι η «ώρα του Θεού» για τον πιστό κυμαίνεται σε δύο επίπεδα: και στο επίπεδο της θεωρούμενης απουσίας Του και στο επίπεδο της αισθητής παρουσίας Του.
Από την άποψη αυτή η απουσία του Θεού δεν είναι τελικώς απουσία και «άδεια» ώρα, αλλά ώρα πνευματικής κυοφορίας – αυτό που προηγείται της γέννας ως εμφάνισης του Θεού. Ταυτοχρόνως όμως σηματοδοτεί και μια οδύνη, γιατί φαίνεται ότι έχει χάσει ο πιστός Εκείνον που είναι η παρηγοριά και η ίδια η ζωή του – το σημείο της απελπισίας του και της απόγνωσής του.
Θυμάται κανείς το παράπονο του μεγάλου Αντωνίου εν προκειμένω, όταν πέρασε από μια τέτοια εμπειρία, όπου μισοπεθαμένος σχεδόν από την εναντίον του σκληρότητα των δαιμόνων είπε στον Κύριο, (που τελικά του εμφανίστηκε και τον παρηγόρησε με άφατη αγαλλίαση): «Πού ήσουνα; Γιατί με άφησες έρμαιο στα χτυπήματα του Πονηρού;» Κι ο Κύριος τού απάντησε ότι ήταν μαζί του πάντοτε σε όλες τις φάσεις τις δοκιμασίες του, αλλά τον άφηνε να αγωνίζεται, ενισχύοντάς τον όμως με μυστικό και αφανή τρόπο, για να φτάσει στο υψηλό σημείο που θα πάρει τη μεγάλη χάρη Του: «Από δω και πέρα θα γίνεις γνωστός σε όλους τους ανθρώπους».
Κι ακόμη θυμάται κανείς το όριο της απελπισίας που έφτασε κάποια στιγμή και ο άγιος Σιλουανός του Άθω, (αλλά και ο μαθητής και υποτακτικός του μέγας Γέροντας κι αυτός αργότερα όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ), ο οποίος σε παρόμοια κατάσταση θεώρησε ότι ο Θεός είναι «αδυσώπητος» και σαν να έσπασε κάτι μέσα του. Και τότε του εμφανίστηκε ολοζώντανος ο Κύριος μέσα από την εικόνα του τέμπλου της Μονής του αγίου Παντελεήμονος Αγίου Όρους, για να πάρει ό,τι έκτοτε έγινε η κεντρική εμπειρία της ζωής του: τη μεγάλη χάρη ως γνώση της αγάπης και της άφατης ειρήνης του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Το συμπέρασμα είναι προφανές. Ποτέ δεν πρέπει να αμφιβάλλουμε για την πιστότητα της αγάπης του Θεού και την αδιάκοπη απέναντί μας εγγύτητά Του, ακόμη και στις πιο στυγνές και δύσκολες στιγμές της ζωής μας. Ιδίως σ’ αυτές που φαίνεται «απών», όπως στην πίκρα του πόνου, της αρρώστιας, της απώλειας αγαπημένων προσώπων, της μοναξιάς, μας ετοιμάζει την πιο γλυκιά επίσκεψή Του και το ανέβασμά μας σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο.
Το σημειώσαμε και παραπάνω: η θεωρούμενη απουσία Του λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο της άπειρης αγάπης Του! Η αγάπη Του εκφράζεται και με την ίδια την απόσυρσή Του!Ο Κύριος που βίωσε ως άνθρωπος την πλευρά αυτή της αγάπης του Θεού Πατέρα, κατεξοχήν επάνω στον Σταυρό: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;», το είχε αναγγείλει στους μαθητές Του: «σας αγάπησα, όπως με αγάπησε και ο Θεός Πατέρας». Ξέρουμε πια πως είναι ολοκληρωτικά εν θερμή αγάπη Παρών κι εκεί που απογοητευμένοι λέμε: «μας εγκατέλειψε!» Η Ανάσταση είναι πάντοτε η απάντηση στον Σταυρό!