Κάποτε νεαρός δόκιμος δοκιμάζεται σφόδρα από πειρασμούς πορνείας.
Τρέχει στον πνευματικό του.
Τίμιε πάτερ, φλόγες κολάσεως στο κορμί μου! Βασανίζομαι από πορνικούς διαλογισμούς.
Ο γέροντας δίνει πολλά φάρμακα: νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, μελέτη, εργασία.
Ο νέος πριν φύγει παρακαλεί τον πνευματικό του:
Να προσεύχεσαι, πάτερ, για ν’ ανακουφιστώ λίγο από το φοβερό αυτό πόλεμο.
Ο γέροντας νηστεύει, αγρυπνά, προσεύχεται θερμά για το παιδί του, βάζει και άλλους να προσεύχονται παράλληλα. Κατά την εβδομάδα ρωτά το νεαρό.
Πώς πάει ο πόλεμος, παιδί μου;
Τίποτε! Ίδια κατάσταση! Αν ξέρατε τι συλλογίζομαι κάθε βράδυ, θα με πετάγατε με κλωτσιές έξω από το μοναστήρι!
Ο γέροντας παραξενεύεται. Το βράδυ ρωτά τον Θεό:
Γιατί, Κύριέ μου, δεν ανακουφίζεις λίγο το πλάσμα σου. Γιατί τ’ αφήνεις να το πειράζει ο λύκος;
Τότε παρουσιάζεται μπροστά του μ’ ανθρώπινη μορφή ο ίδιος ο διάβολος:
– Ψέμματα λέγει ο νεαρός! Εγώ δεν φταίω καθόλου. Από την πρώτη μέρα, Αββά, που άρχισες προσευχή, εγώ αναγκαστικά, σταμάτησα να τον πειράζω! Αυτός έχει μέσα του το δαίμονα, μέσα στη «γούλα» του (= πρόλοβος πουλιών. Έχει το διάολο μέσα του, στην κοιλιά του. Εγώ δεν έχω καμιά σχέση μ’ αυτό τον πόλεμο.
Αυτός μονάχος του πολεμά τον εαυτό του, γιατί τρώγει σα λύκος, πίνει κρασί σα νεροφίδα, κοιμάται ατέλειωτες ώρες, λαρθοτρώγει Τετάρτη και Παρασκευή!
Πηγή: «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΙΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ»