ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ – Το Σάββατον, 17η Φεβρουαρίου 2024, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, υπεδέχθη τον Rev. Δρ. Jerry Pillay, Γενικό Γραμματέα του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (WCC), στην έδραν του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.
Εις την συνάντησιν ταύτην συμμετείχον οι Προκαθήμενοι των ΧριστιανικώνΕκκλησιών εις την Ιερουσαλήμ, μεταξύ των οποίων: ο Λατίνος Πατριάρχης εις Ιεροσόλυμα Καρδινάλιος Pierbattista Pizzaballa, ο Κουστωδός της Αγίας Γης π. Francesco Patton, ο επί κεφαλής της ΑγγλικανικήςΕκκλησίας εις Ιερουσαλήμ Αρχιεπίσκοπος Hosam Naoum και εκπρόσωποι του Αρμενικού Πατριαρχείου και της Κοπτικής Εκκλησίας εις Ιεροσόλυμα.
Η επίσκεψις του Γενικού Γραμματέως έλαβε χώραν εις δυσκόλους καιρούς, τους οποίους διανύουν οι Άγιοι Τόποι, επομένως ο Δρ. Pillay εξέφρασε την δέσμευσιν αυτού να ζητήση από τα εκατομμύρια Χριστιανών μελών του Συμβουλίου, να αυξήσουν τας προσευχάς και την υποστήριξιν αυτών εις τας Εκκλησίας και τους πληθυσμούς εις τους Αγίους Τόπους διά ειρήνην και συμφιλίωσιν εν μέσω της εντάσεως μεταξύ των διαφορετικών πλευρών.
Εις αναγνώρισιν της υποστηρίξεως αυτού, ο Μακαριώτατος ετίμησε τον Γενικόν Γραμματέα με το παράσημον του Ταξιάρχου του Τάγματος των Ιπποτών του Παναγίου Τάφου.
Επί πλέον, επί τη ευκαιρία της επισκέψεως ταύτης, έκαστος των Προκαθημένων των Εκκλησιών επαρουσίασεν εις τον Γενικόν Γραμματέα τας δυσκολίας και τας προκλήσεις, τας οποίας αντιμετωπίζουν οι Χριστιανοί, οι Ιεροί Ναοί και αι περιουσίαι αυτών, ως το Όρος των Ελαιών και η Γεθσημανή, τα οποία προσβάλλονται συχνάκις υπό αναρμόστους ενεργείας ριζοσπαστικών στοιχείων.
Κατά τη διάρκειαν της συναντήσεως, ο Μακαριώτατος προσεφώνησε τον Δρ Pillay ως εκπρόσωπος των Αρχηγών των Εκκλησιών λέγων περίπου τα κάτωθι:
«Αξιότιμε Δρ. Pillay,
Σεβαστά μέλη της αντιπροσωπείας,
αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Σας καλωσορίζομεν ενθέρμως εις την Αγίαν Πόλιν Ιερουσαλήμ και εις το Πατριαρχείον μας, θέλοντες να εκφράσωμεν την ευγνωμοσύνην ημών διά την επίσκεψιν υμών εις δυσκόλους καιρούς, πλήττοντας όλους τους λαούς της περιοχής ημών, ιδία δε την Χριστιανικήν Κοινότητα της Αγίας Γης.
Η επίσκεψις υμών ενέχει εξέχουσαν σημασίαν, καθώς κινεί το ενδιαφέρον του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών και των μελών αυτού εις την παρούσαν εμπερίστατον κατάστασιν.
Εις τοιούτους κρισίμους καιρούς, ημείς οι Χριστιανοί, τόσον εις τους Αγίους Τόπους όσον και εις όλον τον κόσμον, έχομεν την αποστολήν να υποστηρίξωμεν το μήνυμα του Ευαγγελίου, το οποίον είναι ισχυρότερον και διαρκέστερον της ανθρωπίνης αδυναμίας ημών.
Είναι το Ευαγγέλιον εκείνο, το οποίον ομιλεί περί συμφιλιώσεως και ειρήνης, και αύτη θα πρέπει να είναι η διαρκής δέσμευσις ημών. Ο πόλεμος και η βία τυγχάνουν συνέπειαι της ανθρωπίνης αποτυχίας. Όμως ο Χριστός και η Εκκλησία Αυτού διακηρύσσουν μίαν διαφορετικήν αλήθειαν.
Διά θεολογικών όρων διαβεβαιώνομεν ότι το μίσος και το σκότος είναι ανυπόστατα. Μόνον το φως και η ζωή έχουν αληθινήν και διαρκή ύπαρξιν.
