Α’. ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ.
Κατ’ απόφασιν τής Αγίας καί Ιεράς Συνόδου, προεδρευομένης υπό τής Α.Θ.Μ. τού Πατρός ημών καί Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, εν τή Συνεδρία ΟΕ’/ 19.2.2013, εξελέγη εις Αρχιεπίσκοπον Λύδδης ο Γραμματεύς τής Αγίας καί Ιεράς Συνόδου π. Δημήτριος.
Τό εσπέρας τής Παρασκευής 23ης Φεβρουαρίου/ 8ης Μαρτίου 2013, εις τόν Πατριαρχικόν καί μοναστηριακόν Ναόν τών Αγίων Κωνσταντίνου καί Ελένης έλαβε χώραν τό Μήνυμα. Συμφώνως πρός τήν τάξιν μετά τόν Εσπερινόν τά μέλη τής Αγίας καί Ιεράς Συνόδου εισήλθον εις τό Ιερόν Βήμα καί υπέγραψαν τό Υπόμνημα τής εκλογής τού εψηφισμένου Αρχιεπισκόπου Λύδδης κ. Δημητρίου.
Εν συνεχεία προσήλθεν εκ τής οικίας αυτού ο νεοεκλεγείς, προπορευομένων τών ραβδούχων καί τών νυμφαγωγών. Προσελθών ο νεοεκλεγείς έβαλεν «Ευλογητόν», εθυμίασεν καί ανέπεμψε δέησιν.
Τού Μηνύματος τής εκλογής ανακοινωθέντος καί τού εψηφισμένου Αρχιεπισκόπου Λύδδης συγκατατεθέντος καί τής σχετικής ακολουθίας τελεσθείσης, ανήλθον πάντες εν συνοδεία εις τό Πατριαρχείον.
Ενταύθα ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Λύδδης προσεφώνησε τόν εν τή αιθούση εκ τών προτέρων αναμένοντα Μακαριώτατον Πατριάρχην Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλον διά τής κάτωθι προσφωνήσεως αυτού:
«Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Περάναντες πρό μικρού τήν τέλεσιν τού Μικρού καί τού Μεγάλου Μηνύματος εν τώ Πανσέπτω Μοναστηριακώ Ναώ τών Αγίων Κωνσταντίνου καί Ελένης, δοξολογίαν καί αίνον αναπέμπω τώ εν Τριάδι Θεώ ημών διά τάς τοσαύτας δωρεάς καί χάριτας Αυτού καί εν συγκινήσει εκφράζω πρός τήν Υμετέραν φιλόστοργον Πατρότητα καί τοίς μέλεσι τής περί Υμάς Αγίας καί Ιεράς Συνόδου ολοθέρμους ευχαριστίας διά τήν τηλικαύτην προσγενομένην μοι τιμήν, τής εκλογής εις τόν υπέρτατον βαθμόν τής Ιερωσύνης.
Προσβλέπων εις τό αμέτρητον έλεος τού Θεού καί τήν Υμετέραν αγάπην καί ανεκτικότητα, εν ταπεινώσει βαθεία προσέρχομαι ενώπιον Υμών καί αφίημι εμαυτόν εις τάς χαριτοβρύτους χείρας Υμών.
Προπίνω εις υγιείαν τής Υμετέρας Μακαριότητος, δεόμενος τού Κυρίου, όπως χαριτώνη τήν λαμπράν Υμών Πατριαρχείαν εν υγιεία αμφιλαφεί καί εις ετών πολλών περιελίξεις».
Ανταπαντών ο Μακαριώτατος είπε τά εξής:
«Θεοφιλέστατε Εψηφισμένε Αρχιεπίσκοπε Λύδδης κ. Δημήτριε,
Τό παλαίφατον ημών Πατριαρχείον τών Ιεροσολύμων, έχον ως αρωγόν τήν Γεραράν ημών Αγιοταφιτικήν Αδελφότητα, αίρει επί τών ώμων αυτού τόν σταυρόν τού μαρτυρίου τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, γεύεται αγογγύστως τού πόνου, τού κόπου καί τής οδύνης αυτού, ου μήν αλλά καί διά τούτο καί τής χαράς καί τής αγαλλιάσεως τής Αναστάσεως.
