Της Ειρήνης Α. Αρτέμη
Δύο από τις σημαντικότερες μονοθειστικές θρησκείες του κόσμου είναι ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ.
Οι θρησκείες1 αυτές αριθμούν εκατομμύρια πιστούς ανά τον κόσμο. Ο Χριστιανισμός θεωρείται παλαιότερος από την Ισλαμική θρησκεία.
Ο Χριστός γεννήθηκε περίπου λίγο πριν το 4 π.Χ., μεταξύ 8 και 6 π.Χ.2, ενώ ο Μωάμεθ γεννήθηκε στα τέλη του 6 αι. μ.Χ. Ορόσημο για το Χριστιανισμό θεωρείται το έτος 1 μ.Χ. κατά το οποίο γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός.
Αντίστοιχα για το Ισλάμ θεωρείται καθοριστική χρονολογία το 622, αφετηρία της ισλαμικής χρονολογήσεως. Το έτος αυτό έλαβε χώρα η φυγή του Μωάμεθ από τη Μέκκα και η άφιξή του στη Μεδίνα3.
Υπάρχουν βασικές διαφορές μεταξύ των δύο Θρησκειών, όπως η αντίληψη περί Θεού, το δόγμα της Αγίας Τριάδος, η θεότητα του Ιησού Χριστού και όλα όσα αυτή συνεπάγεται, η πίστη ότι «ο Θεός αγάπη εστι».
Στις κοινωνικές αντιλήψεις οι διαφορές κορυφώνονται κυρίως στην αντίληψη σχετικά με την αξία και τη θέση της γυναίκας, καθώς και τη μορφή της θρησκευτικής ελευθερίας.
Σύμφωνα με τη Χριστιανική Θεολογία, ο Θεός είναι ο ΩΝ, ο υπάρχων, ο Κύριος και δημιουργός όλων των νοερών και υλικών δημιουργημάτων που φανερώθηκε (αποκαλύφθηκε) στον κόσμο σε τρεις υποστάσεις (Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα). Καί τα τρία πρόσωπα μαζί φανερώνονται για πρώτη φορά κατά τη βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό. Ο Θεός Λόγος (μετά την ενανθρώπηση Ιησούς Χριστός), το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, είναι επίσης ο Υιός ο αγαπητός, ο μονογενής, που έχει διπλή γέννηση: από τον Πατέρα, χωρίς μητέρα, αχρόνως και εν χρόνω από την Υπεραγία Θεοτόκο με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, δηλαδή Θεάνθρωπος. Με το μυστήριο της σαρκώσεως, σταυρώσεως και αναστάσεώς Του ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα δεσμά του θανάτου και τον λυτρώνει από τον διάβολο και την αμαρτία.
Με την ανάληψή Του, ανεβάζει την ανθρώπινη φύση στον Πατέρα και την τοποθετεί εκεί που ήταν το πρότερον, στην κατάσταση πριν από την πτώση των πρωτοπλάστων. Το Άγιο Πνεύμα είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, που τώρα εργάζεται στη Εκκλησία και τελειώνει (καθαγιάζει) τα μυστήρια. Ο Χριστιανός το δέχεται αρχικά, ως άκτιστες θείες ενέργειες (που επίσης ονομάζονται Άγιον Πνεύμα) στο μυστήριο του χρίσματος. Εκεί λαμβάνει όλες τις δωρεές Του, τις οποίες, εάν θελήσει να αξιοποιήσει, μπορεί να καταξιωθεί της μεγάλης χάριτος που είναι η κοινωνία με τον Άγιο Θεό και τελικά η προσωπική του θέωση κατά χάρη και ο αγιασμός. Ο Χριστιανός γνωρίζει το Θεό «αγνώστως» (με τρόπο υπέρ την κτίση) μετέχοντας στις άκτιστες ενέργειές Του και όχι στην ουσία Του. Οι ενέργειες του Τριαδικού Θεού είναι μεθεκτές, αλλά η ουσία Του αμέθεκτη.
Ο Θεός και για το Ισλάμ είναι ένας4, αλλά μονο-πρόσωπος. Δεν απεικονίζεται, δεν γίνεται μεθεκτός κατά τη λειτουργική ζωή. Μόνο το Κοράνιο5 αποτελεί το μοναδικό αισθητό σημείο της παρουσίας του Θεού μεταξύ των ανθρώπων. Υπάρχει αγεφύρωτη απόσταση μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Αντίθετα, για το Χριστιανισμό, ο Θεός είναι κοντά στον
άνθρωπο. Είναι ο Πατήρ του και όλοι οι πιστοί και βαπτισμένοι στο όνομα της Αγίας Τριάδας ανήκουν ως μέλη στο σώμα της Εκκλησίας, κεφαλή της οποίας είναι ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Χριστός.
