Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ όταν δουλεύουμε, όταν σπουδάζουμε, όταν παντρευόμαστε, όταν απλά πορευόμαστε στη ζωή τι είναι αυτό στο οποίο σκοπεύουμε; Ποια είναι η αξία της ζωής μας; Οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, θεωρούμε την ευτυχία σκοπό της ζωής μας. Πώς όμως εννοεί ο κόσμος μας σήμερα την έννοια της ευτυχίας και πως διαχρονικά η ορθόδοξη παράδοση;
Συνήθως με την ευτυχία ορίζουμε την δημιουργία οικογένειας, την ύπαρξη της αγάπης και της φιλίας στη ζωή μας. Οι περισσότεροι πάντως, πιστεύουμε ότι ζούμε μια ζωή με σκοπό να κάνουμε πράγματα, τα οποία μας «γεμίζουν» και να περνάμε όσο γίνεται καλύτερα. Μήπως τελικά το «περνάω καλά» είναι μια αυταπάτη;
Κατά γενική ομολογία θεωρούμε ότι η ζωή μας αποκτά αξία και ευημερία, όταν αυτή γίνεται άνετη και πλαισιώνεται με πολλά υλικά αγαθά, χρήματα, ταξίδια και διασκεδάσεις. Τελικά όμως, βλέπουμε ότι παρά την παρουσία όλων αυτών στη ζωή μας, τα οποία μας δίνουν όντως κάποια πρόσκαιρη ευχαρίστηση, η ψυχή μας παραμένει άδεια… Άλλωστε, όπως έγραφε και ένα σύνθημα στον τοίχο: «Η ευτυχία γράφεται με ‘’ε’’ και όχι με ‘’€’’»… Από την άλλη πλευρά πάλι, ούτε ένα φιλοσοφικό ή κοινωνικό σύστημα μπορεί να γεμίσει ψυχικά έναν άνθρωπο, όταν αυτό το σύστημα βγάζει από την κοινωνία τον Θεό.
Παράλληλα με την ματαιότητα αυτού του τρόπου ζωής, από μικροί μεγαλώνουμε με το άγχος της προσωπικής μας ολοκλήρωσης, αυτοπραγμάτωσης και κοινωνικής αναγνώρισης, να γίνουμε δηλαδή κάποιοι σπουδαίοι, που μας επέβαλε ο δυτικός τρόπος ζωής και η δυτική ψυχολογία του 20ου αιώνα μέσω του Μάσλοου. Ένας τρόπος ζωής ξένος με την παράδοσή μας. Ένας τρόπος ζωής που μας πρότεινε ότι τελικά δεν χρειάζεται ένας άνθρωπος τον Θεό για να είναι ευτυχής και ολοκληρωμένος.
Ζούμε σήμερα μ’ έναν τρόπο σαν να πιστεύουμε ότι η ύπαρξή μας θα τελειώσει στον μάταιο αυτό κόσμο, σαν να μην έχει συνέχεια η ψυχή μας. Γι’ αυτό και προσπαθούμε να «προλάβουμε» να γεμίσουμε τη ζωή μας με όλο και περισσότερες απολαύσεις. Αυτό είναι και το σημείο – κλειδί του θέματος που εξετάζουμε. Ως χριστιανοί, πιστεύουμε στην ανάσταση και ελπίζουμε στην συνέχεια και σωτηρία της ψυχής μας, δίνοντας έτσι ουσία στον υπαρξιακό μας προσανατολισμό.
Η ορθόδοξή μας παράδοση λοιπόν, μας δίδαξε ότι η ευτυχία του ανθρώπου πηγάζει από την προσωπική και καρδιακή του σχέση με τον Θεό. Οι παλιότεροι έλεγαν για ό,τι κάνουμε, «στο Θεό να αρέσει», γι’ αυτό και οι παλαιότερες γενιές ζούσαν πιο φυσιολογικά από τη δική μας.