Μία τοιαύτη περίοδος γεύσεως χαράς αναστασίμου είναι καί η πρόσφατος καί παρούσα χρονική περίοδος, κατά τήν οποίαν πραγματοποιούνται αι ψήφοις κανονικαίς αποφάσεις τής περί Ημάς Αγίας καί Ιεράς Συνόδου, τών προαγωγών δηλονότι Αγιοταφιτών αδελφών Πατέρων, διακριθέντων επί αφωσιωμένη καί ακεραία προσκυνηματική καί άλλη διακονία.
Μία τών προαγωγών τούτων τυγχάνει η ανάδειξις τής υμετέρας Θεοφιλίας ως Αρχιεπισκόπου τής πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Αρχιεπισκοπής Λύδδης, ής ψυχή καί καρδία ο εν τοίς σπλάγχνοις τής γής αυτής τάφος τού αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τού Τροπαιοφόρου.
Η Αγία καί Ιερά Σύνοδος ανέδειξε τήν υμετέραν Θεοφιλίαν εις ταύτην τήν θέσιν, προσβλέψασα εις τήν επιμελημένην καί αφωσιωμένην διακονίαν αυτής, αφ’ ών ημερών ενετάγη εις τήν Αγιοταφιτικήν Αδελφότητα, εν τή διακονία αυτής εις τό γραφείον τής Αρχιγραμματείας, τού Γραμματέως τής Αγίας καί Ιεράς Συνόδου, τή ηγουμενία τής Ιεράς Μονής Αρχαγγέλων, τή Προσκυνηματική Επιτροπή, καί άλλαις διακονίαις.
Επί τώ λίαν σημαντικώ γεγονότι τούτω διά τήν κανονικήν λειτουργίαν τού θεσμού τής Εκκλησίας, συναντάται η προσωπική χαρά τής υμετέρας Θεοφιλίας μετά τής χαράς τής αναδειξάσης αυτήν Αγιοταφιτικής Αδελφότητος κατά τό Μέγα Μήνυμα εν τώ Πατριαρχικώ καί Μοναστηριακώ Ναώ τών Αγίων Κωνσταντίνου καί Ελένης καί τώ Ιερώ ημών οσπιτίω τούτω.
Ευχαριστούντες, όθεν, εκ βαθέων τόν Πανάγαθον Θεόν, προσευχόμεθα εκ μυχίων, όπως τήν επαύριον καταξιώση όλους ημάς, ίνα γευθώμεν πεπληρωμένης τής χαράς τής εν τώ Πανιέρω Ιερώ Ναώ τής Αναστάσεως επισκοπικής χειροτονίας τής υμετέρας αγαπητής Θεοφιλίας. Γένοιτο».
Μετά ταύτα εψάλη ο Πολυχρονισμός καί ο εκλεγείς προσέφερεν εις τόν Μακαριώτατον, τούς Αρχιερείς καί πάντας τούς τιμήσαντας αυτόν τάς μπομπονιέρας μέ τά κουφέτα.
Β’. Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ.
Τήν πρωΐαν τού Σαββάτου τών Ψυχών, 24ης Φεβρουαρίου/9ης Μαρτίου 2013, έλαβε χώραν εις τό Καθολικόν τού Πανιέρου Ναού τής Αναστάσεως η εις Αρχιερέα χειροτονία τού εψηφισμένου Αρχιεπισκόπου Λύδδης κ. Δημητρίου.
