Του π. Δημητρίου Μπόκου
Ο προκεχωρημένος λόχος είχε στρατοπεδεύσει σε μια ψηλή απόμερη πλαγιά. Ο π. Αλέξιος, στρατιωτικός ιερέας, θέλησε να συμπαρασταθεί στους στρατιώτες και να τους προετοιμάσει. Το χιόνι έπεφτε πυκνό. Στα δυό μέτρα δεν ξεχώριζες άνθρωπο.
– Πού θα πας, παπούλη; Θα χαθείς μες στα χιόνια, είπε ο συνταγματάρχης.
– Έχω την Παναγιά μαζί μου, απάντησε ο ιερέας και έβγαλε από την τσέπη του μια εικόνα της Παναγίας. Αύριο τα παιδιά θα ριχτούν στη μάχη. Πρέπει να πάω.
Μέσα από δύσβατα μονοπάτια κατάφερε κάποτε να φτάσει. Οι στρατιώτες και ο λοχαγός ενθουσιάστηκαν με την άφιξή του και θαύμασαν την πίστη του. Στην απορία τους πως τα κατάφερε, τους είπε:
– Η Παναγία με προστάτευσε.
Ο λόχος συγκεντρώθηκε. Ο ιερέας τους μίλησε με αγάπη, τους ενδυνάμωσε. Τούς προετοίμασε για την αυριανή Θεία Λειτουργία.
– Να λειτουργήσουμε στο ξέφωτο, λέει στον λοχαγό. Εκεί θα είμαστε ασφαλείς.
Ο αξιωματικός τρόμαξε.
– Όχι, πάτερ μου, θα γίνουμε στόχος στα αεροπλάνα. Είναι πολύ επικίνδυνο. Να μείνουμε εδώ, κάτω απ’ τα δέντρα, ανάμεσα στ’ αντίσκηνα.
Όμως παράξενο, ο π. Αλέξιος δεν υποχώρησε. Άρχισε η Θεία Λειτουργία. Πλησίαζε στο τέλος της, όταν φάνηκε στον ορίζοντα ένα σμήνος από εχθρικά αεροπλάνα.
– Θεέ μου, προσευχήθηκε μυστικά ο ιερέας. Πρόλαβε το κακό. Μην πάρω στο λαιμό μου τόσα παλικάρια.
Τα αεροπλάνα έφτασαν κι άρχισαν να βομβαρδίζουν με μανία. Οι βόμβες έπεφταν στα δέντρα πάνω απ’ τα αντίσκηνα. Στο ξέφωτο απλώθηκε ένα λευκό σύννεφο που σκέπασε τα πάντα.
Την αγωνία διαδέχεται η χαρά. Ολόκληρος ο λόχος γονατιστός προσεύχεται πάνω στο χιόνι. Ευχαριστεί για την ανέλπιστη σωτηρία του. Τα αεροπλάνα φεύγουν, η Λειτουργία συνεχίζεται. Τα παλικάρια πλησιάζουν και κοινωνούν γεμάτα ευγνωμοσύνη για τον Θεό και την Παναγία (διασκευή από το περιοδ. «Η Ζωή του Παιδιού»).
Οι Χριστιανοί πάντα θεωρούσαν την Παναγία σκέπη του κόσμου. Η Εκκλησία έχει ειδική εορτή της Αγίας Σκέπης (1η Οκτωβρίου), για να θυμάται το γεγονός της εμφανίσεως της Παναγίας στον ναό των Βλαχερνών, όπου εν ώρα Θείας Λειτουργίας, μπροστά στα μάτια του «διά Χριστόν σαλού» αγίου Ανδρέα, άπλωσε πάνω από τον λαό το φωτεινό πέπλο της, για να δείξει ότι σκέπει τους ανθρώπους που την επικαλούνται.
[irp posts=”379971″ name=”28 Οκτωβρίου: Οι Εμφανίσεις της Παναγίας το 1940″]
Ιδιαιτέρως πολλά θαυμαστά γεγονότα κατά τον πόλεμο του ’40, σαν αυτό που προαναφέρθηκε, έδωσαν στο έθνος ολόκληρο την αίσθηση, ότι η Παναγία δεν εγκατέλειψε τον πιστό της λαό, αλλά συνεχίζει να τον σκεπάζει «από πάσης προσβολής εναντίων». Η διαπίστωση αυτή ώθησε την Εκκλησία να μεταφέρει την εορτή της Αγίας Σκέπης από την 1η στην 28η Οκτωβρίου (ημέρα της εθνικής εορτής).
Βέβαια ο «πιστός λαός» της Παναγίας δεν ταυτίζεται με ένα συγκεκριμένο έθνος. Περιλαμβάνει τα εγκατεσπαρμένα σε όλα τα έθνη της γης πιστά τέκνα της. Ακόμα κι αν ανήκουν σε αντίπαλα στρατόπεδα. Εκείνη τα σκεπάζει και τα σώζει, εφ’ όσον και αυτά την αναγνωρίζουν ως μητέρα τους.
Πως μπόρεσε όμως η Παναγία να γίνει σκέπη όλου του κόσμου;
Επειδή η καρδιά της, γεμάτη από ευγνωμοσύνη προς τον Θεό που «επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού» (Λουκ. 1, 48) και που την επέλεξε για μητέρα του Υιού Του, γέμισε και από αγάπη. Αγάπη γι’ Αυτόν που γέννησε, αλλά και για όλα τα πλάσματά Του. Ο Θεός την υπερύψωσε επειδή υπήρξε πάντοτε η ταπεινή δούλη Του (πρβλ. Ιακ. 4, 6).
Έτσι η μητρική της καρδιά επλάτυνε. Έγινε Πλατυτέρα των ουρανών. Αγκάλιασε τους πάντες. Χώρεσε μέσα της την κτίση ολόκληρη. Έγινε σκέπη όλου του κόσμου. Μπορεί να τρέχει οπουδήποτε την καλεί το κάθε παιδί της.
Δεν θα μπορούσε να ’ναι και για μας προστασία η Παναγία; Κι αντί να την καλούμε μόνο στην ώρα της ανάγκης μας, δεν θα ’ταν σωστότερο να ζούμε κάθε στιγμή με τον τρόπο που θα ’θελε εκείνη; Αν τη θέλουμε για μητέρα μας, δεν πρέπει να την κάνουμε να καμαρώνει κι εκείνη λίγο για τα παιδιά της;
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 363, Ὀκτ. 2013)