Σύμφωνα με το Κοράνιο ο Ιησούς ούτε σταυρώθηκε, ούτε θανατώθηκε από τους εχθρούς του, αλλά ούτε και αναστήθηκε: «Καί είπον· ημείς εφονεύσαμεν τον Μεσσίαν Ιησού, υιόν της Μαριάμ, τον απόστολον του Θεού. Ουχί, δεν εφόνευσαν, δεν εσταύρωσαν αυτόν, αλλ΄ έτερον τινά όμοιον αυτώ. … Οι δε συζητήσαντες επί του αντικειμένου τούτου (της ανάστασης), έμειναν αυτοί οι ίδιοι εν τη αμφιβολία· δεν ήσαν βέβαιοι περί τούτου, αλλά κατ’ εικασίαν. Αληθώς ούτοι δεν εφόνευσαν αυτόν, αλλ’ ο Θεός εν τη ισχύι και σοφία αυτού, μετεκαλέσατο αυτόν»6.
Αποδεκτό, όμως, είναι το γεγονός της αναλήψεως του Ιησού, «Ούτοι (οι Ιουδαίοι) δεν εφόνευσαν αυτόν (τον Ιησού), αλλ’ ο Θεός ανύψωσε αυτόν προς Εαυτόν»7. Αντίθετα, για την Ορθοδοξία ο Χριστός ενανθρώπησε, έπαθε, πέθανε πάνω στο σταυρό, αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Όλα αυτά έγιναν με σκοπό να ανακαινισθεί ο άνθρωπος, να επανασυνδεθεί με το Θεό και να επιτευχθεί η αντικειμενική σωτηρία του ανθρώπινου φυράματος.
Μία σημαντική διαφορά μεταξύ της Ορθοδοξίας και του Κορανίου είναι η θέση της γυναίκας. Με βάση τη Βίβλο, ο Θεός έπλασε τη γυναίκα από το πλευρό του Αδάμ για να είναι ισότιμη με εκείνον, βοηθός και συνοδοιπόρος του στον αγώνα για την απόκτηση της Βασιλείας των Ουρανών. Ο Χριστός εξύψωσε τη θέση της γυναίκας. Δίδασκε ότι τα δύο φύλα είναι ισότιμα, «ουκ ένι άρσεν και θήλυ»8. Ο γάμος είναι ένας ιερός θεσμός ανάμεσα σε μία γυναίκα και έναν άνδρα για τη Χριστιανική ορθόδοξη διδασκαλία. Η μοιχεία σε έναν ορθόδοξο γάμο είναι καταδικαστέα τόσο για τον άνδρα όσο και για τη γυναίκα και αποτελεί κολάσιμο αμάρτημα για όποιον από τους δύο τη διαπράξει. Καί τα δύο φύλα έχουν τις ίδιες δυνατότητες σωτηρίας και αγιασμού, εφ’ όσον μάλιστα το ιερότερο ανθρώπινο πρόσωπο για την Εκκλησία είναι γυναίκα, «τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφίμ».
Αντίθετα οι γυναίκες στην ισλαμική κοινωνία θεωρούνται κατώτερα όντα. Στο Κοράνιο υπογραμμίζεται η υπεροχή του άνδρα σε σχέση με τη γυναίκα: «Οι άνδρες είναι ανώτεροι των γυναικών ένεκα της ιδιότητος δι’ ης ο Θεός ύψωσε τους μεν επί των δε, και διότι οι άνδρες προικίζουσι τας γυναίκας εκ του πλούτου αυτών. Αι ενάρετοι γυναίκες είναι ευπειθείς και υπήκοοι, τηρούσι μετά προσοχής, κατά την απουσίαν των ανδρών αυτών, ο,τι ο Θεός διέταξε να τηρείται ανέπαφον. Ονειδίζετε εκείνας, ων την απείθειαν πτοείσθε· θέλετε ορίσει εις αυτάς χωριστήν κοίτην, έστε προς αυτάς ευμενείς». Ο Μωάμεθ διατεινόταν πως η νοημοσύνη των γυναικών είναι ανεπαρκής, και πως τους έλειπε και η κοινή λογική:
«Ω, γυναίκες, θα πρέπει να κάνετε ελεημοσύνες και να ζητάτε πολλές φορές την συγχώρηση, επειδή σας είδα μαζικά ανάμεσα στους κατοίκους της Κόλασης. / Μία σοφή κυρία από αυτές είπε: «Πως είναι, αγγελιοφόρε του Αλλάχ, και το είδος μας είναι μαζικά στην Κόλαση;»
Πάνω σ’ αυτό παρατήρησε ο Άγιος Προφήτης: «Καταριέστε πολύ, και είστε αγνώμονες στους συζύγους σας. Κανέναν άλλο δεν έχω δεί, που να του λείπει η κοινή λογική και να χωλαίνει στην πίστη, ενώ (ταυτόχρονα) να κλέβει την γνώση των σοφών, παρά μόνο εσάς». … «Η έλλειψη κοινής λογικής (κρίνεται επαρκώς από το γεγονός) ότι η μαρτυρία δύο γυναικών ισούται με τη μαρτυρία ενός ανδρός. Αυτό είναι μία απόδειξη της έλλειψης στις γυναίκες κοινής λογικής9.
Με βάση το Κοράνιο δεν θεσπίζεται η μονογαμία ανάμεσα σε έναν άνδρα και μία γυναίκα. Καθοσιώνεται η πολυγαμία του άνδρα: «Εάν φοβήσθε μήπως αδικήσητε τα ορφανά, μη λαμβάνετε συζύγους, ή δύο, τρεις ή και τεσσάρας εκ των γυναικών της αρεσκείας υµων. Εάν εισέτι φοβήσθε μη αδικήσητε αυτά, μη νυμφευθήτε ή μίαν μόνην, ή ο,τι προμηθευθεί η δεξιά υµων»10. Ο μόνος όρος που υπάρχει για την πολυγαμία είναι η τήρηση ισότητας μεταξύ των συζύγων από την πλευρά του άνδρα και να νυμφεύεται μόνον όσες μπορεί να θρέψει. Παράλληλα με τις νόμιμες συζύγους ο Μουσουλμάνος μπορεί να έχει απεριόριστο αριθμό παλλακίδων: «Δεν επιτρέπεται υµιν να λαμβάνητε σύζυγον εκ των ελευθέρων υπάνδρων γυναικών, εκτός αν κατακτήσητε αυτάς διά της δεξιάς υµων (δηλ. δούλη από πόλεμο ή αγορά). Αυτός είναι ο εφ’ υµων νόμος του Θεού. Εν τούτοις επιτρέπεται υµιν να λαμβάνητε συζύγους διά του αργυρίου υµων ας θα μεταχειρίζησθε ευπρεπώς»11.
Η δούλη γυναίκα γίνεται παλλακίδα και βρίσκεται στην απόλυτη διάθεση του κυρίου της χωρίς να υπάρχει κανένας σεβασμός για την προσωπικότητά της. Αντίθετα στο Χριστιανισμό η γυναίκα, ακόμα και ως αιχμάλωτη είναι ένα ον με προσωπικότητα που με βάση τη διδασκαλία της Χριστιανικής θρησκείας είναι απόλυτα σεβαστή.
Στο θέμα του γάμου μία Μουσουλμάνα απαγορεύεται να νυμφευθεί έναν αλλόπιστο, αντίθετα αυτό δεν ισχύει για το Μουσουλμάνο. Όσον αφορά στην Ορθοδοξία, απαγορεύεται ο Χριστιανός είτε άνδρας είναι είτε γυναίκα να παντρευτεί κάποιον αλλόθρησκο, ακόμα και ετερόδοξο. Σε αναφορά με το διαζύγιο στο μουσουλμανικό κόσμο, αυτό ισχύει μόνο εάν ζητηθεί από τον άνδρα· «Όσοι έταξαν να απέχωσι των γυναικών αυτών, δίδεται αυτοίς τετράμηνος προθεσμία.
