π. Ανδρέα Αγαθοκλέους:Δεν είναι λίγες οι φορές που χωρίς σωματική εργασία το σώμα γίνεται κατάκοπο. Φαίνεται, έτσι, η στενή σχέση ψυχής – σώματος και η ψυχοσωματική υπόσταση του ανθρώπου.
Οι λογισμοί, αν και καθαρά πνευματική εργασία μπορούν να γίνουν αιτία για μια κούραση που διαλύει το σώμα, αδρανοποιώντας το για οποιανδήποτε άλλη εργασία.
Ο κάθε άνθρωπος, ως εικόνα Θεού, έχει τη δυνατότητα να κάνει ποικίλους, πολλούς και γρήγορους λογισμούς. Ο νους μπορεί να γεμίσει με λογισμούς ή να εμμένει σ’ ένα λογισμό, αλλά δεν είναι δυνατό να είναι άδειος από λογισμούς. Η ενασχόληση μαζί τους γίνεται, πολλές φορές, κουραστική και λόγος αναστάτωσης, καθώς και η προσπάθεια να μην γίνονται λογισμοί. Όπως π.χ. ένα κλειστό δωμάτιο με ατμόσφαιρα άσχημη δεν μπορεί να καθαρίσει παρά μόνο αν ανοικτεί και αντικατασταθεί με καθαρό αέρα, έτσι και οι άσχημοι λογισμοί αν αντικατασταθούν με καλούς λογισμούς ή με τη νοερά προσευχή, μπορούν να φέρουν ηρεμία στην ψυχή.
Η Ορθόδοξη παράδοση, όπως την παραλάβαμε από παλαιότερους/ες και σύγχρονους/νες πατέρες και μητέρες μας λέει ότι η ουσία της πνευματικής ζωής και η όλη θεραπευτική αγωγή συνίσταται στον έλεγχο των λογισμών. Γιατί απ’ εκεί πηγάζουν οι καλές ή κακές επιθυμίες, η αμαρτία ως απομάκρυνση από το Θεό και η αγιότητα ως πόθος ενώσεως με το Θεό.
Φαίνεται πως οι σημερινοί χριστιανοί, κληρικοί και λαϊκοί, αγνοούμε αυτή τη δυναμική τής παράδοσής μας, γι’ αυτό και ταλαιπωρούμαστε στο να μην κάνουμε την αμαρτία ή στο να διώξουμε τους λογισμούς με τρόπο που μοιάζει «κτυπήματα στον αέρα».
Σε τελευταία ανάλυση, αν ο αγώνας μας γίνεται με αρνητική διάθεση ως προς την αμαρτία χωρίς τη θετική κατάθεση της σχέσης με το Θεό, μάλλον κούραση θα φέρει αντί ανάπαυση. Δηλαδή: πιο εύκολα παραμερίζεται η αμαρτία με το να δώσουμε έμφαση στην προσευχή ως συνάντηση με το Χριστό, στη μελέτη ως δυνατότητα γνώσης και στην όλη ασκητική προσπάθεια ως ευκαιρία απόλαυσης της αγάπης του Θεού, παρά με το να παλεύουμε κατά πρόσωπο με την αμαρτία είτε ως λογισμός είτε ως επιθυμία είτε ως πράξη.
Η εποχή μας, παρ’ όλες τις ανέσεις της, χαρακτηρίζεται από ψυχική κούραση. Ακόμα και η ξεκούραση κουράζει… Ας μην γίνεται η πνευματική ζωή ένα ακόμη βάρος, εκεί που θα έπρεπε να γίνεται το μέσο για όντως ξεκούραση, ανανέωση, ζωή.
Η Εκκλησία μας ξέρει τον τρόπο γι’ αυτή την αληθινή εμπειρία της νέας ζωής. Ας το μάθουμε με τη μελέτη των Πατέρων και ας μαθητεύσουμε «παρά τους πόδας» των σύγχρονων Πατέρων που το γνωρίζουν στην πράξη. Τότε θα χαιρόμαστε το δώρο τού να ζει κανείς χριστιανικά, να μπορεί να ξεκουράζεται μέσα από την κόπωση της ζωής και να απολαμβάνει την ομορφιά της παρουσίας μέσα του τού Κυρίου και Θεού του.