ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ: Τήν Παρασκευήν, 29ην Αυγούστου/ 11ην Σεπτεμβρίου 2020, τό Πατριαρχείον ετέλεσε τήν μνήμην τής αποτομής τής σεπτής κεφαλής τού Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστού Ιωάννου.
Κατά τήν ημέραν ταύτην, η Εκκλησία όλη, ιδιαιτέρως δέ η τών Ιεροσολύμων, εις τά χώματα τής οποίας έζησεν ο άγιος Πρόδρομος, αναμιμνήσκεται τάς Ευαγγελικάς διηγήσεις (Ματθ. 14, 1- 12/ Μάρκ. 6, 16-27 / Λουκ. 9,9), ότι δηλαδή Ηρώδης ο Τετράρχης ελεγχόμενος υπό Ιωάννου, διότι είχεν Ηρωδιάδα τήν γυναίκα Φιλίππου τού αδελφού αυτού, εφυλάκισεν αυτόν, φοβούμενος διά τόν όχλον, ίνα αποκτείνη αυτόν ότε δέ είχε τά γενέθλια αυτού, ωρχήσατο η θυγάτηρ τής Ηρωδιάδος καί ήρεσε τώ Ηρώδη καί υπεσχέθη αυτή, ίνα δώση αυτή ό,τι εάν αιτήση, έως καί τό ήμισυ τής βασιλείας αυτού αύτη δέ προβιβασθείσα υπό τής μητρός αυτής, εζήτησε τήν κεφαλήν Ιωάννου επί πίνακι λυπηθείς ο Ηρώδης, υπέκυψε παρά ταύτα καί απέστειλε σπεκουλάτορα καί απέκοψε τήν κεφαλήν Ιωάννου καί προσέφερε τώ κορασίω επί πίνακι.
Διά τό γεγονός τούτο, η πένθιμος υμνολογία τής Εκκλησίας λέγει μεταξύ άλλων: «Ώ συμποσίου μισητού, ανοσιουργήματος καί μιαιοφονίας πλήρους!».
Τό Πατριαρχείον ετίμησε σεπτώς τό γεγονός τούτο εις τήν περιοχήν τού τάφου τού αγίου Ιωάννου, ήτοι τήν αρχαίαν Σεβάστειαν, εις τήν οποίαν διατηρούνται ερείπια Βυζαντινών καί Σταυροφορικών Εκκλησιών.
Ενταύθα, προεξήρξεν εν χοροστασία η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών καί Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος απευθύνας καί τό κάτωθι κήρυγμα Αυτού,
«Ούτος γάρ εστι, περί ού γέγραπται ιδού εγώ αποστέλλω τόν άγγελόν μου πρό προσώπου σου, ός κατασκευάσει τήν οδόν σου έμπροσθέν σου», (Μαλ. 3,1), «Αμήν γάρ λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου τού βαπτιστού ο δέ μικρότερος εν τή βασιλεία τών ουρανών μείζων αυτού εστι», (Ματθ. 11, 10).
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί,
Η χάρις τού αγίου ενδόξου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστού Ιωάννου συνήγαγε πάντας ημάς σήμερον εν τοίς ερειπίοις τού ιερού τού βυζαντινού Ναού, ένθα σώζεται ο τάφος αυτού, ίνα ευχαριστιακώς καί δοξολογικώς τιμήσωμεν τήν ιεράν μνήμην τής αποτομής τής Τιμίας Κεφαλής αυτού, εν τή πάλαι ποτέ μεγάλη πόλει τής Σεβαστείας.
Συμφώνως τή μαρτυρία τού ιστορικού Ιωσήπου, ο τόπος τής υπό Ηρώδου τού Αντίπα, Τετράρχου τής Γαλιλαίας, φυλακίσεως καί αποκεφαλισμού τού Βαπτιστού Ιωάννου είναι η Μαχαιρούς, (Ιουδ. Αρχ. 18, 5, 2) ορεινόν φρούριον Ανατολικώς τής Νεκράς θαλάσσης εν τή σημερινή Ιορδανία. Τό δέ σκήνωμα τού Ιωάννου, κατά τήν μαρτυρίαν τών Ευαγγελιστών, μετεφέρθη καί ετέθη υπό τών μαθητών αυτού εν μνημείω εις Σεβάστειαν. «Καί ακούσαντες οι μαθηταί Αυτού, ήλθον καί ήραν τό πτώμα αυτού καί έθηκαν αυτό εν μνημείω», (Μάρκ. 6,29).
