Καθώς καταρρέουν τα πάντα γύρω μας, κλονίζονται θεσμοί και αμφισβητούνται παραδόσεις ιερές, που έθρεψαν με τους ζωτικούς χυμούς τους και στήριξαν τη ζωή του έθνους μας για πολλούς αιώνες, με λύπη διαπιστώνουμε ότι και αυτά που κρατούμε ακόμη δεν έχουν την ισχύ που είχαν άλλοτε.
Αποχρωματίζονται μάλλον και ατονούν και αν διατηρούνται κάποια, αυτό γίνεται με μία τυπικότητα που δεν επιτρέπει να φανεί το βάθος και η πραγματική τους αξία.
Ανάμεσα σ’ αυτά και ο γάμος. Θεσμός θεοσύστατος από την αρχή την ανθρώπινης ιστορίας. Αλλά και μυστήριο ιερό από την αρχή της χριστιανικής εποχής.
Ο Θεός έπλασε το πρώτο ζεύγος των ανθρώπων, τον Αδάμ και την Εύα, για να ζουν μαζί, να αλληλοβοηθούνται και αλληλοενισχύονται στην πορεία της ζωής τους. από τότε ο δεσμός του γάμου είναι ο πιο στενός από κάθε άλλο φυσικό δεσμό, ώστε η γυναίκα να καθίσταται «ομόσαρκος και κατά νόμον συνωκισμένη» με τον άνδρα, και ο άνδρας «συγκεκραμένος πως σαρκικώς ρε και ψυχικώς τη κατά νόμον αυτώ συνηρμοσμένη», όπως λέγει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας. Ενώνονται σαρκικά και ψυχικά οι δύο σύζυγοι με δεσμό αδιάλυτο και ισόβιο, δια του οποίου, με την εξαρχής ευλογία του Θεού στο πρωτόπλαστο ζεύγος, αυξάνεται και πληθύνεται το γένος των ανθρώπων, γεμίζει την γη και την κατακυριεύει.
Τον δεσμό του γάμου τον επιβεβαίωσε ο Κύριος Ιησούς Χριστός διακηρύσσοντας τη θεία του σύσταση και τον αδιάλυτο χαρακτήρα του απαντώντας σε ερώτημα των Φαρισαίων.
Επιπλέον ο Κύριος ευλόγησε τον γάμο όταν στην Κανά της Γαλιλαίας τον τίμησε όχι μόνο με την παρουσία του αλλά και με δώρο εκπληκτικό, που ήταν και το πρώτο θαύμα του: Όταν τελείωσε το κρασί, μετέβαλε το νερό σε κρασί, για να συνεχισθεί ο εορτασμός του χαρμόσυνου γεγονότος.
Αλλά τον μυστηριακό χαρακτήρα του γάμου τον τονίζει ιδιαίτερα ο απόστολος Παύλος, όταν διδάσκει ότι ο γάμος πρέπει να συνάπτεται «εν Κυρίω», δηλαδή όχι για αμαρτία, αλλ’ «εν ευνομία, εν παρρησία», «μετά σωφροσύνης, μετά κοσμιότητος», όπως διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες.
Διακηρύσσει δε ο θείος Απόστολος ότι ο γάμος είναι δεσμός ιερός και αδιάλυτος, που υψώνεται σε σχέση ανώτερη της σχέσεως των πρωτοπλάστων στον παράδεισο. Και αυτό διότι στην ένωση του άνδρα με τη γυναίκα στο γάμο διαφαίνεται μια εικόνα του μυστηρίου της ενώσεως του Χριστού με την Εκκλησία του.
Γι’ αυτό και ζητεί από τις γυναίκες να υποτάσσονται στους άνδρες τους «ώσπερ η εκκλησία υποτάσσεται τω Χριστώ». Και οι άνδρες να αγαπούν τις γυναίκες τους «καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν και εαυτόν παρέδωκεν υπέρ αυτής» (Εφ. ε΄ 24, 25). Ο Χριστός «τον Πατέρα αφείς κατήλθε και ήλθε προς την νύμφην (δηλαδή την Εκκλησία) και εγένετο εις πνεύμα εν» μετ’ αυτής, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος. Σ’ όλο τον κόσμο δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από την αγάπη με την οποία αγάπησε ο Χριστός την Εκκλησία. Αυτή την αγάπη πρέπει να μιμούνται στην κοινή τους ζωή οι χριστιανοί σύζυγοι!