Η χειροτονία αύτη ετελέσθη εις τό πλαίσιον Πατριαρχικού καί Πολυαρχιερατικού Συλλειτούργου. Προεξάρχων τού Συλλειτούργου τούτου ήτο η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών καί Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συλλειτουργοί δέ Αυτού οι Αρχιερείς τού Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ήτοι οι Ιερώτατοι Μητροπολίται Ναζαρέτ κ. Κυριακός, Καπιτωλιάδος κ. Ησύχιος, Βόστρων κ. Τιμόθεος, Φιλαδελφείας κ. Βενέδικτος καί οι Σεβασμιώτατοι Αρχιεπίσκοποι Γεράσων κ. Θεοφάνης, Αβήλων κ. Δωρόθεος, Ιόππης κ. Δαμασκηνός, Κωνσταντίνης κ. Αρίσταρχος, Θαβωρίου κ. Μεθόδιος, Ιορδάνου κ. Θεοφύλακτος καί Σεβαστείας κ. Θεοδόσιος καί Αγιοταφίται Ιερομόναχοι καί Ιεροδιάκονοι.
Η χειροτονία ετελέσθη κατά τήν τάξιν τής Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, συμφώνως πρός τήν οποίαν ο χειροτονούμενος Αρχιερεύς εδήλωσε τήν πίστιν, τήν προσήλωσιν καί αφοσίωσιν αυτού εις τά δόγματα καί τήν παράδοσιν τής Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας, ήτοι εις τό αγέννητον καί άναρχον τού Πατρός, τό γεννητόν τού Υιού εκ τού Πατρός αχρόνως καί τό εκπορευτόν εκ τού Πατρός τού Αγίου Πνεύματος καί εις τήν ενανθρώπησιν τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ως ενός προσώπου εν δύο φύσεσι τή θεία καί τή ανθρωπίνη καί εις τά αδιάβλητα πάθη τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, οίον πείναν, δίψαν, θάνατον σαρκί καί εις τάς Αγίας Εικόνας ως αντίτυπα τών πρωτοτύπων.
Τούτων δηλωθέντων εν τώ Όρθρω, ήρξατο η Θεία Λειτουργία . Μετά τήν Πατριαρχικήν φήμην, προσηνέχθη ο χειροτονούμενος πρό τής Ωραίας Πύλης, οπότε καί έλαβε χώραν η προσφώνησις πρός αυτόν τής Α.Θ.Μ. τού Πατρός ημών καί Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου ελληνιστί ως έπεται:
«Θεοφιλέστατε Εψηφισμένε Αρχιεπίσκοπε Λύδδης κ. Δημήτριε,
Η ημέρα καί ώρα αύτη τής χειροτονίας τής υμετέρας Θεοφιλίας εις Αρχιερέα καί δή εις Αρχιεπίσκοπον τής Αγιωτάτης Μητροπόλεως Λύδδης, ής πολιούχος ο Άγιος ένδοξος μεγαλομάρτυς Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος, τυγχάνει αναμφισβητήτως η ιερωτέρα καί συγκινητικωτέρα τής ζωής σου.
Κατά τήν ημέραν ταύτην καλείσαι υπό τού Αγίου καί Τελεταρχικού Πνεύματος, τού Πνεύματος τού Χριστού, νά εγκατασταθής εις τό ύψιστον αξίωμα τής ιερωσύνης, νά εισέλθης εις τά ενδότερα τού θυσιαστηρίου καί νά θεωρής αυτοψεί τό πρόσωπον τής Αγίας Αναφοράς.
Τό μυστήριον τούτο τής αρχιερατικής μυήσεως καί εγκαταστάσεώς σου διά τών χειρών τής Μετριότητος Ημών καί τών τιμίων αρχιερατικών μελών τής περί Ημάς Αγίας καί Ιεράς Συνόδου έχει καί τήν ιδιαιτέραν αυτού σημασίαν, καθ’ ότι τελεσιουργείται εις τόν χώρον αναμέσον τού τόπου τής σταυρικής και λυτρωτικής υπέρ ημών θυσίας καί τής εις άδου καθόδου καί τής εκ νεκρών Αναστάσεως τού Κυρίου καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Η Σιωνίτις Μήτηρ τών Εκκλησιών, έχουσα τήν ανάθεσιν υπό τού Κυρίου καί τού πρώτου επισκόπου αυτής αγίου Ιακώβου τού Αδελφοθέου τής διακονίας καί τής φρουρήσεως τών Αγίων Τόπων τής κατά σάρκα τού Χριστού εμφανείας, εμπιστεύεται σήμερον εις τήν υμετέραν Θεοφιλίαν τήν περίοπτον αυτήν θέσιν, έχουσα χρηστάς τάς ελπίδας πρός τό μέλλον, κρίνουσα από τής άχρι τούδε διακονίας αυτής.