Ίσως εν τω διαστήματι τούτω επανέλθωσιν εις αυτάς· ο Κύριος είναι επιεικής και ελεήμων. / … Δεν είναι αμάρτημα να αποβάλητε γυναίκα μετά της οποίας δεν συνεζεύχθητε, ή εις την οποίαν δεν ωρίσατε προίκα. Δότε εις αυτήν τα χρειώδη ευπρεπώς, ως αρμόζει»12. Η ίδια η διαδικασία του διαζυγίου είναι υπερβολικά απλή. Αρκεί ο σύζυγος να ανακοινώσει επίσημα ότι «από τώρα σε απολύω»13. Το διαζύγιο στην Ορθοδοξία επιτρέπεται μόνο για σοβαρούς λόγους στους οποίους προσβάλλεται η τιμή και η αξιοπρέπεια του ενός εκ των δύο συζύγων ή κάποιου εξ αυτών κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητα. Τέλος η διαδικασία του διαζυγίου είναι σύνθετη και χρειάζεται κάποιο χρόνο.
Στο Ισλάμ η γυναίκα που μοιχεύει τιμωρείται με θάνατο μέσω λιθοβολισμού ή με κάποια άλλη σκληρή τιμωρία, ενώ ο άντρας μένει ατιμώρητος εάν είναι Μουσουλμάνος. Στην Ορθοδοξία η μοιχεία αποτελεί ηθικό όνειδος τόσο για τον άνδρα όσο και για τη γυναίκα. Άλλο ένα μη κοινό σημείο ανάμεσα στις δύο θρησκείες είναι η αγάπη προς τον πλησίον που διδάσκει ο Χριστιανισμός (βλ. την παραβολή του Καλού Σαμαρείτη, Λουκ.10,30-37 ), είτε αυτός είναι οµόθρησκος είτε ετερόθρησκος. Ο Χριστιανισμός διακηρύττει την ισότητα όλων των ανθρώπων και ταυτόχρονα διδάσκει ότι η ζωή, η τιμή και η περιουσία του κάθε ανθρώπου είναι σεβαστή. Πατέρες της Εκκλησίας μας, όπως ο Μ. Βασίλειος κ.α., εφτίαξαν ιδρύματα στα οποία έβρισκαν φροντίδα, αγάπη και τροφή άνθρωποι ανεξαρτήτως φύλου, εθνικότητας και θρησκείας.
Αντίθετα το Κοράνιο πρεσβεύει το σεβασμό της ζωής, της τιμής και της περιουσίας μόνο των ομοπίστων14. Τέλος, μία ακόμη διαφορά ανάμεσα στις δύο θρησκείες είναι ότι κυρίαρχο στοιχείο στη ζωή των πιστών του Ισλάμ είναι η διά παντός μέσου επιβολή της θρησκευτικής των παραδοχής. Αντίθετα ο Χριστός δίδασκε την ελεύθερη επιλογή του να ασπασθεί κάποιος το χριστιανικό δόγμα. Ο Χριστός τόνιζε: «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν»15.
Ο βίαιος προσηλυτισμός στο Ισλάμ τονίζεται με τη σούρα του Κορανίου, «Η Μετάνοια»16: «Όταν παρέλθωσι οι ιεροί μήνες τότε φονεύετε τους πολυθειστάς, όπου αν συναντήσετε, ζωγρείτε πολιορκούντες και ενεδρεύοντες αυτούς», καθώς και με τη σούρα, «Ο Μωάμεθ», «Οπόταν συναντάτε τους απίστους φονεύετε και κατασφάζετε, συγκρατούντες στερρώς τα δεσμά του αιχμαλώτου. Μετά δε την κατάπαυση της μάχης άφετε αυτόν ελεύθερον ή ανταλλάξατε αντί λύτρων. Πράττετε ούτως· εάν εβούλετο ο Θεός θα εθριάμβευε ο ίδιος επ’ αυτών αλλά υποβάλλει υµας εις τον πόλεμον διά να δοκιμάσει τους μεν διά των δε. Ο Θεός δεν θα απωλέσει τα έργα των πεσόντων εν τη μάχη υπέρ πίστεως. Θα εισαγάγει αυτούς εις τον Παράδεισον ον ήδη υπέδειξεν αυτοίς. Όσοι πιστοί εάν συνδράμετε τον Θεόν εις την μάχην Αυτού κατά των απίστων, και ο Θεός θα συνδράμει υµας κατευθύνων τα υμέτερα διαβήματα»17.