Οι Αγιορείτες μοναχοί εύχονται στους προσκυνητές για οτιδήποτε έρχεται στη ζωή τους, «να είναι ευλογημένο». Πραγματικά παραδίνονται στο θέλημα του Θεού και θεωρούν ευλογία κάθε «επίσκεψη» του Θεού στη ζωή τους, ακόμα κι αν αυτό είναι μια ανίατη ασθένεια. Αυτό συμβαίνει ως απόρροια αυτής της σχέσης αγάπης με τον Θεό, γνωρίζοντας ότι αυτό που φέρνει το θέλημα Του είναι προς το συμφέρον του ανθρώπου. Μας δείχνουν λοιπόν οι Αγιορείτες πως μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι, παρά τις θλίψεις, αρκεί να μάθουμε να υπομένουμε και να περιμένουμε, όταν νομίζουμε ότι ο Θεός δεν μας ανταποκρίνεται. Μας δείχνουν επίσης, ότι η ευτυχία βρίσκεται στην απλότητα και την ψυχική ηρεμία.
Ευτυχής είναι ο μακάριος και στους Μακαρισμούς (Ματθ. ε’ 3-11) ο Χριστός μάς έδειξε ποιοί είναι οι μακάριοι. «…Μακάριοι είναι οι πτωχοί τω πνεύματι, οι πενθούντες, οι πραείς, οι διψώντες την δικαιοσύνην, οι ελεήμονες, οι καθαροί τη καρδία, οι ειρηνοποιοί…». Στον πρώτο ψαλμό διαβάζουμε «μακάριος ανήρ, ός ούκ επορεύθη εν βουλή ασεβών και εν οδώ αμαρτωλών ούκ έστη…».
Σύμφωνα με τον Άγιο Νεκτάριο, «τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο απ’ την καθαρή καρδιά, γιατί μια τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος του Θεού». Ένας άνθρωπος με καθαρή καρδιά «βλέπει» παντού τον Θεό και εξηγεί πνευματικά όσα συμβαίνουν στη ζωή του, γι’ αυτό και δεν απογοητεύεται στις θλίψεις. Μια τέτοια καρδιά πραγματικά καλλιεργεί την αγάπη και κρατάει καλή και καθαρή τη συνείδηση του ανθρώπου. Και η καθαρή συνείδηση είναι και αυτή μια βασική πηγή ευτυχίας. Πραγματικά, πόση χαρά νιώθει ένας χριστιανός όταν εκφράζει μια ειλικρινή συγγνώμη σε κάποιον που έβλαψε;
Σκοπός της ζωής του χριστιανού, σύμφωνα με τον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, είναι να λάβει το Άγιον Πνεύμα και «ο καρπός του Πνεύματος (Προς Γαλάτας Επιστ. Απ. Παύλου, κεφ. ε’ – στιχ. 22-23) είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια…».
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος μάς δίδαξε ότι «όταν ο άνθρωπος προσεγγίζει αυτόν τον κόσμο μέσα από τον τρόπο ζωής του, η αγάπη για τα υλικά πράγματα ριζώνει μέσα του και ταράζεται συνεχώς λόγω της φροντίδας για αυτά». Ο Άγιος Νείλος ο Μυροβλύτης και Αγιορείτης, προφητεύοντας για την εποχή μας πριν μερικούς αιώνες, είπε ότι «η εργασία του αντιχρίστου θα είναι η υπερβολική μέριμνα των αναγκών του κόσμου, ο θυσαυρισμός και η πλεονεξία».
Στον Θεό λοιπόν πρέπει να αρέσουμε και λιγότερο στους ανθρώπους. Αυτό πρέπει να προσπαθήσουμε να θέσουμε ως σκοπό της ζωής μας, αρκεί να κατανοήσουμε ότι η σχέση αυτή δεν μπορεί να αναπτυχθεί περαιτέρω εφόσον από τη μια υπάρχει το καθαρό (ο Θεός) και από την άλλη το ακάθαρτο (εμείς – ο αμαρτωλός άνθρωπος). Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, αυτό είναι αδύνατο να συμβεί, δηλαδή να ενωθεί το καθαρό με το ακάθαρτο. Γι’ αυτό έχει και αξία ο αγώνας της μετανοίας μας, της νήψης και της κάθαρσης από τα πάθη μέσα από τις διδαχές της πατερικής παράδοσης και από την ευχαριστιακή συμμετοχή μας στα μυστήρια. Η πνευματική υγεία είναι αυτή που γεμίζει με χαρά και πληρότητα την ψυχή του ανθρώπου και τα κατάλληλα «πνευματικά φάρμακα» τα δίνει ο πνευματικός – ιερέας με το μυστήριο της εξομολόγησης.
