ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ, ΧΑΟΣ, ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ
Δημ. Πάνος, Φοιτητής Φιλοσοφικής Αθηνών
Αφουγκραζόμαστε διαρκώς τη σύγχρονη κατάσταση των ιδεών, έτσι όπως έχει στους χώρους, όπου εμείς καθημερινά κινούμαστε, στα «στέκια» όπου αφήνουμε ώρες από τη ζωή μας.
Κι η διαπίστωση είναι εκπληκτική και πικρή συνάμα: Εκεί όπου παλιότερα κυριαρχούσαν οι ιδέες των διαφόρων «-ισμών» ή των πολιτικών, παντός χρώματος, ιδεολογιών, εκεί σήμερα επικρατεί η αβεβαιότητα, το χάος και η ψευδαίσθηση.
Χάος και το ένα, χάος και το άλλο, θα πει κανείς. Ο κόσμος μας αλλάζει, τα πολιτικά και ιδεολογικά δεδομένα του παρελθόντος μεταβάλλονται, τείχη και σύνορα πέφτουν. Ζούμε, είπαν κάποιοι, στην εποχή του «τέλους των ιδεολογιών». Ο άνθρωπος, το μόνο που θα κάνει πλέον θα είναι να διεκπεραιώνει τη ζωή του, έτσι ώστε να είναι κατά το δυνατόν «καλύτερη» γι’ αυτόν. Τόσο απλά. Πώς διεκπεραιώνει κανείς τις καθημερινές του υποχρεώσεις, μέσα στη ρουτίνα και τη βιασύνη, στην αναζήτηση της «καλύτερης λύσης»; Έτσι ακριβώς. Χωρίς οράματα κι αγώνες. Η ζωή μας ξεκινά από εδώ και φτάνει ακριβώς στο εδώ. Ούτε βήμα παραπάνω. Αυτή είναι η αλήθεια μας. Με τα ονόματα και τις φωνές που η καθημερινή πρακτική αποκαλύπτει.
Αυτή η αλήθεια, βέβαια, δε λέει τίποτε παραπάνω από ένα μηδέν. Γιατί είναι το τελευταίο στάδιο της κατάρρευσης του δυτικού – υλιστικού προτύπου σκέψης και ζωής· ο οποίος βασίζεται στις δύο κατεξοχήν «αξίες» της εποχής μας: τον ευδαιμονισμό – πλουτισμό και τον καταναλωτισμό. Και που εκφράζεται με όλες ανεξαιρέτως τις πολιτικές προτάσεις της εποχής μας, καθώς και όλες τις παραφυάδες τους, είτε ρατσισμός λέγονται αυτές, είτε οικολογία, είτε οτιδήποτε άλλο. Γιατί όλα, μα όλα, αυτά τα τελευταία καταφύγια ελπίδας του σύγχρονου ανθρώπου, που ψάχνει να βρει κάπου να στηριχτεί, κάπου να νοιώσει ασφάλεια και βεβαιότητα, ξεκινούν από την ίδια κρυφή, αλλά μάταιη ελπίδα: Να φτιάξουν έναν κόσμο εγκόσμιας ευτυχίας, στη λογική του «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν».
Όμως δεν είναι μόνο το ότι ο χώρος των ιδεών βρίσκεται πλέον πιο μετέωρος παρά ποτέ. Είναι κι ο τρόπος, με τον οποίο κάποιοι προσπαθούν να μας επιβάλουν αυτές τις ψευτολύσεις. Τώρα που οι επικοινωνιακές δυνατότητες εκμηδενίζουν το χώρο και το χρόνο, τώρα είναι η ευκαιρία για την ισοπέδωση των διαφορών και την παγκόσμια κυριαρχία της ομοιομορφίας. Τύπος, ραδιόφωνο, τηλεόραση, κινηματογράφος, μουσική κι η λογοτεχνία ακόμη, αγωνίζονται στο όνομα ενός πολιτισμικού ιμπεριαλισμού, της παγκοσμιοποίησης, να κατευθύνουν ολόκληρο τον πλανήτη, και βέβαια εμάς τους νέους πάνω απ’ όλα, προς τη λογική που προαναφέρθηκε· και μάλιστα με τρόπους που ελάχιστα πλέον γίνονται αντιληπτοί και που εξυπηρετούν γιγαντιαία συμφέροντα, φανερά ή μυστικά.