Από τού γεγονότος δηλονότι ότι η υμετέρα Θεοφιλία λαβούσα ευλογίαν εκ τού Αγιωνύμου Όρους, ού προστάτις η Υπεραγία Δέσποινα Θεοτόκος, καί εκ τής Ιεράς Μονής τής μετανοίας αυτής τής Μικράς Αγίας Άννης, ένθα ηγούμενος διετέλεσε ο μακαριστός υμνογράφος τής Μεγάλης τού Χριστού Εκκλησίας π. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ενετάχθη εις τήν Γεραράν ημών Αγιοταφιτικήν Αδελφότητα.
Τήν Αδελφότητα ταύτην διηκόνησας έκτοτε μετ’ αφοσιώσεως καί αυταπαρνήσεως, εν υπακοή καί επιμελεία τών ανατιθεμένων καθηκόντων σου, τής διακονίας εν τή Αρχιγραμματεία, τού Γραμματέως τής Αγίας καί Ιεράς Συνόδου, τού εφημερίου εν τή Ιερά Μονή τής Μεγάλης Παναγίας, τής Ηγουμενείας εν τή Ιερά Μονή τών αγίων Αρχαγγέλων καί τής εκπροσωπήσεως τού Πατριαρχείου ημών εις Συνέδρια υπέρ τής Ορθοδοξίας καί καταπολεμήσεως τών αιρέσεων.
Ευγνωμονών, όθεν, τόν Πανάγαθον Θεόν, τόν επιδαψιλεύσαντα τάς πλουσίας Αυτού δωρεάς πρός τήν σήν Θεοφιλίαν, πρόσελθε θαρρών επί τώ ελέει καί τή ευσπλαγχνία Αυτού εν ταπεινώσει ψυχής καί προσευχή διακαεί, ίνα δεχθής τήν αρχιερατικήν χάριν τού Παναγίου καί Τελεταρχικού Πνεύματος καί καταστής ποιμήν άξιος τής λογικής ποίμνης τού Χριστού, καρποφορών εις τόν αμπελώνα Αυτού, διδάσκων τούς πιστούς εν λόγω πραότητος καί επιεικείας τού Χριστού, κατά τό παράγγελμα τού αποστόλου Παύλου: «δεί τόν επίσκοπον ανέγκλητον είναι ως Θεού οικονόμον, μή αυθάδη, μή οργίλον… αλλά φιλόξενον, φιλάγαθον, σώφρονα, δίκαιον, όσιον, εγκρατή, αντεχόμενον τού κατά τήν διδαχήν πιστού λόγου, ίνα δυνατός ή καί παρακαλείν εν τή διδασκαλία τή υγιαινούση καί τούς αντιλέγοντας ελέγχειν», (Τίτ. 1, 7-9), αναδεικνύμενος ούτως αντάξιος διάδοχος τών αγίων καί θεοφόρων τής Εκκλησίας Πατέρων καί δή τών Αγιοταφιτών, η Αδελφότης τών οποίων ετίμησέ σε, εγαλούχησε καί ανέδειξε.
Είη τό όνομα Κυρίου ευλογημένον!»
καί η αντιφώνησις τού εψηφισμένου έχουσα ελληνιστί ως έπεται:
Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
«Τί τούτο τό περί εμέ γέγονεν μυστήριον;
Μετά πολλής ταπεινώσεως ερανίζομαι τήν αποτύπωσιν ταύτην τού ιερού υμνωδού, εις τήν προσπάθειάν μου, νά κατανοήσω μέ τάς πενιχράς μου πνευματικάς δυνάμεις, τό σχέδιον τού Θεού διά τήν ελαχιστότητά μου.
Η εφαρμογή τούτου ανάγεται παιδιόθεν, ότε οι απλοί γονείς μου, οι οποίοι μετ’ ιδιαιτέρας συγκινήσεως παρίστανται τανύν ώδε, ομού μετά τού κατά σάρκα αδελφού μου καί τής συμβίας αυτού, παρέδιδαν διά τού παραδείγματος αυτών εις ημάς, τά τέκνα αυτών, μαθήματα ανιδιοτελούς αγάπης, εργατικότητος καί αλληλοπεριχωρήσεως.
Μετ’ ου πολλά έτη, εδέχθνη τήν επίσκεψιν τού Κυρίου διά τής ενσκηψάσης πρός με σοβαράς ασθενείας, εξ ής ο Κύριος μέ εξήγαγεν υγιή.
Αργότερον η υπό τού Καθηγητού κ. Μαντζαρίδη ανατεθείσά μοι εμπειρική εργασία εις τό Άγιον Όρος, εγένετο η αιτία τής γνωριμίας μου μετά τού πολιού καί σεβαστού Γέροντος Γερασίμου τού Μικραγιαννανίτου καί δι’ αυτού μετά τού μοναχισμού.
Μετά εξαετίαν, μία τυχαία άφιξίς μου μετά μελών τής συνοδείας εις Ιεροσόλυμα, απέφερε τήν πρώτην γνωριμίαν μου μετά τών Αγίων Τόπων, καί τόν δι’ ολίγον συναγελασμόν μου μετά τών Αγιοταφιτών Πατέρων. Πρότασις αβροφροσύνης τού μακαριστού προκατόχου Υμών, Μακαριώτατε, Πατριάρχου Διοδώρου, διά νά επιτρέψη ο γέρων Γεράσιμος τήν επ’ ολίγον παραμονήν μου εις Ιεροσόλυμα, πρός συνεπικουρίαν εις τό Αγιοταφιτικόν έργον, είχε ως αποτέλεσμα τήν, τή ευλογία αυτού, ένταξίν μου εις τήν χορείαν τών Αγιοταφιτών Πατέρων καί τού Πατριαρχείου τών Ιεροσολύμων, εις τό οποίον διακονώ, θεία χάριτι, επί εικοσιεπταετίαν.
Ειλικρινώς, Μακαριώτατε, δέν δύναμαι νά κατανοήσω τήν σύλληψιν καί εφαρμογήν τού σχεδίου τού Θεού δι’ εμέ. Απλώς εν τή αγνοία μου, εκών αποδέχομαι καί κατακολουθώ τούτο.
Δέν ευρίσκονται λέξεις κατάλληλοι, διά νά περιγράψουν τά ποικίλα συναισθήματα, τά κατακλύζοντα τήν καρδίαν μου κατά τήν στιγμήν ταύτην.
Ατενίζω ενεός τόν Φρικτόν Γολγοθά, επί τού οποίου ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, «ήπλωσε τάς παλάμας» διά τήν σωτηρίαν πάσης τής ανθρωπότητος.
Μέ τούς νοητούς οφθαλμούς τής καρδίας, δυνάμεθα καί σήμερον νά ίδωμεν τό θαυμαστόν τούτο γεγονός, καθότι η προστασία τού Ιερωτέρου Συμβόλου τής Χριστιανωσύνης είναι αισθητή πρός πάντας τούς πιστούς κατοίκους τών Ιεροσολύμων, ουχί μόνον ενισχύοντος ημάς, αλλά καί τηρούντος ημάς, κατά τά αδιάψευστα λόγια τού επί τού Γολγοθά εκουσίως δι’ ημάς ως ακάκου αμνού τυθέντος ιδρυτού τής αμωμήτου ημών πίστεως.