Η προσωπικότης τού αγίου Προδρόμου κατέχει εξέχουσαν θέσιν εν τή αγιογραφική ιστορία τής σωτηρίας τού ανθρώπου. Τούτο καταδείκνυται εκ τού γεγονότος, ότι αυτός ούτος ο Ιησούς Χριστός εξαίρει αφ ενός μέν τήν προσωπικότητα καί τό κήρυγμα μετανοίας τού Προφήτου Ιωάννου καί αφ ετέρου δέ καλεί αυτόν, ίνα βαπτισθή υπ Αυτού εν τοίς ρείθροις τού Ιορδάνου. «Τότε παραγίνεται ο Ιησούς από τής Γαλιλαίας επί τόν Ιορδάνην πρός τόν Ιωάννην τού βαπτισθήναι υπ αυτού», (Ματθ. 3,13).
Εξ άλλου, ο Ιωάννης εκλήθη υπ Αυτού τού Μεσσίου Ιησού Χριστού Προφήτης. «Τι εξελυλήθατε ιδείν; προφήτην; ναί λέγω υμίν καί περισσότερον προφήτου», (Λουκ. 7, 26). Τούτο επιμαρτυρεί καί η αγία ημών Εκκλησία, ψάλλουσα «Μνήμη δικαίου μετ εγκωμίων σοί δέ αρκέσει η μαρτυρία τού Κυρίου Πρόδρομε ανεδείχθης γάρ όντως καί Προφητών σεβασμιώτερος, ότι καί εν ρείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τόν κηρυττόμενον όθεν τής αληθείας υπεραθλήσας, χαίρων ευηγγελίσω καί τοίς εν άδη, Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί, τόν αίροντα τήν αμαρτίαν τού κόσμου, καί παρέχοντα ημίν τό μέγα έλεος».
Ο τίμιος Πρόδρομος ουχί μόνον εβάπτισε τόν Θεόν, φανερωθέντα εν σαρκί, δηλονότι τόν Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, αλλ ευηγγελίσατο Αυτόν, ως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λέγων: «Τή επαύριον βλέπει ο Ιωάννης τόν Ιησούν ερχόμενον πρός αυτόν καί λέγει ίδε ο αμνός τού Θεού, ο αίρων τήν αμαρτίαν τού κόσμου ούτός εστι περί ού εγώ είπον οπίσω μου έρχεται ανήρ, ός έμπροσθέν μου γέγονεν, ότι πρώτός μου ήν», (Ιωάν. 1, 29-30)
Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής αναγνωρίζεται εξ ενός μέν τό τέλος τού νόμου καί τών προφητών, εξ ετέρου δέ ο εγκαινιαστής τής εποχής τής Καινής Διαθήκης, ως λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Ο νόμος καί οι προφήται έως Ιωάννου από τότε η βασιλεία τού Θεού ευαγγελίζεται καί πάς εις αυτήν βιάζεται», (Λουκ. 16,16).
Ερμηνεύων τούς λόγους τούτους, ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει: «Βασιλείαν ουρανών φησιν εν τούτοις τήν εν πίστει δικαίωσιν, τήν τής αμαρτίας απόνιψιν τόν διά τού [αγίου] Πνεύματος αγιασμόν τής υιοθεσίας τό χάρισμα, τής μελλούσης δοθήσεσθαι τοίς αγίοις, δόξης τήν ελπίδα». Εις δέ τό ερώτημα «πώς ευαγγελίζεται η βασιλεία τού Θεού»; απαντά ο άγιος Κύριλλος λέγων: «παρελθόντος εις μέσον τού Βαπτιστού καί λέγοντος ετοιμάσατε τήν οδόν Κυρίου καί καταδεικνύντος ήδη παρόντα τόν Αμνόν τού Θεού, τόν αίροντα τήν αμαρτίαν τού κόσμου».