Η αποστολή ημών δεν ενέχει τον θάνατον. Η θεόσδοτος ζωή ευρίσκεται εις την καρδίαν του κηρύγματος του Ευαγγελίου. Ως λέγει ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός: «εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν», (Ιωάν 10:10). Εκλήθημεν εις ενότητα εις την ηθικήν ημών υποχρέωσιν και αποστολήν της προασπίσεως των ιερών αξιών της ειρήνης και της συμφιλιώσεως. Ως διδασκόμεθα υπό του Προφήτου Ησαΐου: «και συγκόψουσι τας μαχαίρας αυτών εις άροτρα και τας ζιβύνας αυτών εις δρέπανα, και ου λήψεται έθνος επ’ έθνος μάχαιραν, και ου μη μάθωσιν έτι πολεμείν», (Ησ. 2:4).
Αύτη είναι η κοινή ανθρωπίνη αποστολή και ο προορισμός ημών. Η κλήσις του Ευαγγελίου μας προτρέπει να μετατρέψωμεν τα όργανα του πολέμου εις όργανα ειρήνης και συμφιλιώσεως.
Η ιστορική εμπειρία ημών εις τους Αγίους Τόπους αποτελεί ισχυρόν και απτόν παράδειγμα ότι η Συναγωγή, ο Ναός και το Τέμενος δύνανται να συνυπάρχουν παραλλήλως.
Υπάρχει εδώ εν μακροχρόνιον πολυπολιτισμικόν, πολυεθνικόν και πολυθρησκευτικόν τοπίον, το οποίον εδημιούργησεν ένα μοναδικόν πολιτισμόν, εντός του οποίου η Ιερουσαλήμ παραμένει φάρος ελπίδος δι’ ολόκληρον τον κόσμον. Εις την Αγίαν Γην ευρίσκετο πάντα χώρος διά τους ανθρώπους, οι οποίοι αποκαλούν την περιοχήν ταύτην ως “οικίαν αυτών”.
Το μέλλον των Αγίων Τόπων και της ευρυτέρας Μέσης Ανατολής δεν εδραιώνεται διά της στρατιωτικής βίας. Το στερεότυπον των διαφωνιών, των τιμωριών και των αντιποίνων δεν ωδήγησεν ημάς πλησιέστερον εις την ειρήνην και την ασφάλειαν, και τοιαύτα πλαίσια αναφοράς είναι αποτυχημένα. Ως γέγραπται: «μη νικώ υπό του κακού, αλλά νίκα εν τω αγαθώ το κακόν», (Ρωμ. 12:21).
Δεδομένης της ρήσεως ταύτης, ημείς, ως Προιστάμενοι των Εκκλησιών εις τους Αγίους Τόπους συνεχίζομεν να προσευχώμεθα, αιτούμενοι τον τερματισμόν του πολέμου, ίνα λήξη η ανθρωπιστική κρίσις, να επιστρέψουν οι εκτοπισμένοι πληθυσμοί εις τας εστίας αυτών και να υπάρξη ουσιαστική βοήθεια προς πάντα τα αθώα θύματα της συρράξεως ταύτης, μη έχοντα τα αναγκαία προς το ζην αγαθά.
Η παρούσα σύγκρουσις αποτελεί απτήν απόδειξιν, ότι πρέπει να αντιμετωπίσωμεν το μέλλον με νέαν αποφασιστικότητα.
Πιστεύομεν ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος, διά να χαράξωμεν μίαν νέαν δίοδον προς την αληθινήν και διαρκή ειρήνην και συμφιλίωσιν.
Οι Αρχηγοί των Εκκλησιών παραμένομεν σταθεροί εις την αντίθεσίν μας, όσον αφορά την κλιμάκωσιν της βίας. Είμεθα πεπεισμένοι, ως και το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών, ότι η υποστήριξις και η προώθησις των θεμελιωδών αξιών του Ευαγγελίου θα ισχύση ως λύσις και προσκαλούμεν τους αδελφούς μας χριστιανούς, καθώς και πάντας τους ανθρώπους καλής θελήσεως, να συνταχθούν μεθ’ ημών εις ταύτην την ιεράν αποστολήν. Γέγραπται γαρ: «μακάριοι οι ειρηνοποιοί ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται», (Ματθ. 5:9).
Επισκεπτόμενοι τους Αγίους Τόπους ως προσκυνηταί της ειρήνης εν καιρώ πολέμου, προσευχόμεθα ο αναστάς Κύριος ημών, ο νικητής του θανάτου, όπως ευλογήση το έργον και τας προσπαθείας υμών κατά την κλήσιν του Ευαγγελίου της ειρήνης και της συμφιλιώσεως.
Ευχαριστώ».