Αν και ο λόγος του Ευαγγελίου, μέρος του οποίου καταγράφτηκε στα κείμενα της Καινής Διαθήκης, είναι ξεκάθαρος πάνω στο θέμα αυτό, θα παραθέσουμε παρακάτω μερικές μαρτυρίες από τους αγίους Πατέρες και Διδασκάλους της Εκκλησίας.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός απαγόρευσε σαφώς τον όρκο, λέγοντας:
«Πάλιν ηκούσατε ότι ερρέθη εις τους αρχαίους, Μη επιορκήσης, αλλά εκπλήρωσον εις τον Κύριον τους όρκους σου. Εγώ όμως σας λέγω να μη ομόσητε μηδόλως· μήτε εις τον ουρανόν, διότι είναι θρόνος του Θεού· μήτε εις την γην, διότι είναι υποπόδιον των ποδών αυτού· μήτε εις τα Ιεροσόλυμα, διότι είναι πόλις του μεγάλου βασιλέως· μήτε εις την κεφαλήν σου να ομόσης, διότι δεν δύνασαι μίαν τρίχα να κάμης λευκήν ή μέλαιναν. Αλλ’ ας ήναι ο λόγος σας Ναι ναι, Ου, ού· το δε πλειότερον τούτων είναι εκ του πονηρού» (Κατά Ματθαίον, 5:33-37).
Όπως θα δούμε και παρακάτω από τα λόγια των αγίων Πατέρων, ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη ανέχονταν τον όρκο εξ αιτίας της σαρκικότητας και νηπιότητας του λαού Ισραήλ. Κατά την εποχή όμως που στο προσκήνιο είναι η Εκκλησία, ο όρκος είναι απαγορευμένος. Και αυτό, διότι ο Χριστός καλεί στην Εκκλησία Του για μια ανώτερη και πνευματική ζωή, στην οποία κυριαρχεί η Αλήθεια, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Επομένως, όταν υπάρχει η Αλήθεια, ο όρκος όχι μόνο περιττεύει αλλά και αντιστρατεύεται σε αυτήν.
«Προ πάντων δε, αδελφοί μου, μη ομνύετε μήτε τον ουρανόν μήτε την γην μήτε άλλον τινά όρκον· αλλ’ έστω υμών το ναι ναι, και το ου ου, διά να μη πέσητε υπό κρίσιν» (Ιακώβου επιστολή, 5:12).
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «[..] ο επιφανέστερος, ο άριστος θεολόγος της Εκκλησίας μετά τον ευαγγελιστή Ιωάννη» (Β’ Τόμος Πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλου, σελ. 495), αναφέρει στον λόγο του «Εις το Πάσχα», ότι είναι εντολή το να μην ορκιζόμαστε. Μάλιστα, τόσο για μικρό όρκο, όσο και για μεγάλο.
«Ο νόμος λέγει· ουκ επιορκήσεις, ενώ εσύ παίρνεις την εντολή να μην ορκισθείς καθόλου, ούτε μικρόν ούτε μεγαλύτερον όρκον, επειδή ο όρκος γεννά την επιορκίαν» (ΕΠΕ 5, σελ. 191).
Άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης
Ο άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης, «[..] μία από τις εξοχότερες φυσιογνωμίες της Παράδοσης της Ορθοδοξίας» (Εισαγωγή στα έργα του αγίου Ισ. Πηλουσιώτη, ΕΠΕ 1, σελ. 7), σε επιστολή του προς τον Θεόφιλο (επιστολή 155), γράφει:
«Αν είσαι ένας από το ποίμνιό μας και υποτάσσεσαι στον καλό ποιμένα, αρνήσου τη φύση και την ομοιότητα με τα θηρία, και ακολούθησε τη φωνή του, που μας προστάζει να μην ορκιζόμαστε καθόλου» (ΕΠΕ 1, σελ. 177).
Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο σπουδαίος αυτός Πατέρας της Εκκλησίας και διδάσκαλος του Ησυχασμού, στο έργο «Δεκάλογος της Κατά Χριστόν νομοθεσίας», ένα έργο στο οποίο ερμηνεύει τις 10 Εντολές υπό το φως του Χριστιανικού Ευαγγελίου, γράφει:
«Γι’ αυτό δεν πρέπει να ορκίζεσαι καθόλου, αλλά να αποφεύγεις τελείως τον όρκο, διότι από τον όρκο προκαλείται η επιορκία και αποξενώνει από τον Θεό και συγκαταλέγει τον επίορκο με τους ανόμους· αλλά αληθεύοντας σε όλα με τους λόγους σου, θα δώσεις βεβαιότητα όρκου» (ΕΠΕ 8, σελ. 491).
Άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, ο πολυγραφότατος άγιος με βίωμά του την Ορθοδοξία, στο έργο του «Χρηστοήθεια Χριστιανών», ένα βαθιά πνευματικό και ταυτόχρονα πρακτικό έργο, γράφει: «Διότι τόσο η Παλαιά και η Νέα Διαθήκη όσοι και οι θείοι Πατέρες απαγορεύουν να κάνει κάποιος όρκο» (σελ. 217).
Και λίγο παρακάτω, εξηγεί:
«Και μολονότι στην Παλαιά Διαθήκη επιτρέπονταν οι αληθινοί και οι νόμιμοι όρκοι λόγω της ατέλειας και της νηπιότητας των Ιουδαίων, και για να μην ορκίζονται στα είδωλα, όπως λέει ο Χρυσόστομος· ‘’Την παλαιά εποχή γι’ αυτό νομοθετήθηκε ο όρκος, για να μην ορκίζονται στα είδωλα’’ (Ομιλία ιζ στο κατά Ματθαίον), στην Νέα Γραφή, όμως, είναι εντελώς απαγορευμένος ο όρκος και ασυγχώρητος, καθώς προστάζει ο Κύριος [..]» (σελ. 217).
Σε σχόλιο που παραθέτει για τον κανόνα 94 της ΣΤ’ Οικουμενικής Συνόδου, στην «συμφωνία του κανόνος», ο άγιος Νικόδημος επαναλαμβάνει τα λόγια του Χριστού:
«Λέγει γαρ ο Κύριος να μη ομνύωμεν παντελώς, και με την ολότητα, ούτε εις τον ουρανόν, ούτε εις την γην, ούτε εις τα Ιεροσόλυμα, ούτε εις την ιδίαν μας κεφαλή, αλλ’ αντί δια κάθε όρκον να λέγωμεν μόνον το , ναι, ναι, και το ου, ου. Ό,τι δε άλλο ειπούμεν παραπάνω από αυτά, είναι εκ του διαβόλου» («Πηδάλιο», σελ. 301).
Μέγας Βασίλειος, άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ο άγιος Νικόδημος, παραθέτει επίσης λόγια του Μ. Βασιλείου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, δύο από των μεγαλύτερων Πατέρων και Ιεραρχών της Εκκλησίας.
Αναφέρει στο έργο του «Χρηστοήθεια Χριστιανών», τα εξής: «Οι θείοι Πατέρες της Εκκλησίας συμφωνώντας με την Παλαιά και τη Νέα Διαθήκη απαγορεύουν τους όρκους. Ο μέγας Βασίλειος στον κθ’ Κανόνα του λέει, ότι είναι εντελώς απαγορευμένος ο όρκος· ‘’Γενικά απαγορεύεται κάθε όρκος’’. Ο θείος Χρυσόστομος λέει· ‘’Όπως ακριβώς υπάρχει εντολή το μη φονεύσεις, αδικήσεις, έτσι και το να μη ορκισθείς’’ (Ερμηνεία στον Ψαλμό, ριη’). Και πάλι· ‘’Μη μου πεις ότι ορκίζεσαι για το δίκαιο, διότι δεν πρέπει ούτε για το δίκαιο ούτε για το άδικο να ορκίζεται κάποιος’’ (Λόγος ιε’ στην Γένεση)· και πάλι ο ίδιος αποδείχνει ότι ο όρκος είναι χειρότερος από τον φόνο και ότι εκείνος που ορκίζεται, ακόμα και αν είναι ζωντανός, θεωρείται ότι είναι πεθαμένος· ‘’Δεν κεντά τόσο πολύ το ξίφος, όσο η φύσις του όρκου· δεν σκοτώνει τόσο το μαχαίρι, όσο η πληγή του όρκου· αυτός που ορκίστηκε, και αν ακόμη φαίνεται ότι ζει, ήδη έχει πεθάνει και δέχτηκε την πληγή’’ (Ανδρ. ιε’)» (σελ. 218).
Και πάλι, από τον 8ο λόγο «Εις τους Ανδριάντας» του Χρυσοστόμου:
«[…] ‘’λοιπόν (μου λέγεις), τι έχει να κάμη τινάς όταν ήναι ανάγκη δια να ομόση’’; Και αποκρίνεται· ‘’όπου είναι παράβασις νόμου, εκεί δεν χωρεί καμία ανάγκη. Και είναι δυνατό (μου λέγει), τελείως να μη ομνύη τινάς; Τι λέγεις;’’. Αποκρίνεται· ‘’Ο Θεός προσέταξε, και συ ερωτάς, αν ήναι δυνατόν να φυλάξης την προσταγήν του;» («Πηδάλιο», σελ. 301, Υποσημείωση 2).
Όπως βλέπουμε, ο Χρυσόστομος δεν αναγνωρίζει καμία ανάγκη όπου θα επιτραπεί ο όρκος, διότι είναι προσταγή του Θεού.
Και πάλι, από την 1η Κατήχηση του Χρυσοστόμου, «Εις τους μέλλοντας φωτισθήναι»:
«Θέλω, λέγω, να εξαλείψω, όχι μόνον τους κακούς και ψεύτικους όρκους, αλλά και τους καλούς και αληθείς· αλλά μου λέγεις, ο δείνα άνθρωπος, ο ενάρετος, ο ιερωμένος, ο σώφρων και ο ευλαβής, ώμοσε και έκαμεν όρκον· εγώ δε και εις τούτο σου αποκρίνομαι· Μη μοι λέγεις πως ο ενάρετος, ο ιερωμένος, ο σώφρων, και ο ευλαβής ώμοσεν, αλλά ανίσως θέλης, ειπέ μου πως αυτός που ώμοσεν, είναι ο Πέτρος, ή ο Παύλος, ή Άγγελος από τον Ουρανόν. Διότι, αν και αυτοί, καθ’ υπόθεσιν, ήναι όπου ώμοσαν, οι τόσον μεγάλοι, εγώ δεν υποστέλλομαι δια την μεγαλειότητά τους. Επειδή και ο νόμος όπου εμποδίζει απλώς τον όρκον, και τον οποίον σας αναγινώσκω εγώ, δεν είναι του Πέτρου, ή του Παύλου, ή των Αγγέλων, και απλώς των συνδούλων, αλλά αυτού του ιδίου του Βασιλέως των απάντων Θεού» («Πηδάλιο», σελ. 301, Υποσημείωση 2).
Σε αυτά τα τελευταία, μπορούμε να δούμε ότι ο ιερός Χρυσόστομος, όπως άλλωστε και η Διδασκαλία της Εκκλησίας, δεν θεωρεί κανέναν ως αλάθητο, όσο άγιος και αν είναι. Διότι, άλλο πράγμα ο βαθμός μετοχής στην αγιότητα του Κυρίου, και διαφορετικό πράγμα το “αλάθητο” που δεν υπάρχει σε κανέναν. Και γίνεται φανερό από την υπόθεση που κάνει ο Χρυσόστομος, ότι ακόμα και αν κάποιος από τους αγίους Αποστόλους ή άγγελος από τον Ουρανό, ορκιστεί, εμείς δεν πρέπει να παρασυρθούμε από την μεγαλειότητά τους, αλλά να πειθαρχήσουμε στην καθαρή εντολή του Θεού.
Τι πρέπει να λένε οι Χριστιανοί αντί των όρκων.
Ο άγιος Νικόδημος συμβουλεύει: «Αποφεύγετε λοιπόν τους όρκους, αδελφοί, διότι οι όρκοι εξαφάνισαν ολόκληρη πόλη, την Ιερουσαλήμ, και εκείνο το πολυάριθμο έθνος των Εβραίων, όπως αποδεικνύει ο Χρυσόστομος (Ανδρ. ιθ’), και διότι οι όρκοι γεννούν τις επιορκίες, δηλαδή τους ψεύτικους όρκους. Αποφεύγοντας τους όρκους, τι να κάνετε; Να συνηθίζετε πάντοτε, όταν έχετε να πείσετε κάποιον για κάποιο πράγμα, να λέτε, ναι, έτσι είναι [..] όπως σας προστάζει ο Κύριος να λέτε· ‘’το ναι σας να είναι ναι και το όχι σας να είναι όχι (Ματθαίος, 5,37). Το ίδιο και ο αδελφόθεος Ιάκωβος· ‘’Ας είναι το ναι σας πραγματικό ναι και το όχι σας πραγματικό όχι’’ (Ιάκωβος 5,12)». («Χρηστοήθεια Χριστιανών», σελ. 219).
Όταν ο όρκος επιβάλλεται από την Πολιτεία, πρέπει να πειθαρχήσει ο πιστός στον Θεό και στην Εκκλησία.
«[…] οι Βασιλείς δεν εκθέτουσι πολλάκις προς το συμφέρον τους νόμους, κατά τον Χρυσόστομον, και ότι, κατ’ αυτούς τους ιδίους Βασιλείς, πρέπει να ακυρώνωνται όλοι εκείνοι οι νόμοι, όπου εναντιώνονται εις τους θείους Κανόνας, και μάλιστα εις τας θείας Γραφάς και τα Ευαγγέλια» («Πηδάλιο», σελ. 302, Υποσημείωση 2).