Του π.ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
«Στις σατανιστικές τελετουργίες της μαύρης μαγείας σπρώχνουν ανήλικα κορίτσια· επαρχιώτισσα κατέληξε πόρνη του Διαβόλου» (Ελεύθερος Τύπος 4.9.1985).
Πρόκειται για την νεαρή Ελένη, που γεννήθηκε σε χωριό έξω από την Αθήνα· ο πατέρας της ήταν δάσκαλος.
Ένα βράδυ, πριν δέκα χρόνια, την πήραν μερικά ξαδέλφια της για να την πάνε σε ένα πανηγύρι. Τελικά κατέληξε σε ντισκοτέκ στην Πλάκα…
Δυο τρεις νέοι τη ζήτησαν να χορέψουν. Αυτός όμως που της τράβηξε την προσοχή της, ήταν ένα ψηλό μελαχροινό παλικάρι με ευγενικούς τρόπους. Χόρεψαν τον ένα χορό μετά τον άλλο. Της είπε πως τον λένε Νίκο και ήταν φοιτητής της ιατρικής. Καθώς η Ελένη ετοιμαζόταν να φύγει, ο Νίκος της είπε με ένα μυστηριώδες χαμόγελο· ‘θα σε δω πολύ σύντομα’… Ποτέ του δεν δοκίμασε να την αγγίξει. Της είπε ότι σεβόταν, το ότι δεν είχε πάει ποτέ με άντρα…
Την τρίτη ημέρα της είπε ότι έπρεπε να γυρίσει στην Αθήνα. Την ρώτησε, αν ήθελε να πάει μαζί του. Φύγανε μαζί το ίδιο βράδυ… Την πήγε σε όμορφη βίλα… Από μια πόρτα έφθαναν στ’ αυτιά της ομιλίες πολλών ανθρώπων. Παραξενεμένη ρώτησε το Νίκο, τι συμβαίνει.
— Μη λες κουβέντα, της είπε, είσαι πολύ τυχερή. Θα σε γνωρίσω σε ανθρώπους, που έχουν μεγάλες θέσεις, και θα σου βρούνε δουλειά στο άψε σβήσε. Φτιάξου λίγο και φόρεσε αυτό το φόρεμα, κατέληξε, και της έδειξε ένα μακρύ άσπρο φόρεμα που κρεμόταν στον τοίχο.
Όταν ντύθηκε ο Νίκος άνοιξε την πόρτα. Σε ένα μεγάλο σαλόνι ήταν συγκεντρωμένοι γύρω στα είκοσι άτομα, άντρες και γυναίκες. Μόλις μπήκαν μέσα η Ελένη έγινε το επίκεντρο της προσοχής. Την τριγύριζαν, της μιλούσαν, της έβαζαν να πιει…
Κάποια στιγμή ένιωσε το κεφάλι της να γυρίζει. Διαπίστωσε ξαφνικά ότι το δωμάτιο είχε αδειάσει. Ο μόνος που στεκόταν δίπλα της, ήταν ο Νίκος, που φορούσε μια περίεργη μαύρη κάπα… Την πήρε από το χέρι και προχώρησαν προς μια κλειστή μαύρη πόρτα. Η Ελένη είχε χάσει κάθε επαφή με το περιβάλλον… οι ‘καλεσμένοι’ ήσαν ντυμένοι στα μαύρα, οι τοίχοι ήσαν διακοσμημένοι, με εφιαλτικές εικόνες και σύμβολα…