Μαρτυρία π. Σ.: «Όταν ήμουν εννέα χρόνων παιδί, στις 29-5-1962, έπαιζα με άλλα παιδιά και ξαφνικά ένα με χτύπησε πολύ δυνατά.
»Έχασα την συνείδησή μου. Μετά είδα ότι ή ψυχή μου βγήκε από τον σώμα και ξεκίνησε να πάη προς μία κατεύθυνση πού εκεί ήταν πολύ σκοτάδι. Αιφνιδίως παρουσιάστηκε ένας “Άγγελος φωτεινός, με κράτησε στην αγκαλιά του και έτσι όπως τον κρατούσα και εγώ, ξεκίνησε να πετά προς τα πάνω με μεγάλη ταχύτητα.
»Στην πορεία μας έβλεπα τα τελώνια τον ένα πάνω από τον άλλο, και τούς δαίμονες να κάθονται εκεί, αλλά εμείς περνούσαμε από μακριά και με μεγάλη ταχύτητα.
»Μάς σταμάτησαν στο τελευταίο τελώνιο, γιατί είχα κλέψει τον στυλό ενός συμμαθητή μου. Αλλά ό Άγγελος είπε: “Τον πηγαίνω στον Κύριο” και συνεχίσαμε. Φθάσαμε σ’ ένα μέρος όπου από πάνω ξεχυνόταν πολύ δυνατό φώς και μπορούσα να βλέπω μόνο προς τα κάτω. Ό Άγγελος στάθηκε λίγο πιο πάνω και είπε: “Κύριε, αυτός είναι ακόμα πολύ μικρός”. Τότε άκουσα μια γλυκιά και ωραιότατη φωνή να απαντά στον Άγγελο: “Αυτός θα με διακονήσει”.
«Αμέσως ό Άγγελος με πήρε και άρχισα με να πετάμε πάλι προς τα κάτω πολύ γρήγορα. Με πήγε στο Νοσοκομείο, όπου βρισκόταν τον σώμα μου και τον έβλεπα. Ό Άγγελος με άφησε χωρίς να πήγε τίποτε και έφυγε.
»Έπειτα συνήλθα και σχεδόν αμέσως ξέχασα τον συμβάν. Το θυμήθηκα όμως πολύ καλά όταν έγινα μοναχός τον 1995 (μετά από τριάντα τρία χρόνια) και είχα αποφασίσει να λάβω και την ιεροσύνη.
«Νομίζω ότι ό Θεός τον είχε θάψει στην μνήμη μου για να εκδηλωθεί ελεύθερα ή βούληση και ή επιλογή στην κλήση μου».
ΒΙΒΛ. ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΟΣΜΟ