Ιεροσόλυμα: Κατά την εορτήν αυτήν η Εκκλησία αναμιμνήσκεται ότι η Θεοτόκος, η μήτηρ της Ζωής, θανούσα ενεταφιάσθη υπό των Αγίων Αποστόλων…
«Γεθσημανή τώ χωρίω» και «τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησε» το σώμα αυτής, το οποίον ενεσωμάτωσε τον Κύριον της δόξης, αλλά μετέστη εις τους ουρανούς υπ’ Αυτού του Κυρίου, του οικήσαντος μήτραν αειπάρθενον, παραμένουσα ως “αμετάθετος ελπίς και προστασία εις τους αιώνας”.
Την Δευτέραν, 15ην/28ην Αυγούστου 2023, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου εις τον εν Γεθσημανή Ιερόν Προσκυνηματικόν Ναόν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, εν ώ και το Θεομητορικόν αυτής Μνήμα.
Κατά την εορτήν αυτήν η Εκκλησία αναμιμνήσκεται ότι η Θεοτόκος, η μήτηρ της Ζωής, θανούσα ενεταφιάσθη υπό των Αγίων Αποστόλων «Γεθσημανή τώ χωρίω» και «τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησε» το σώμα αυτής, το οποίον ενεσωμάτωσε τον Κύριον της δόξης, αλλά μετέστη εις τους ουρανούς υπ’ Αυτού του Κυρίου, του οικήσαντος μήτραν αειπάρθενον, παραμένουσα ως “αμετάθετος ελπίς και προστασία εις τους αιώνας”.
Η εορτή αυτή εωρτάσθη μετ’ ιδιαιτέρας λαμπρότητος, προεξάρχοντος της Α.Θ.Μ. του Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων Αυτώ του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βόστρων κ. Τιμοθέου, των Σεβασμιωτάτων Αρχιεπισκόπων Γεράσων κ. Θεοφάνους, Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου και Καττάρων κ. Μακαρίου- συμπροσευχομένου του Ηγουμένου Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ- Αγιοταφιτών Ιερομονάχων, ών πρώτος ο Γέρων Καμαράσης Αρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος, Πρεσβυτέρων άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, του π. Δομετιανού του Πατριαρχείου Μόσχας και του π. Ιωάννου του Πατριαρχείου Ρουμανίας, του Αρχιδιακόνου π. Μάρκου και του Ιεροδιακόνου π. Δοσιθέου, προσευχομένων χιλιάδων πιστών, πληρούντων εν ευλαβεία πολλή τας βαθμίδας διά κηρών και ψαλλόντων του Ιεροδιακόνου π. Συμεών δεξιά ελληνιστί και του κ. Ναμπήλ της ενορίας του Αγίου Ιακώβου αριστερά αραβιστί, παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Ευαγγέλου Βλιώρα και άλλου προσωπικού του Ελληνικού Γενικού Προξενείου.
Εις το Κοινωνικόν της θείας Λειτουργίας ο Μακαριώτατος εκήρυξε τον θείον λόγον ως έπεται:
«Εν τη Γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας. Εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης προς την ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της ζωής και ταις πρεσβείαις ταις σαίς λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών»
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί,
Η Χάρις του Αγίου Πνεύματος συνήγαγε πάντας ημάς εκ των περάτων της γής, εν τώ Θεομητορικώ τούτω Μνήματι, ίνα τιμήσωμεν και εγκωμιάσωμεν την Κοίμησιν της Πανυμνήτου και Υπερενδόξου ευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, ως πάλαι ποτέ ο χορός των Αγίων Αποστόλων.
«Ο πάντιμος χορός», λέγει ο υμνωδός, «τών σοφών Αποστόλων, ηθροίσθη θαυμαστώς, του κηδεύσαι ενδόξως, το σώμά σου το άχραντον, Θεοτόκε Πανύμνητε, οίς συνύμνησαν, και των Αγγέλων τα πλήθη, την Μετάστασιν, την σήν σεπτώς ευφημούντες, ην πίστει εορτάζομεν».
Η δε Μετάστασις, τουτέστιν η Κοίμησις της Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, δεν είναι άλλη από την μετάβασιν αυτής εκ της γης εις τον ουρανόν. Η Μητέρα της Ζωής, δηλονότι του Θεού Λόγου και Υιού του Θεού Πατρός, και Υιού αυτής, μετέστη προς την Ζωήν, τον αίτιον της Ζωής Θεόν Πατέρα. Όπως εν τη γεννήσει αυτής η Θεοτόκος Μαρία εφύλαξε την παρθενίαν αυτής, ούτως ακριβώς και εν τη κοιμήσει αυτής εφύλαξεν την αφθαρσίαν του σώματος αυτής.
