ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ: Πανηγυρικά τιμήθηκε η Κυριακή της Ορθοδοξίας στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα.
Της Θείας Λειτουργίας προεξήρχε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος. Συλλειτούργησαν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καπιτωλιάδος κ. Ησύχιος, οι Αρχιεπίσκοποι Γεράσων κ. Θεοφάνης, Κωνσταντίνης κ. Αρίσταρχος, Σεβαστείας κ. Θεοδόσιος, Λύδδης κ. Δημήτριος, Καττάρων κ. Μακάριος και Μαδάβων κ. Αριστόβουλος, καθώς και Αγιταφίτες πατέρες και διάκονοι.
Μετά την θεία Λειτουργία ακολούθησε Ιερά Λιτανεία των αγίων εικόνων πέριξ του Αγίου Τάφου και ανά τα Προσκυνήματα. Ανεγνώσθη προ του Αγίου Τάφου το Ευαγγέλιον και το Συνοδικό της Ορθοδοξίας.
Ακολούθησε η άνοδος στο Πατριαρχείο. Εκεί ο Μακαριώτατος προσφώνησε τους παρισταμένους ακολούθως:
«Ο τη ανάρχω, και θεία, φύσει αόρατος, βροτός ωράθη Κόρη, εξ αγνών σου αιμάτων, δι’ άκραν ευσπλαγχνίαν, ου της σαρκός, γεγραφότες την μίμησιν, τιμητικώς προσκυνούμεν πάντες πιστοί, ευσεβώς και μεγαλύνομεν».
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς χριστιανοί και προσκυνηταί,
Ημέρα χαρμόσυνος και ευφροσύνης ανάπλεως πεφανέρωται σήμερον. Η εορτή της Ορθοδοξίας, καθ’ ην ανάμνησιν ποιείται η αγία ημών Εκκλησία, της αναστηλώσεως των αγίων και σεπτών εικόνων, γενομένης παρά των αειμνήστων αυτοκρατόρων Κωνσταντινουπόλεως, Μιχαήλ και της μητρός αυτής Θεοδώρας, επί της Πατριαρχίας του αγίου και ομολογητού Μεθοδίου.
Η σημερινή εορτή της αναστηλώσεως των Αγίων Εικόνων, την οποίαν ευχαριστιακώς και μετά παρρησίας εωρτάσαμεν εν τω Πανιέρω Ναώ της Αναστάσεως δεν αφορά μόνον εις τον θρίαμβον της Ορθοδοξίας, αλλά κυρίως και πρωτίστως εις την ομολογίαν της πίστεως εις το άρρητον μυστήριον, τόσον της ενσαρκώσεως του Θεού Λόγου, εκ των αγνών αιμάτων της Θεοτόκου Μαρίας, όσον και εις την εξεικόνισιν των προσώπων του Ιησού Χριστού και της Παναγίας.
Διό και ο Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης λέγει: «Πως … πιστευθήσεται εκ της αγίας Παρθένου ανειληφέναι [τον Χριστόν] την σάρκα ει μη επ ίσης ημίν εξεικονίζοιτο»;
Ο δε Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ανταποκρινόμενος εις τους καταμεμφομένους, τουτέστιν τους επικριτάς της προσκυνήσεως «της εικόνος του Σωτήρος και της Δεσποίνης ημών, επικαλείται τον λόγον του εγκρίτου Πατρός της Εκκλησίας Βασιλείου του Μεγάλου: «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει». «Επεί δε ο Θεός» προσθέτει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «διά σπλάγχνα ελέους Αυτού κατ’ αλήθειαν γέγονεν άνθρωπος διά την ημετέραν σωτηρίαν ουχ ως εν τω Αβραάμ ώφθη εν είδει ανθρώπου, ουχ ως τοις προφήταις, αλλά κατ’ ουσίαν αληθώς γέγονεν άνθρωπος διέτριψέ τε επί της γης ‘και τοις ανθρώποις συνανεστράφη’», (Βαρούχ 3,37).
Η αναστήλωσις των Αγίων εικόνων το έτος 842 μ.Χ. από την ευσεβεστάτην αυτοκράτειραν Θεοδώραν και τον Πατριάρχην Μεθόδιον τον Ομολογητήν ενέχει μεγάλην σημασίαν διά την του Χριστού Εκκλησίαν, την διαφυλάσσουσαν ακεραίαν και ακαινοτόμητον την σώζουσαν αλήθειαν της Ορθοδόξου ημών πίστεως.
Με άλλα λόγια, το ιστορικόν τούτο γεγονός της αναστηλώσεως και προσκυνήσεως των Αγίων εικόνων είναι εκείνο το οποίον επεσφράγισε την νίκην της Ορθοδόξου πίστεως εναντίον των αοράτων ή καλλίτερον ειπείν των ορατών πλέον και ποικιλονύμων πολεμίων αυτής. Διό και καλούμεθα να παραμείνωμεν σταθεροί και αμετάθετοι εις την Αποστολικήν Παράδοσιν και την πίστιν των Αγίων Πατέρων ημών, ακούοντες εις το παράγγελμα του θείου Παύλου προς τον μαθητήν αυτού Τιμόθεον: «αγωνίζου τον καλόν αγώνα της πίστεως· επιλαβού της αιωνίου ζωής, εις ην και εκλήθης και ωμολόγησας την καλήν ομολογίαν ενώπιον πολλών μαρτύρων», (Α΄ Τιμοθ. 6,12). Αμήν. Έτη πολλά και ευλογημένον το στάδιον της Αγίας νηστείας».