Ο πόλεμος στην Ορθοδοξία δικαιολογείται μόνο όταν γίνεται για την απελευθέρωση μιάς χώρας από έναν κατακτητή, για την προστασία της ατομικής ελευθερίας, της οικογένειας, των οσίων και των ιερών. Αντίθετα ποτέ στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει η έννοια του ιερού πολέμου. Το όρο τον συναντάμε στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία κατά τη διάρκεια των τεσσάρων Σταυροφοριών για την επανάκτηση από τους Άραβες της κυριότητας των Αγίων Τόπων. Στην πραγματικότητα, όμως, ήθελαν να κατακτήσουν εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ακόμη και την ίδια την Κωνσταντινούπολη, όπως έγινε στην Δ΄ Σταυροφορία το 1204.
Αντίθετα στο Ισλάμ κυριαρχεί συχνά η φράση «ιερός πόλεμος» (τζιχάντ). Η σημασία που δίνεται στη φράση αυτή, δεν έχει σχέση με τη βίαιη εξάπλωση της θρησκείας του Αλλάχ, στην οποία έγινε αναφορά παραπάνω. Σήμερα πίσω από την ιδεολογία του ιερού πολέμου κρύβονται τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η Αλ Κάιντα. Τα μέλη της, φανατισμένοι ισλαμιστές, είναι υπαίτια για πολλά τυφλά χτυπήματα, τόσο στο δυτικό κόσμο όσο και στα αραβικά κράτη, που στοίχισαν τις ζωές σε πολλούς αθώους ανθρώπους. Με τον όρο τζιχάντ οι αρχηγοί των διαφόρων τρομοκρατικών οργανώσεων δείχνουν δήθεν την αντίδρασή τους στην καταπίεση που ασκούν κάποιες δυτικές χώρες σε αραβικά κράτη ή Μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Στην πραγματικότητα οι Μουσουλμάνοι που διαπράττουν τέτοιες ενέργειες δεν είναι ήρωες αλλά ψυχροί δολοφόνοι. Σίγουρα όλοι θα θυμούνται πριν μερικά χρόνια την ανατίναξη του αεροπλάνου γνωστής αμερικανικής εταιρείας πάνω από τον Ατλαντικό18, παρασέρνοντας στο θάνατο όλους τους επιβάτες του.
Επίσης ένα φρικιαστικό γεγονός που καλύφθηκε με τη μάσκα του ιερού πολέμου υπήρξε το τραγικό γεγονός της καταλήψεως ενός σχολείου στη Ρωσία από Τσετσένους Μουσουλμάνους19 άνδρες και γυναίκες (τις γνωστές «μαύρες χήρες») κατά το οποίο σκοτώθηκαν πολλά παιδιά, γονείς και εκπαιδευτικοί.
Η μεγάλη αντίθεση μεταξύ Ορθοδοξίας και Ισλάμ είναι ότι για την εξάπλωση της Ορθοδοξίας χρειάστηκε το αίμα εκατομμυρίων μαρτύρων. Αντίθετα η εξάπλωση του Ισλάμ στηρίχθηκε σχεδόν αποκλειστικά στο ξίφος και τη φωτιά, δηλαδή στη χρήση βίας.
Τέλος στο Ισλάμ είναι αποδεκτός ο θεσμός της δουλείας, κάτι που δεν δέχεται ο Χριστιανισμός, αφού όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι ως δημιουργήματα του Θεού, «Είστε όλοι υιοί του Θεού, μέσω της πίστεώς σας στον Ιησού Χριστό, καθ΄ ότι όσοι εν Χριστώ εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε.
Δεν υπάρχει Ιουδαίος ή Έλληνας, δούλος ή ελεύθερος, άνδρας ή γυναίκα, επειδή είστε όλοι ένα, εν Ιησού Χριστώ. Αν ανήκετε στον Χριστό, τότε είστε γόνοι του Αβραάμ, και κληρονόμοι σύμφωνα με την επαγγελία»20. Στο Ισλάμ δούλος μπορεί να είναι κάποιος που είναι Μουσουλμάνος. Στο Κοράνιο ο θεσμός της δουλείας θεωρείται ότι θεμελιώνεται μέσα στο Λόγο του Αλλάχ.
Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ Ισλάμ και Ορθοδοξίας. Βασική διαφορά τους είναι η αντίληψη για το Θεό. Η διδασκαλία της κάθε θρησκείας για τη θεότητα του Ιησού, τη σταύρωση, την ανάσταση αλλά και την ανάληψή Του. Η σαφής υποτίμηση της θέσεως της γυναίκας από το Κοράνιο τόσο στην κοινωνία, όσο και στο γάμο αλλά και στο διαζύγιο. Ο ιερός πόλεμος στον οποίο προτρέπει τους πιστούς της η ισλαμική θρησκεία να συμμετάσχουν.Τέλος, ο θεσμός της δουλείας, που είναι αποδεκτός από την επίσημη διδασκαλία του Ισλάμ. Τα μη κοινά στοιχεία μεταξύ του Ισλάμ και της Ορθοδοξίας θα φανούν καλύτερα μέσα από την εξέταση της ιστορικής πορείας των δύο θρησκειών από τον 7ο έως και το 18ο αιώνα. Μέσα στους αιώνες αυτούς οι συγκυρίες έφεραν πολύ κοντά τους πιστούς των δύο θρησκειών και συνέβαλαν στη δημιουργία ενός σκληρού και ανελέητου ανταγωνισμού επικράτησης μεταξύ Ισλαμιστών και Χριστιανών, του οποίου θύματα υπήρξαν κυρίως οι δεύτεροι.
…………………………………..
1 Ο Χριστιανισμός δεν θεωρείται θρησκεία με την κυριολεκτική έννοια του όρου αλλά αποκάλυψη. Ιδρυτής της δεν θεωρείται κάποιος άνθρωπος, όπως συμβαίνει με τις άλλες υπάρχουσες θρησκείες. Ιδρυτής της είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας που ενανθρώπησε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή μέσα στην ιστορία. Έγινε τέλειος άνθρωπος παραμένοντας συγχρόνως τέλειος Θεός.
2 Με βάση τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις είναι γνωστό, ότι ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε λίγο πριν από το 4 π.Χ., δεδομένου ότι ο Ηρώδης βασίλεψε από το 37 ως το 4 π.Χ.. Συνεπάγεται, λοιπόν, ότι από υπολογιστικό λάθος κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ., ως έτος γεννήσεώς του ορίσθηκε το 753 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή 3-4 χρόνια αργότερα από την πραγματική χρονολογία. Αυτό όμως δεν έχει να κάνει με τις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, αλλά με μετέπειτα υπολογισμούς που αγνοούσαν όλα τα δεδομένα. Δεν αλλάζει λοιπόν τίποτα από τα όσα γράφονται στα Ευαγγέλια, παρά μόνο μετατίθενται κατά 3- 4 χρόνια ενωρίτερα τα γεγονότα σε σχέση με το δικό μας ημερολόγιο. Η χρονολόγηση από τη γέννηση του Χριστού προτάθηκε από τον Σκύθη μοναχό και εκκλησιαστικό συγγραφέα Διονύσιο τον Μικρό (532 μ.Χ.), ηγούμενο μοναστηριού στη Ρώμη, κατά τον 6ο μ.Χ. αιώνα. Μέχρι τότε, η χρονολόγηση γινόταν, είτε με αφετηρία την Κτίση της Ρώμης είτε «από Διοκλητιανού», δηλαδή με αφετηρία την 29η Αυγούστου του 284 μ.Χ., ημερομηνία κατά την οποίαν ο Διοκλητιανός (καθ’ υπόθεση) ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Αφού, λοιπόν, δημιουργήθηκε η χρονολόγηση με αφετηρία τη γέννηση του Χριστού, οι μετέπειτα προσπάθειες των σοφών επικεντρώθηκαν στον ακριβή προσδιορισμό της χρονολογίας της. Προφανώς ο Διονύσιος είχε ξεκινήσει από λάθος αφετηρία! Εν προκειμένω αυτό δεν επηρεάζει την αξιοπιστία της Αγίας Γραφής. Το ενδιαφέρον των Χριστιανών βρίσκεται στο αδιαμφισβήτητο γεγονός της ιστορικής υπάρξεως του προσώπου του Χριστού και όχι στο πότε ακριβώς Εκείνος γεννήθηκε.
3 «Οι πηγές δεν συμφωνούν απολύτως ως προς τον καθορισμό της ημερομηνίας μεταναστεύσεως του Μωάμεθ από τη Μέκκα στη Μεδίνα, της περίφημης Hijrah (Εγίρα ή Έγιρα ή Εγείρα). Συνήθως την τοποθετούν στην 8η ή τη 12η του μηνός Rabic al-Awwal (20η ή 24η Σεπτεμβρίου 622). Πιθανότερο φαίνεται ότι οι ανωτέρω προσδιορισμοί σχετίζονται με την άφιξη του Μωάμεθ στη Μεδίνα. … Ως πρώτη, όμως, ημέρα του έτους ορίσθηκε όχι η πραγματική ημέρα της «μεταναστεύσεως», αλλά η 1η του μηνός Muharram (Παρασκευή)
4 «Ἡ Μετοικεσία» 59, 24. «Ἡ Βούς» 2, 158.