Η αίσθησις αύτη κατά τάς ημέρας ημών είναι πλέον ζωηρά, ότε τό ημέτερον Πατριαρχείον καί εν γένει η Ορθόδοξος ημών Εκκλησία βάλλεται πανταχόθεν καί υπό πολλών, εν τή γενικευμένη ιδέα τής παγκοσμιοποιήσεως, καθότι η ύπαρξις καί μόνον ταύτης αποτελεί τροχοπέδην εις τήν εφαρμογήν τών κρυφίων καί λίαν επικινδύνων σχεδίων αυτής.
Ου φοβούμεθα όμως, ουδε φοβηθησόμεθα εις τόν αιώνα, ως απολαβόντες τής υιοθεσίας τού Θεού καί τής χάριτος Αυτού. Προσκυνούμεν τόν έμπροσθεν ημών κείμενον Κενόν Τάφον τού Κυρίου καί λαμβάνομεν δύναμιν εκ τού γεγονότος τής Αναστάσεως Αυτού. Διακονούντες δέ τά Πανάγια Σκηνώματα, απολαμβάνομεν τής ιδιαιτέρας προστασίας καί τής ευλογίας αυτών, κορωνίς τών οποίων τυγχάνει ο σωτηριώδης εν Χριστώ βίος επί τής γής καί η ατελεύτητος εν ουρανοίς συμβασιλεία ημών μετά τού Δημιουργού πάσης τής κτίσεως.
Κατά τήν εύσημον ταύτην ώραν, επιτρέψατέ μοι, Μακαριώτατε, νά αναφερθώ ευγνωμόνως πρός τούς υπερήλικας γονείς μου καί τόν κατά σάρκα αδελφόν μου μετά τής οικογενείας αυτού καί τούς προσφιλείς μοι φίλους καί συγγενείς.
Η ευγνωμοσύνη μου μεγάλη καί πρός τόν μακαριστόν Πρωτοπρεσβύτερον Φραγκίσκον Βαμβακάρην, ο οποίος ομού μετά τού μακαριστού π. Κωνσταντίνου Παπακώστα εγαλούχησε πάντας τούς ενορίτας τής Αγίας Μαρίνης εις τά νάματα τής πίστεως, τής ανιδιοτελείας καί τής αγωνιστικότητος.
Η σκέψις μου καί πρός τόν μακαριστόν Γέροντα μοναχόν Γεράσιμον Μικραγιαννανίτην, ο οποίος επαίδευσεν εμέ καί τούς παραδελφούς μου εις τήν Σκήτην τής Μικράς Αγίας Άννης, εις τόν μοναχισμόν, η πεμπτουσία τού οποίου είναι η αδιάκριτος υπακοή.
Μέ ιδιαίτερα συναισθήματα αναμιμνήσκομαι τήν μεγάλην μορφήν τού προκατόχου Υμών, μακαριστού Πατριάρχου κυρού Διοδώρου καί ευχαριστίας εκ μυχίων αναφέρω πρός πάντας τούς Αγιοταφίτας αδελφούς, οι οποίοι μέ εστήριξαν διά τής αγάπης αυτών, από πρώτης στιγμής.
Εν κατακλείδι, δεχθήτε Μακαριώτατε, ομού μετά τών ολοκαρδίων ευχαριστιών μου, διά τήν αγάπην καί τήν εμπιστοσύνη,ν διά τών οποίων μέ περιβάλλετε καί τήν αφοσίωσίν μου πρός τό πρόσωπον τής Υμετέρας φιλοστόργου Πατρότητος, η οποία οιακοστρόφως πηδαλιουχεί τήν νοητήν Ολκάδα τής Εκκλησίας τών Ιεροσολύμων εις ευδίους λιμένας. Εν τώ Υμετέρω προσώπω αι ευχαριστίαι μου προσηκόντως αποδίδονται καί πρός τά τίμια μέλη τής Αγίας καί Ιεράς ημών Συνόδου, διά τήν προσγενομένην μοι τιμήν.
Καί νύν, Μακαριώτατε, κλίνων γόνυ σώματός τε καί πνεύματος, εν βαθεία επιγνώσει τής αναξιότητος μου, παραδίδωμι εμαυτόν εις τάς Πατρικάς Υμών χείρας, ίνα δι’ αυτών τελεσθή η προσωπική μου Πεντηκοστή».