Ακούσωμεν του θεηγόρου Πατρός ημών αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού λέγοντος: «Ώ πως η πηγή της ζωής προς την ζωήν διά μέσου θανάτου μετάγεται! ώ πως η εν τώ τόκω τους όρους υπερβάσα της φύσεως, νύν υποκύπτει τοις ταύτης θεσμοίς και θανάτω το ακήρατον καθυποβάλλεται σώμα. Δεί γάρ αυτό το θνητόν αποθέμενον την αφθαρσίαν αμφιάσασθαι, επεί και ο Δεσπότης της φύσεως την του θανάτου πείραν ουκ απηνήνατο. Θνήσκει γάρ σαρκί και θανάτω λύει τον θάνατον και φθορά την αφθαρσίαν χαρίζεται και την νέκρωσιν ποιεί πηγήν της αναστάσεως». [Και απλούστερον: Ώ πως η πηγή της ζωής μεταφέρεται στη ζωή περνώντας από τον θάνατο. Πως αυτή που ξεπέρασε στη γέννα της τα όρια της φύσεως, σκύβει τώρα στους νόμους της και υποτάσσεται στον θάνατο το αθάνατο σώμα. Γιατί πρέπει αυτό να αποθέσει την θνητότητα και να ντυθεί την αφθαρσία, αφ’ ού ο Δεσπότης, ο Κυρίαρχος της φύσεως, δεν αρνήθηκε να υποβληθεί στον θάνατο. Πεθαίνει κατά σάρκα και με τον θάνατο καταργεί τον θάνατο· και με την φθορά μας χαρίζει την αφθαρσία και κάνει την νέκρωσίν του πηγή της Αναστάσεως].
Το ηθικόν και πνευματικόν αλλά και σωτηριώδες μέγεθος της συμβολής της Υπεραγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, εις το μυστήριον της θείας Οικονομίας είναι άπειρον, είναι θαύμα ακατανόητον τη ανθρωπίνη διανοία. Διό και ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός επονομάζει την Θεοτόκον «τού ανθρωπείου γένους το εγκαλλώπισμα, το αύχημα πάσης της κτίσεως».
Η κεχαριτωμένη και ευλογημένη εν γυναιξίν (Πρβλ. Λουκ. 1,28) Θεοτόκος Μαρία αναδειχθείσα Μητέρα, του εκ των αγνών αυτής αιμάτων σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού, δικαίως μετά την Κοίμησιν αυτής παρίσταται εκ δεξιών του Υιού και Θεού αυτής, κατοικούσα πλέον εν τη επουρανίω πόλει του Θεού, καθώς λέγει προς αυτήν ο θείος Δαυίδ: «δεδοξασμένα ελαλήθη περί σου η πόλις του Θεού», (Ψαλμ. 86,3).
Ημείς δέ, αγαπητοί μου αδελφοί, «ου γάρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν», (Εβρ. 13,14), την πόλιν δηλονότι “τού Θεού ζώντος” (Εβρ. 12,22), την πόλιν του Υιού και Θεού της Παναγίας αχράντου, Υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας.
Και νύν ιστάμενοι πρό του ιερού Θεομητορικού Μνήματος της Υπερευλογημένης Παρθένου Μαρίας, ικετεύσωμεν αυτή και μετά του υμνωδού είπωμεν: «Εν χερσί του δι’ ημάς, ενανθρωπήσαντος εκ σού, παραθεμένην την ψυχήν, ως πλαστουργός σου και Θεός, προς την ακήρατον μετέστησεν ευφροσύνην· όθεν σε σεπτώς μακαρίζομεν, την μόνην καθαράν και αμόλυντον, και Θεοτόκον άπαντες κυρίως, ομολογούντες κραυγάζομεν· Χριστόν δυσώπει, προς όν μετέστης, σώσαι τας ψυχάς ημών”… και χάρισαι την ειρήνην τώ κόσμω. Αμήν. Έτη πολλά».
Άμα τη Απολύσει ο κρατών την τάξιν και ευπρέπειαν του Ιερού Προσκυνήματος Ηγούμενος Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ προσέφερε κέρασμα αναψυχής εις το ηγουμενείον.