5 Στο κεφάλαιο «Οι Ποιηταί» 26, 192, αναφέρεται: «Το Κοράνιο αυτό είναι αποκάλυψη του Κυρίου του σύμπαντος κόσμου … είναι αιώνιο και αδημιούργητο, που υπήρχε ανέκαθεν με τον Θεό ως αιώνια φανέρωση της θείας θελήσεως» [3]. Το συγκεκριμένο βιβλίο, που βρίσκεται στα χέρια των ανθρώπων, είναι απλώς αντίγραφο του ουρανίου πρωτοτύπου, το οποίο στην Ισλαμική ορολογία αποκαλείται: «Μητέρα της Βίβλου», «Καλώς διατηρούμενη πλάκα». Το ουράνιο αυτό πρωτότυπο, από το οποίο ανακοινώθηκε το θέλημα του Θεού προς τον Μωάμεθ, βρίσκεται πάντοτε μπροστά στον Θεό και θεωρείται άναρχο, αδημιούργητο, αλάνθαστο. Τη θέση την οποία έχει στην Χριστιανική Θεολογία ο Υιός, ως προαιώνιος Λόγος του Θεού, έλαβε στο Ισλάμ το Κοράνιο. Ο Η. Kraemer στο έργο του, The Christian Message in a Non-Christian World, London 1938, 217-218, υπογραμμίζει: «The foundation of Islam is not, The Word became flesh. It is, The Word became book. It is quite logical and intelligible that Islam should have developed its own species of Logos speculation in the well-known dogma of the uncreated, pre-existent and celestial Quran»: «θεμέλιο του Ισλάμ δεν είναι «ο Λόγος σαρξ εγένετο», αλλά «ο Λόγος έγινε βιβλίο». Πρβλ. Α. Γιαννουλάτου, Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Ισλάμ. Θρησκειολογική Επισκόπηση, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2006, σσ. 143, 231.
6 Γυναίκες 4: 156.
7 Αυτόθι.
8 Γαλ. 3, 28.
9 Sahih Muslim, Abdul Hamid Siddiqi, μεταφρ., αρ. 142.
10 Αυτόθι 4, 3.
11 «Αι Γυναίκες» 4, 28.
12 «Η Βούς» 2, 226.237.
13 R. Roberts, The Social Laws of the Quran, London 19712, σ. 25.
14 «Η Νυκτερινή Οδοιπορία» 17, 24-25, 28-31, 33-41.
15 Μαρκ. 8, 38.
16 «Η Μετάνοια» 9, 5.
17 Πρβλ. «Τα Λάφυρα» 8, 73,76. «Ο Σίδηρος» 57, 10. «Η Βούς» 2, 189: «Μάχεσθε μέχρις ότου αποσοβηθεί αφ’ υµων ο κίνδυνος του πειρασμού, και όταν δεν υπάρχει άλλη λατρεία ειμή η του μόνου Θεού. Αν οι εχθροί θέσωσι τέρμα εις τας πράξεις αυτών, τότε ας παύσωσιν αι εχθροπραξίαι, εκτός αν πρόκειται περί ασεβών».
18 Πρόκειται για την πτήση PanAm103, αεροπλάνου Boeing 747, από Λονδίνο προς Ν. Υόρκη, το οποίο εξερράγη με βόμβα στις 21 Δεκεμβρίου του 1988, σκοτώνοντας 259 επιβαίνοντες στο αεροπλάνο και 11 κατοίκους της πόλεως Lockerbie της Νοτίου Σκωτίας.
19 Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2004 ομάδα τρομοκρατών Τσετσένων και Ινγκουσίων πήρε 1,100 ομήρους από το Σχολείο του Beslan στη Βόρειο Οσσετία – μεταξύ αυτών και 777 παιδιά. Το περιστατικό κατέληξε στο θάνατο 334 ομήρων (πλην των απωλειών των τρομοκρατών και των δυνάμεων ασφαλείας), από τους οποίους 186 παιδιά.
20 Γαλ. 3, 26-29