Ένας άλλος πνευματικός κανόνας είναι ότι η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό δεν μπορεί να υφίσταται μέσω μιας άνετης ζωής, αλλά αντίθετα μέσω της σταυρικής και «τεθλιμμένης» οδού του ανθρώπινου βίου, όπως άλλωστε μας έδειξε ο Κύριος. Το γεγονός ότι, ως άνθρωποι τις τελευταίες δεκαετίες, ζούμε τον πιο άνετο και πολυτελή βίο στην ανθρώπινη ιστορία, αυτό μας έχει απομακρύνει καρδιακά από τον Θεό. Γι’ αυτό και στην αντισταυρική εποχή που ζούμε, έχουμε τους λιγότερους αγίους. Ο Θεός δεν θέλει τον άνθρωπο δυστυχή, αλλά μέσα από τη δυσκολία και την χαρμολύπη μπορεί ένας άνθρωπος να κατανοήσει καλύτερα και να προσεγγίσει τον Θεό. Η προσέγγιση αυτή δεν μπορεί να είναι επιφανειακή, αλλά αποτελεί εσωτερικό βίωμα για τον δοκιμαζόμενο άνθρωπο.
Άλλωστε, στον Χριστιανισμό και την ορθόδοξη παράδοση, η έννοια της ευτυχίας δεν νοείται μέσα από την πραγματοποίηση των προσωπικών επιθυμιών, αλλά μέσα από την τήρηση του θελήματος του Θεού και των εντολών του Χριστού. Δηλαδή κυρίως την αγάπη στον Θεό και στον πλησίον. Αυτή η υπακοή στις εντολές του Θεού ουσιαστικά ελευθερώνει τον άνθρωπο.
Ο ανανεωμένος, μέσα από τη σχέση αυτή με τον Θεό, άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι η ζωή του αποκτά άλλη αξία, οι υπαρξιακές του δυνατότητες διευρύνονται, όπως επίσης, ο ορίζοντας των ενδιαφερόντων του. Πλέον, συνειδητοποιεί ότι τα υλικά αγαθά (πλούτη, αυτοκίνητα κ.τ.λ.) δεν τον εκφράζουν, δεν έχουν σημασία. Αποκτά μια περισσότερο αισιόδοξη αντίληψη για την ζωή και θέτει πλέον σε προτεραιότητα πνευματικές αξίες, που προηγουμένως είτε υποτιμούσε, είτε αγνοούσε.
Οι άγιοι γέροντες, που διδασκόμαστε από τον βίο τους, παρά τις πολλές ασθένειες και θλίψεις της ζωής τους, ήταν αληθινά ευτυχισμένοι, τηρώντας τον λόγο του Απ. Παύλου «Καυχώμεθα εν ταις θλίψεσιν, ειδότες ότι η θλίψις υπομονήν κατεργάζεται, η δε υπομονή δοκιμήν, η δε δοκιμή ελπίδα» (Ρωμ. ε’, 3-4). Πάνω απ’ όλα μας διδάσκουν σήμερα ότι οι πολλές μέριμνες του βίου μας δεν πρέπει να μας απομακρύνουν από τον πραγματικό μας προορισμό και ανώτερο σκοπό (ως κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού δημιουργημένοι), να πλησιάσουμε δηλαδή τον Θεό και να ζήσουμε σε κοινωνία αγάπης μαζί Του.
Του συνεργάτη του agioritikovima.gr Χρήστου Πιτσίλκα, μεταπτυχ. φοιτητή Θεολογίας *
*(Σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοση, Θεολόγοι χαρακτηρίζονται οι θεόπτες, αυτοί που αισθάνονται και βιώνουν τον Θεό, μέσα από τις αγιοπνευματικές εμπειρίες τους και τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Μόνο αυτοί μπορούν να μιλήσουν με ασφαλή τρόπο για τον Θεό. Όλοι οι άλλοι που απλά ασχολούμαστε με την επιστήμη της Θεολογίας, δεν αξίζουμε τον τίτλο του Θεολόγου).