Σχέσεις: Ο Σαρτρ έλεγε κάποτε: «οι άλλοι είναι η κόλασή μου». Και δεν είναι λίγοι βέβαια αυτοί οι οποίοι έχουν υιοθετήσει αυτή την άποψη, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα.
Πόσοι άραγε σήμερα αντιλαμβάνονται τη συνύπαρξη με τους άλλους ανθρώπους ως μία ευλογία, μία δωρεά η οποία έχει δοθεί από τον Θεό;
Μέσα από αυτή τη δωρεά του Θεού, ενισχύεται και η ανάπτυξη του κοινωνικού στοιχείου που είναι έμφυτο στον άνθρωπο.
Η αγάπη, που είναι το μεγαλύτερο και δυνατότερο πράγμα που μπορεί να βιώσει ο άνθρωπος, δείχνει να μην είναι χαρακτηριστικό των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, διότι τα κριτήρια μίας σχέσης σήμερα είναι αλλά, ενώ πολύ δύσκολα ξεπερνά τη φιλαυτία του ο ιδιοτελής άνθρωπος.
Παρατηρείται συχνά η αντικειμενοποίηση στις σχέσεις με ένα χρησιμοθηρικό τρόπο,ο οποίος ενίοτε καταλήγει σε συναλλαγή.
Και μέσα από μία ψύχραιμη ματιά, θα λέγαμε ότι πολλές φορές υπάρχει η αντίληψη ότι ο άλλος είναι απειλή, είναι εχθρός, γι’ αυτό και συναγωνίζεται ο ένας τον άλλο. Ποιός θα ρίξει ευκολότερα τον άλλο είναι το ζητούμενο, ενώ δεν λείπουν και οι συγκρητισμοί.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο κάθε άνθρωπος, είναι ένα πρόσωπο υποψήφιο για την κοινή μετοχή στην αλήθεια του Χριστού.
Και ως τέτοιο πρέπει να το αντιλαμβανόμαστε. Είμαστε κλητοί άγιοι μέσα σε μία προοπτική θέωσης, ως μελλοντικοί συμπολίτες της ουράνιας Βασιλείας, η οποία ξεκινά να βιώνεται από αυτή τη ζωή.[1]
Συμπολίτες και όχι εχθροί που απειλούν ο ένας τον άλλο.
Αυτό σημαίνει πως παίζει τεράστιο ρόλο, το πως αντιλαμβανόμαστε τη σχέση με το συνάνθρωπο.
Ο συνάνθρωπος, ο πλησίον, αποτελεί μια δωρεά ανεπανάληπτη.
Και λέμε ανεπανάληπτη, διότι υπάρχει η ετερότητα των προσώπων, που καθιστά το κάθε φυσικό πρόσωπο μοναδικό και οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, αναδεικνύουν και την ομορφιά αυτής της ετερότητας.
Πολλοί επιθυμούν να βλέπουν τη σχέση τους με τον άλλο ως επένδυση, κινούμενοι με υπόβαθρο ιδιοτέλειας.
Ανάλογα δηλαδή με τα οφέλη τα οποία αποκομίζει ο καθένας από τη σχέση του με τον άλλο, κατ’ αυτό τον τρόπο τον τοποθετεί και σε ανάλογη θέση-υπόληψη, πράγμα που δείχνει τη νοσηρότητα της σκέψεως και της αντίληψης των πραγμάτων.
Δεν είναι υπερβολή να επισημάνουμε ότι το γεγονός της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, αποτελεί παρά φύσιν κατάσταση και δυστυχώς το συναντάμε ακόμη και σε υποτιθέμενες χριστιανικές κοινωνίες. Και επειδή αυτά μπορεί να φαίνονται λίγο ρομαντικά σε μερικούς, δεν είναι καθόλου δύσκολο να τα βρει κανείς μέσα στο Λόγο του Θεού και να διαπιστώσει ποιό είναι το κατά φύσιν και παράλληλα να εντοπίσει και την εκτροπή του ανθρώπου στα θέματα αυτά.
Αμέτρητα παραδείγματα εκτροπής μπορούμε να αναφέρουμε.
Μήπως δεν γογγύζουμε όταν μας ζητά κάτι ο συνάνθρωπος ή δεν μας μυρίζουν τα χνώτα του άλλου ακόμη και μέσα στην εκκλησία;
Καμιά φορά ενοχλούμαστε μόνο και μόνο από την παρουσία του άλλου ανθρώπου, χωρίς εκείνος να μας ζητά το παραμικρό.
Ορισμένοι επίσης πιστεύουν ότι το να ανέχονται τους άλλους, αποτελεί ικανοποιητική κατάσταση για την ομαλή συνύπαρξη σε μία κοινωνία ανθρώπων.
Το ζητούμενο είναι η αγάπη και όχι η ανοχή με κρύα καρδιά.
Η αγάπη είναι άνοιγμα, θυσία, να βλέπω οντολογικά τον άλλο και όχι επιφανειακά.
Φτάνουμε να αντιμετωπίζουμε τη βοήθεια προς το συνάνθρωπο ως διεκπεραίωση και όχι ως αγαπητική προσφορά.
Ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης τόνιζε την αξία της προσφοράς και μάλιστα όταν είμαστε κουρασμένοι.[2]
Οι συνάνθρωποί μας αποτελούν δώρο του Θεού.
Συνεπώς, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως απειλή ο συνάνθρωπος, αλλά ως δωρεά, εκτός κι αν δεν θέλουμε να λεγόμαστε χριστιανοί.
Βλέπουμε άραγε τον συνάνθρωπό, όπως θα βλέπαμε τον ίδιο το Χριστό;
__________________________________________________________
[1] Εφ. 2,19 «συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ»
[2] Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: Λόγοι β’ ’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» σελ.109
«Ὅταν εἶμαι ξεκούραστος καὶ κάνω τὸ καλό, αὐτὸ δὲν ἔχει ἀξία. Ὅταν ὅμως εἶμαι κουρασμένος καὶ ζητᾶ κάποιος π.χ. νὰ τοῦ δείξω τὸν δρόμο, καὶ τὸ κάνω, τότε ἔχει ἀξία. Ἤ, ὅταν εἶμαι χορτάτος ἀπὸ ὕπνο καὶ πάω νὰ ξενυχτήσω μὲ κάποιον ποὺ χρειάζεται βοήθεια, αὐτὸ δὲν ἔχει μεγάλη ἀξία….
Ὅταν κανεὶς βαριέται ὄχι μόνο νὰ κάνη μιὰ ἐξυπηρέτηση, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ νὰ κάνη μιὰ δουλειὰ γιὰ τὸν ἑαυτό του, αὐτὸς κουράζεται καὶ μὲ τὴν ξεκούραση».