Γράφει η Μαίρη Καρά
Κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου του 1940 και συγκεκριμένα κατά την ΙΤΑΛΙΚΗ κατοχή, σε κάποιο νησί του Ιονίου η ομάδα Κατοχής των Ιταλών είχε επιτάξει το Δημαρχείο, που βρισκόταν στην κεντρική πλατεία και το είχε μετατρέψει σε αρχηγείο της.
Όπως συνέχισαν να κάνουμε μετά και οι Γερμανοί σύμμαχοί τους. Ο επικεφαλής της ομάδας Κατοχής Ιταλός Αξιωματικός είχε θρονιαστεί στο γραφείο του Δημάρχου κι απ’ το παράθυρό του απολάμβανε την θέα προς την πλατεία του νησιού. Τι παρακολουθούσε άραγε αφού όλοι οι νησιώτες ήταν κλεισμένοι στα σπίτια τους, γιατί δεν ήθελαν να τους βλέπουν; Εκείνος όμως είχε βάλει στο μάτι μια εντυπωσιακή Εκκλησία, που βρισκόταν στο κέντρο της πλατείας. Δίπλα στην Εκκλησία υπήρχε και ένα πανύψηλο καμπαναριό, με ένα περίτεχνο ρολόι στη μέση της κορυφής του. Μάταια όμως περίμενε ο Ιταλός Αξιωματικός να το ακούσει να χτυπάει, αφού δεν είχε λάδι. Η περιέργειά του τον παρακίνησε να καλέσει τον Δήμαρχο. Κι όταν ο Δήμαρχος παρουσιάστηκε, ο Ιταλός τον ρώτησε: – Γιατί αφού έχετε μια τόσο όμορφη εκκλησία και πανύψηλο καμπαναριό, το ρολόι του δεν χτυπάει;” – Το ρολόι σταμάτησε να χτυπάει εδώ και πολύ καιρό, γιατί δεν έχουμε λάδι, για να λαδώσουμε τα γρανάζια του” απάντησε ο Δήμαρχος με κάθε ειλικρίνεια.
Ο Ιταλός αισθάνθηκε σαν χρέος του να αποκαταστήσει την βλάβη. Και χωρίς δεύτερη σκέψη πρόσφερε στον Δήμαρχο έναν τενεκέ 12 λίτρων παρθένο ιταλικό ελαιόλαδο, έτσι ώστε να λαδωθούν τα γρανάζια και να δει το ρολόι να δουλεύει και πάλι και να ακούσει την καμπάνα, να χτυπάει ρυθμικά την ώρα. Ο Δήμαρχος ευχαριστημένος παρέλαβε το λάδι κι αφού ευχαρίστησε τον Ιταλό αξιωματικό υποσχέθηκε πως θα φροντίσει, ώστε το ρολόι να ξαναχτυπήσει σύντομα. Πήρε λοιπόν το λάδι ο Δήμαρχος και το ίδιο βράδυ κάλεσε στο σπίτι του τον ταμία του Δημοτικού Συμβουλίου και του έδωσε μια νταμιτζάνα με 6 λίτρα παρθένο ιταλικό ελαιόλαδο, λέγοντας του ότι “ο Ιταλός Αξιωματικός ενδιαφέρεται να δει το ρολόι να δουλεύει και πάλι και πρέπει το λάδι να φτάσει στα χέρια του συντηρητή του ρολογιού”. Το άλλο πρωί ο Ταμίας πήγε στην Εκκλησία του νησιού να βρει τον Παπά. Στα χέρια του κρατούσε ένα μπουκάλι με 3 λίτρα ιταλικό ελαιόλαδο. – Πάτερ μου εσύ που είσαι υπεύθυνος της Εκκλησίας και του ρολογιού, είναι δική σου υποχρέωση να φροντίσεις, το λάδι να φτάσει στα χέρια του συντηρητή του ρολογιού, για να λαδωθούν τα γρανάζια του, όπως επιθυμεί ο Ιταλός Αξιωματικός. Ο παπάς πήρε το λάδι από τον Ταμία ευχαριστημένος και το ίδιο μεσημέρι φώναξε το νεωκόρο στο γραφείο του. – Η επιθυμία του Ιταλού Αξιωματικού είναι να δει να δουλεύει πάλι το ρολόι μας. Γι’ αυτό τον λόγο μας προσφέρει 1 λίτρο παρθένο ιταλικό ελαιόλαδο. Σε παρακαλώ να πας το λάδι στον συντηρητή του ρολογιού και να του πεις να πιάσει αμέσως δουλειά και να αρχίσει να λαδώνει το ρολόι, του είπε.