Ο Ιωάννης, ο εκ κοιλίας μητρός ορισθείς εις τό κήρυγμα τής μετανοίας, δηλονότι τής απονίψεως τής αμαρτίας, τής εν πίστει δικαιοσύνης καί τού αγιασμού τού αγίου Πνεύματος, τού Πνεύματος τού Χριστού, δέν ήτο δυνατόν νά παραβλέψη τήν παράνομον συμβίωσιν τού Ηρώδου Αντίπα μετά τής Ηρωδιάδος, τής οποίας ο σύζυγος Φίλιππος, αδελφός τού Ηρώδου έζη ακόμη: «έλεγε γάρ ο Ιωάννης τώ Ηρώδη, ότι ουκ έξεστί σοι έχειν τήν γυναίκα τού αδελφού σου η δέ Ηρωδιάς ενείχεν αυτώ καί ήθελεν αυτόν αποκτείναι, καί ουκ ηδύνατο» (Μάρκ. 6, 18-19).
Τό βροτοκτόνον μίσος τής Ηρωδιάδος έπεισε τόν Ηρώδην νά θανατώση τόν δίκαιον Ιωάννην δι αποκεφαλισμού.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, εξηγών τόν λόγον διά τόν οποίον απετμήθη η τιμία κεφαλή τού Ιωάννου λέγει: [Ο Πρόδρομος] «υπέρ αρετής αγωνιζόμενος απετμήθη τήν κεφαλήν, ίνα καί ημείς ώμεν ετοίμοι μέχρι θανάτου πρός τήν αμαρτίαν αντικαθίστασθαι, ειδότες ότι μαρτυρίου στέφανον λήψεται ο τά πάθη δι αρετής τροπωσάμενος (καί αναλυτικώτερον, ο Πρόδρομος απετμήθη τήν κεφαλήν, αγωνιζόμενος διά τήν αρετήν, ώστε καί ημείς νά είμεθα έτοιμοι νά αντιστεκώμαστε πρός τήν αμαρτίαν μέχρι θανάτου, γνωρίζοντας ότι θά λάβη στέφανον μαρτυρίου αυτός πού θά κατατροπώνη τά πάθη μέ τήν αρετήν).
Επί πλέον δέ, ο άγιος Πατήρ ημών Γρηγόριος εις τόν μαρτυρικόν θάνατον τού αγίου Ιωάννου διακρίνει τήν προτύπωσιν τού θανάτου τού Χριστού λέγων: «Έδει δέ καί τόν θάνατον Ιωάννου, πρόδρομον είναι τού θανάτου Χριστού, ως άν κατά τήν πατρικήν αυτώ προφητείαν προπορευθή πρό προσώπου Κυρίου τού δούναι γνώσιν σωτηρίας καί τοίς εν σκότει τού άδου καθημένοις, ίνα προσδράμωσι κακείνοι καί τής εν Χριστώ μακαρίας καί αθανάτου ζωής επιτύχωσιν».
Ημείς δέ, αγαπητοί μου αδελφοί, μετά τού υμνωδού βοήσωμεν λέγοντες: «Ως Μάρτυς καί Προφήτης καί Βαπτιστής, ως φωνή τε καί λύχνος καί Άγγελος υπό Θεού, μείζων Προφητών τε μαρτυρηθείς, δυσώπησον τόν Κύριον, ρύσασθαι παντοίων εκ πειρασμών καί βλάβης εναντίας τούς πόθω εκτελούντας σού τήν φωσφόρον μνήμην, Πρόδρομε», Αμήν».
Ελειτούργησε δέ εις τήν υπαίθριον ερειπωμένην Βασιλικήν, τήν άνωθεν τού υπογείου παρεκκλησίου, ο ηγούμενος τού Φρέατος Αρχιμανδρίτης Ιουστίνος μετ ολίγων ιερέων, τού Δραγουμανεύοντος Αρχιμανδρίτου Ματθαίου, τού ιερέως τού Ζαμπάπδε π. Τούμα, τού Αρχιμανδρίτου Λεοντίου, ο οποίος καί έψαλλε μετά τών ψαλτών τής Κοινότητος Ραφιδίων καί αρκετών πιστών, παρά τήν επιδημίαν τού covid 19.