Ευθύς αμέσως εψάλη τό «Ησαΐα χόρευε…» καί τά λοιπά τροπάρια καί επηκολούθησεν η επίθεσις τών χειρών τού Μακαριωτάτου καί τών συλλειτουργούντων Αυτώ επί τήν κεφαλήν τού χειροτονουμένου, εγγίζοντος τήν Αγίαν Τράπεζαν μετά τών δύο χειρών αυτού καί η επίκλησις τού Αγίου Πνεύματος…. «Η Θεία Χάρις….» καί τό «άξιος, άξιος, άξιος» εν τή ενδύσει τού αρχιερατικού σάκου, τού ωμοφορίου τής μίτρας καί τών λοιπών αρχιερατικών αμφίων.
Μετά τό «αύτη η αλλοίωσις τής δεξιάς τού Υψίστου» καί τό «Τίς Θεός μέγας», από τής Ωραίας Πύλης εσυνεχίσθη η θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος τού Μακαριωτάτου καί προηγουμένου τού χειροτονηθέντος τών συλλειτουργούντων Αρχιερέων.
Πρό τής θείας Απολύσεως ο Μακαριώτατος επέδωσε τώ χειροτονηθέντι τήν αρχιερατικήν ράβδον λέγων: «λάβε τήν ράβδον ταύτην…» .
Μετά τήν απόλυσιν ο χειροτονηθείς Αρχιερεύς διένειμε τό αντίδωρον εις τούς πιστούς, ευλογών αυτούς.
Μετά ταύτα, τών κωδώνων κρουομένων, η Πατριαρχική Συνοδεία ανήλθεν εις τά Πατριαρχεία, ένθα ο Αρχιεπίσκοπος Λύδδης προσεφώνησεν ευχαριστών τόν Μακαριώτατον διά τής κάτωθι προσφωνήσεως αυτού:
«Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Μόλις πρό μικρού βιώσας τό μυστήριον τής Πεντηκοστής, διά τής διά τών αξίων χειρών Υμών επικαλύψεως τής αδυναμίας καί ελαχιστότητός μου, τή καταβάσει καί επινεύσει τού Παναγίου καί Τελεταρχικού Πνεύματος, επιτρέψατέ μοι νά επαναλάβω τάς ολοθύμους ευχαριστίας μου πρός τήν Υμετέραν φιλόστοργον Πατρότητα, τήν περί Υμάς Αγίαν καί Ιερά Σύνοδον, πάντας τούς Αγιοταφίτας πατέρας, διά τήν αγάπην, δι’ ής μέ περιβάλλετε.
Ευχαριστώ καί πάντας τούς προσελθόντας καί συμμετασχόντας εις τήν εόρτιον χαρμονήν ταύτην καί ταπεινώς δέομαι τού Κυρίου, όπως ενισχύη πάντας ημάς εν υγιεία τή κατ’ άμφω.
Υψώνω τό ποτήριον ευγνωμόνως καί αναφωνώ: Θεοφίλου τού Μακαριωτάτου Πατρός ημών καί Πατριάρχου Ιεροσολύμων έτη ό,τι πλείστα καί όλβια».
ο δέ Μακαριώτατος ηυχήθη, όπως ή τά έτη αυτού πολλά ως ηυχήθησαν καί οι συλλειτουργοί καί οι λοιποί Αρχιερείς καί Πατέρες, ο Γενικός Πρόξενος τής Ελλάδος εις τά Ιεροσόλυμα κ. Σωτήριος Αθανασίου, οι συνεργάται αυτού, ο Αντιπρόσωπος τής Κυπριακής Δημοκρατίας εις τήν Παλαιστίνην κ. Αντώνης Σαμούτης καί πάντες οι τιμήσαντες αυτόν διά τής παρουσίας αυτών.
{youtube}7HyU03jcahU{/youtube}