Η ένωση του Χριστού με την Εκκλησία καθιστά την Εκκλησία κοινωνία αγιότητος, που την πλουτίζει με τη χάρη του, για να καρποφορεί καρπούς αρετής και να οδηγεί στη σωτηρία τα μέλη της.
Με ανάλογο τρόπο και η κοινωνία του γάμου πλουτίζει με χάρη ιδιαίτερη τους συζύγους, τους μεταδίδει αγιασμό, τους ενισχύει στον κοινό αγώνα, τους βοηθεί να επιτελούν ύψιστο σκοπό της ζωής τους, που είναι η αιώνια σωτηρία τους. Αυτό προϋποθέτει ότι στο γάμο υπάρχει θεία Χάρις, η οποία κυρίως με τα Μυστήρια μεταδίδεται στους πιστούς. Ο γάμος είναι ιερό Μυστήριο της Εκκλησίας μας.
Τα λίγα και συνοπτικά αυτά φανερώνουν το μεγαλείο του Μυστηρίου του Γάμου. Τη σχέση ενός άνδρα και μίας γυναίκας η Εκκλησία μας τη βλέπει με βαθύ σεβασμό και της προσδίδει ιερότητα μεγάλη, την ευλογεί και την ενισχύει με τη χάρη ειδικού Μυστηρίου. Για να είναι αδιατάρακτη και αρμονική η συμβίωσή τους, για να χαίρονται μαζί τις ποικίλες χαρές της ζωής και μαζί να σηκώνουν τα βάρη της, για να καλλιεργηθούν οι χαρακτήρες τους, να εξαγιασθούν οι ψυχές τους, για να βαδίσουν με συνέπεια την οδό της σωτηρίας τους και να απολαύσουν τη χαρά της Βασιλείας του Θεού μαζί με τα παιδιά τους που θα τους αξιώσει ο Θεός να αποκτήσουν.
Αδικούν τον εαυτό τους αυτοί που τον στερούν από όλα αυτά και ξεκινούν την κοινή τους ζωή χωρίς την ευλογία της Εκκλησίας, χωρίς τη χάρη του Θεού.
Αδικούν το Μυστήριο εκείνοι που δεν αρνούνται, αλλά το καλύπτουν κάτω από τις υπόλοιπες φροντίδες, που όσο και αν είναι απαραίτητες, δεν πρέπει να απορροφούν τελείως το ενδιαφέρον. Στολίδια, τραπέζια, κεράσματα, αμφιέσεις κλπ. κατακτούν την ψυχή τους και γι’ αυτό φθάνουν αλαφιασμένοι στο Μυστήριο, χωρίς να μπορούν να σκεφθούν, να εκτιμήσουν και να ζήσουν τη χάρη του. διότι και κατά την τέλεσή του συχνά επικρατεί μια κοσμική ατμόσφαιρα, που κάθε άλλο παρά βοηθεί στη βίωση της ιερότητος της ώρας. Τα ασταμάτητα φλας των φωτογράφων, οι διαρκείς μετακινήσεις μέσα στον Ναό αυτών που βιντεοσκοπούν, που θέλουν να ρυθμίσουν ακόμη και τις κινήσεις και τη στάση των ιερέων, οι εξεζητημένες ενδυμασίες, ο βομβαρδισμός με το ρύζι στο χορό του Ησαΐα κλπ. βεβηλώνουν το Μυστήριο, το κατεβάζουν σε μια με θρησκευτικό επίχρισμα κοσμική τελετή, στην οποία κυριαρχεί η κενότητα και η ματαιοδοξία.
Ας μην αδικούμε ούτε το Μυστήριο ούτε τον εαυτό μας. Δεν είναι κοσμική εκδήλωση ο Γάμος. Μυστήριο είναι, μεγάλο και ιερό. Όσοι το πιστεύουν και το ζουν συνειδητά, παίρνουν πολλή χάρη και μεγάλη δύναμη στον ωραίο αγώνα της καινούργιας τους ζωής.
π. Χ.Κ.