Υπάρχει, ασφαλώς, κι ο πολιτικός οραματισμός, που λέγεται Ενωμένη Ευρώπη. Αλλά και αυτή φαίνεται μετά τη διεύρυνσή της να συγκεντρώνει τρομερές αντιφάσεις και συγκρούσεις. Πόσο ακόμη θα αντέξει μία Ευρώπη αποϊδανικοποιημένη;
Μπροστά στο ερώτημα, όμως, που συσπειρώνει ολόκληρο το νόημα του πρόσκαιρου βίου μας, αυτό το «τί εστιν αλήθεια;» (Ιωάν. ιη΄ 38), τα πρόσωπα αρχίζουν να σοβαρεύουν, το γέλιο να παγώνει, το μυαλό να δουλεύει, η καρδιά να χτυπά έντονα. Όσο κι αν θα το θέλαμε, κανένα νοητικό κατασκεύασμα, καμιά ιδεολογία ή πρακτική δεν μπορεί να δώσει μόνιμη απάντηση στην εναγώνια αναζήτηση του αληθινού, αυτού που γεμίζει και νοηματοδοτεί. Εκεί που οι άνθρωποι αποτυγχάνουν, εκεί όπου οι ιδέες και οι θεωρίες μένουν ξεκρέμαστες, χρειάζεται κάτι το υπέρτερο να μιλήσει, να προτείνει, να προσφέρει βεβαιότητα, απαντοχή. Χρειάζεται κάτι που θα υπερβαίνει τα όρια του «εδώ», τα οποία μόνο ψεύτικες και παραπλανητικές απαντήσεις μπορούν να δώσουν· χρειάζεται και ο ίδιος ο άνθρωπος να στραφεί πέρα από όλα αυτά, που θέλουν να αποφασίζουν για λογαριασμό του.
Στις μέρες μας δεν είναι λίγοι εκείνοι, που προσπαθούν να ξεριζώσουν και την τελευταία ελπίδα, που απομένει: την Ορθόδοξη πίστη. Αυτήν την πίστη, που (παρά τις αδυναμίες – χτυπητές κάποτε και πασίγνωστες – των ανθρώπων που προσπαθούμε να τη ζήσουμε) κρατά, χάρη στη δύναμη Αυτού που είναι η αποκάλυψη της αλήθειας, ακέραια όλη τη ζωντάνια και το βάθος του μηνύματος της, εκεί όπου η ασάφεια και η θολούρα κυριαρχούν. Θα μπορούσε να πει κανείς πολλά για το διάλογο της Ορθοδοξίας με τις ιδεολογίες «του αιώνος τούτου». Ίσως να μην είναι απαραίτητο· ίσως να αρκούν οι απτές αποδείξεις που υπάρχουν για το ρόλο που η Ορθοδοξία μπορεί να παίξει μέσα στο χάος των σύγχρονων αναζητήσεων. Δεν είναι τυχαία, άλλωστε η στροφή λαών ολόκληρων στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και χιλιάδων ειλικρινών αναζητητών της αλήθειας στη Δυτική Ευρώπη, προς την Ορθοδοξία, προς την αλήθεια. Ούτε είναι τυχαία η βίωση αυτής της αλήθειας από τις τόσες άγιες μορφές, που και σήμερα αναδεικνύει η Εκκλησία μας.
Όσο όμως εμείς θα κρατούμε αυτή την αλήθεια – την πραγματική λύση και ελπίδα – καταχωνιασμένη ανάμεσα στα σύνορα της εγωκεντρικής μας αυτάρκειας και της παγωμένης αγωνιστικότητας, τόσο άλλες «αλήθειες» θα κερδίζουν το ενδιαφέρον της πλειοψηφίας γύρω μας. Η Αλήθεια όμως δεν είναι ούτε ιδέα, ούτε προπαγάνδα, ούτε σχήμα ή σύστημα. Είναι πάνω απ’ όλα γνώση και βίωμα, πράξη και προσφορά. Σε πείσμα όλων των άλλων, η Ορθόδοξη πρόταση είναι παρούσα, ακμαία, δυναμική: Είναι το μόνο όνομα της Αλήθειας.