Ο νεωκόρος έφυγε αμέσως, για να εκτελέσει την εντολή του Παπά. Αμέσως πήγε και χτύπησε την πόρτα του συντηρητή του ρολογιού κι αφού του εξιστόρησε όσα είχαν συμβεί, του έδωσε ένα μπουκαλάκι με 200 γραμμάρια παρθένο ιταλικό ελαιόλαδο και του ζήτησε να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατό να λαδώνει το ρολόι, για να μην δυσαρεστηθεί ο Ιταλός Αξιωματικός. Ο συντηρητής του ρολογιού όταν έμεινε μόνος, κοίταξε με δέος το πολύτιμο περιεχόμενο του μικρού μπουκαλιού. Η πρώτη του σκέψη ήταν πόσο νόστιμες θα έκανε τις λαχανίδες, που επί μήνες έτρωγε αυτός και η οικογένειά του… πόσο καλό θα έκανε στο παιδιά του λίγο λάδι, που τους είχε ξεραθεί ο οισοφάγος απ’ την μπομπότα. Φοβόταν όμως και την αντίδραση του Ιταλού Αξιωματικού, αν δεν έκανε αυτό που τον είχε προστάξει μέσω του νεωκόρου, μιας και τους άλλους κρίκους της αλυσίδας τους αγνοούσε! Γι αυτό αμέσως έπιασε δουλειά και το ίδιο απόγευμα το ρολόι ξαναχτύπησε έξι φορές. Οι νησιώτες σταυροκοπήθηκαν νομίζοντας πως κάποιος είχε πεθάνει «ζωή σε λόγου μας», έλεγαν όπως συνηθιζόταν. Αργότερα όμως όταν τους μάζεψε ο Παπάς στην Εκκλησία για τον Εσπερινό, τον άκουσαν να τους εξηγεί: – Συγχωριανοί σας κάλεσα, για να σας ενημερώσω πως ο Ιταλός Αξιωματικός μας πρόσφερε παρθένο ιταλικό ελαιόλαδο, για να διορθωθεί η βλάβη και να μπει ξανά το ρολόι σε λειτουργία. Γι αυτό κι εμείς πρέπει να είμαστε ευγνώμονες, που ο Κύριος αν και περνάμε δύσκολες στιγμές στην μέση ενός φριχτού πολέμου, μας έστειλε εδώ αυτόν τον μεγαλόψυχο Ιταλό”.
Όπως ήταν φυσικό όλοι αναστέναξαν με ανακούφιση. Μα το ρολόι στην πλατεία σταμάτησε να δουλεύει μετά από μια εβδομάδα. Ο Ιταλός Αξιωματικός θυμωμένος διέταξε να εκτελέσουν τον συντηρητή του καμπαναριού. Έτσι ο Έλληνας συντηρητής εκτελέστηκε μπροστά στον τοίχο του καμπαναριού, παρουσία του Δημάρχου, του Ταμία, του Παπά του νεωκόρου και των κατοίκων του νησιού για παραδειγματισμό! Κανένας δεν είχε το θάρρος να παραδεχτεί την συμμετοχή του στην αφαίρεση του λαδιού κι άφησαν τον καημένο τον συντηρητή να πληρώσει με την ζωή του, για την δική τους πονηριά. Τότε βέβαια υπήρχε η δικαιολογία της μεγάλης και άδικης ΠΕΙΝΑΣ… Το 1940 οι Γερμανοί μας κατέκτησαν με τα ΤΑΝΚΣ και σήμερα μας έχουν υποδουλώσει με τα ΜΠΑΝΚΣ! Ποια η διαφορά για τον λαό, που πάντα αυτός πληρώνει τα σπασμένα;
Ποια δικαιολογία υπάρχει για το “λάδι” που μας στερούν οι ευρωπαίοι “σύμμαχοί” μας, για να συντηρούν τις Τράπεζές τους; ΚΑΤΟΧΗ τότε, Κατοχή και τώρα. ΠΕΙΝΑ τότε πείνα και τώρα. Στημένη ΕΠΙΘΕΣΗ τότε, στημένη ΚΡΙΣΗ τώρα. Πότε θα χορτάσουν ΕΥΡΑ οι αδηφάγοι Γερμανοί; Πότε θα σταματήσουν να ζηλοφθονούν τον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ; Πότε θα χτυπήσει η καμπάνα της τιμωρίας και για τους ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΜΑΣ;