Την Τετάρτην, 6ην /19ην Αυγούστου 2015, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η εορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ως ανάμνησις του υπό των Ευαγγελιστών αναφερομένου γεγονότος, (Ματθ. 17, 1-8), ότι ο Κύριος παρέλαβε τους τρεις προκρίτους μαθητάς, Πέτρον, Ιάκωβον και Ιωάννην και ανήλθεν εις το όρος Θαβώρ και εκεί ενώπιον αυτών μετεμορφώθη, η όψις του προσώπου Αυτού εγένετο λαμπροτέρα του ηλίου και νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν τους μαθητάς και ενεφανίσθησαν ο Μωϋσής και ο Ηλίας συλλαλούντες μετ’ Αυτού, προλέγοντες την έξοδον Αυτού διά σταυρού εν Ιεροσολύμοις και ηκούσθη φωνή του Πατρός εκ της νεφέλης λέγουσα:
«Ούτός εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα, Αυτού ακούετε» και ο Πέτρος «μη ειδώς ο λέγει είπε Κύριε ποιήσωμεν ώδε τρεις σκηνάς, σοι μίαν και μίαν Μωϋσεί, μίαν Ηλία και μείνωμεν ενταύθα, ίνα διά της θέας ταύτης, ήτοι της εκτυπωτέρας φανερώσεως της θείας Αυτού φύσεως, δείξη το πρωτόκτιστον κάλλος του ανθρώπου προ της πτώσεως και την δυνατότητα επαναποκτήσεως αυτού υπό του ανθρώπου εν Αυτώ και της θεώσεως αυτού κατά Χάριν.
Το γεγονός τούτο εωρτάσθη:
α. εις το όρος Θαβώρ, ένθα και έλαβε χώραν, την νύκτα της εορτής μετά Όρθρου και θείας Λειτουργίας, αγρυπνίας επί Αγίας Τραπέζης, εστημένης επί εστρωμένης και ηυτρεπισμένης εξέδρας εις σχήμα Ιερού Βήματος, προεξάρχοντος της Α.Θ.Μ. του Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων Αυτώ των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Ναζαρέτ κ. Κυριακού και Βόστρων κ. Τιμοθέου, Εξάρχου του Πατριαρχείου εις Κύπρον, του Γέροντος Αρχιγραμματέως Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου και του εκ της Εκκλησίας της Ελλάδος παρεπιδημούντος Μητροπολίτου Τανάγρας κ. Πολυκάρπου, Αγιοταφιτών Ιερομονάχων, ως του ηγουμένου της Κανά Αρχιμανδρίτου π. Χρυσοστόμου, και του Αρχιμανδρίτου π. Παισίου, Ελληνορθοδόξων Αραβοφώνων, Πρεσβυτέρων και παρεπιδημούντων ιερέων εκ Ρωσίας, Ελλάδος, Ρουμανίας και Ουκρανίας, του Αρχιδιακόνου π. Ευλογίου και του διακόνου π. Αγαπίου, ψάλλοντος ελληνιστί του αιδεσιμωτάτου π. Γεωργίου εκ της Μητροπόλεως Ηλείας της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Πατριαρχικού Επιτρόπου Άκκρης – Πτολεμαΐδος Αρχιμανδρίτου π. Φιλοθέου αραβιστί και παρακολουθούντος εν κατανύξει πολλή εν τω μέσω της νυκτός και της νεφέλης αυτής, ευσεβούς εκκλησιάσματος προσκυνητών εξ Ελλάδος, Ρωσίας, Ρουμανίας και εντοπίων αραβοφώνων της περιοχής του βορείου Ισραήλ.
Προς το ευσεβές εκκλησίασμα τούτο εκήρυξε τον θείον λόγον ο Μακαριώτατος ελληνιστί, έχοντα ως έπεται:
«Ο πάλαι τω Μωσεί συλλαλήσας επί του όρους Σινά διά συμβόλων, εγώ ειμι λέγων ο Ων, σήμερον επ’ όρους Θαβώρ μεταμορφωθείς επί των Μαθητών, έδειξε το αρχέτυπον κάλλος της εικόνος εν Εαυτώ την ανθρωπίνην αναλαβών ουσίαν. Καί της τοιαύτης εποιείτο της ευφροσύνης, προμηνύων την έξοδον διά Σταυρού και σωτήριον Ανάστασιν», αναφωνεί ο μελωδός της Εκκλησίας.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί.
Ο την Οικουμένην άπασαν αγιάσας με το θείον Αυτού φως, Χριστός ο Θεός ημών, συνήγαγε πάντας ημάς εκ των περάτων της γης εν τω ιερώ τούτω τόπω του όρους Θαβώρ, ίνα εωρτάσωμεν την αγίαν αυτού Μεταμόρφωσιν, δηλονότι την δόξαν της θεότητος του Σωτήρος ημών Χριστού, την καταυγασθείσαν εις τους μαθητάς αυτού Πέτρον, Ιωάννην και Ιάκωβον, ως και τους Προφήτας Μωϋσήν και Ηλίαν.
Το γεγονός της Αγίας του Σωτήρος ημών Χριστού Μεταμορφώεως εν τω όρει Θαβώρ αποτελεί την θεμελιώδη αρχήν, επί της οποίας ερειδόμενοι οι θεόπνευστοι Πατέρες της Εκκλησίας σαφώς διετράνωσαν την σωτηριώδη Ορθόδοξον Χριστιανικήν ημών πίστιν, ως τούτο μαρτυρεί ο αυτόπτης και αυτήκοος γενόμενος μάρτυς της Μεταμορφώσεως του Χριστού Απόστολος Πέτρος λέγων: «Ου γαρ σεσοφισμένοις μύθοις εξακολουθήσαντες εγνωρίσαμεν υμίν την του Κυρίου ημών ᾿Ιησού Χριστού δύναμιν και παρουσίαν, αλλ᾿ επόπται γενηθέντες της εκείνου μεγαλειότητος. λαβών γαρ παρά Θεού πατρός τιμήν και δόξαν φωνής ενεχθείσης αυτώ τοιάσδε υπό της μεγαλοπρεπούς δόξης, ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εις ον εγώ ευδόκησα, και ταύτην την φωνήν ημείς ηκούσαμεν εξ ουρανού ενεχθείσαν, συν αυτώ όντες εν τω όρει τω αγίω (Θαβώρ)», (Πετρ. Β’ 1,16-18).
Ταύτην ακριβώς «την υπό των Αγίων Αποστόλων και Ευαγγελιστών γνωρισθείσαν ημίν δύναμιν και παρουσίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού (Πετρ. β’ 1,16) εορτάζομεν πανηγυρικώς σήμερον. Διά τούτο η αγία ημών Εκκλησία αναφωνεί διά στόματος του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού. «Γιά ποιόν είναι η εορτή και η πανήγυρις; για ποιόν είναι η χαρά και η αγαλλίασις,αν όχι για όσους προσκυνούν ως συναΐδιον με τον Πατέρα τον Υιόν και το Πνεύμα, για όσους με την ψυχήν και την διάνοιαν και το στόμα ομολογούν θεότητα που διακρίνεται σε τρεις αδιαίρετες υποστάσεις, γι αυτούς που αναγνωρίζουν και ομολογούν τον Χριστόν ως Υιόν του Θεού και Θεόν, μίαν υπόστασιν με δύο αδιαίρετες και ασύγχυτες φύσεις με τα ιδιώματα της καθεμιάς;» (τίνι γαρ εορτή και πανήγυρις; τίνι θυμηδία και αγαλλίασις, αλλ‘ ή τοις φοβουμένοις τον Κύριον, τοις Τριάδι λατρεύουσι, τοις τω Πατρί τον Υιόν και το Πνεύμα συναΐδιον σέβουσι, τοις ψυχή και εννοία και στόματι καθομολογούσι θεότητα εν τρισίν αδιαιρέτως γνωριζομένην ταίς υποστάσεσι, τοις ειδόσι και λέγουσι τον Χριστόν Υιόν του Θεού και Θεόν, μίαν υπόστασιν εν δυσίν αδιαιρέτοις και ασυγχύτοις ταίς φύσεσι γνωριζόμενον και τοις αυτών φυσικοίς ιδιώμασιν;
Καί συνεχίζει ο άγιος ημών Πατήρ Δαμασκηνός λέγων, «για μας είναι η αγαλλίασις και κάθε εόρτιος ευφροσύνη. Γιά μας ο Χριστός ώρισε τις εορτές. Οι ασεβείς δεν δύνανται να νιώσουν χαράν». (Ημίν ευφροσύνη και χαρά πάσα εόρτιος. Ημίν ο Χριστός τας εορτάς εκτετέλεκεν. Ου γαρ εστι χαίρειν τοις ασεβέσιν).
Όντως, αγαπητοί μου, οι ασεβείς, οι μη φοβούμενοι τον Θεόν αδυνατούν να κατανοήσουν «ότι ο Θεός φως εστιν», (Ιωάν. 1,5), και ότι το φως, δηλονότι ο Χριστός ελήλυθεν εις τον κόσμον», (Ιωάν. 3,19). Τούτο ακριβώς το φως ην η δόξα, την οποίαν έδειξεν ο Χριστός εις τους μαθητάς αυτού, ως ψάλλει και ο υμνωδός της Εκκλησίας: «Μετεμορφώθης εν τω όρει, Χριστέ ο Θεός, δείξας τοις μαθηταίς σου την δόξαν σου καθώς ηδύναντο. Λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς το φως το το αΐδιον, πρεσβείαις της Θεοτόκου, φωτοδότα δόξα Σοι».
Με άλλα λόγια, ο Χριστός, «μεταμορφωθείς επί των μαθητών αυτού έδειξε το αρχέτυπον κάλλος της εικόνος εν Εαυτώ την ανθρωπίνην αναλαβών ουσίαν». Τούτο σημάινει ότι ο Χριστός, τέλειος ων Θεός και τέλειος άνθρωπος, υπέδειξεν εις τους μαθητάς Του το αρχέτυπον κάλλος της εικόνος της απροσίτου και αοράτου Θεότητος Αυτού, ως λέγει και ο υμνωδός: «Εικών απαράλλακτε του Όντος ακίνητε σφραγίς αναλλοίωτε, Υιέ Λόγε σοφία και βραχίων, δεξιά Υψίστου σθένος Σε ανυμνούμεν συν Πατρί τε και Πνεύματι» και αλλαχού «ο χερσίν αοράτους, πλάσας κατ’ εικόνα σου Χριστέ τον άνθρωπον, το αρχέτυπόν Σου, εν τω πλάσματι κάλλος υπέδειξας, ουχ ως εν εικόνι, αλλ’ ως Αυτός ει κατ’ ούσίαν ο Θεός χρηματίσας και άνθρωπος».
Το αρχέτυπον τούτο κάλλος, δηλονότι το φως της απροσίτου δόξης του Χριστού, το όντως άχρονον φως και το απαύγασμα του Πατρός (Εβρ. 1,3) έλαμψεν υπέρ τον ήλιον εν τω όρει Θαβώρ και περιέχυσε τους αγίους Αποστόλους, ως ψάλλει ο υμνωδός: «Περιχυθέντες φωτί, της απροσίτου δόξης Θαβώρ εν όρει, οι Απόστολοι Χριστέ ανεβόησαν: Ο των Πατέρων Θεός ευλογητός ει».
Με άλλα λόγια, οι άγιοι Απόστολοι εγένοντο επόπται της μεγαλειότητος του Χριστού (Πετρ. Β’ 1,16), δηλονότι του θείου ακτίστου φωτός, την στιγμήν καθ’ ην περιεχύθησαν με την χάριν και την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος «και την θείαν ηλλοιώθησαν έκστασιν». Εν προκειμένω ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι οι Απόστολοι είδον το φως της Μεταμορφώσεως του Κυρίου ουχί με την φυσικήν λειτουργίαν της οράσεως αυτώ, αλλά με την δύναμιν του αγίου Πνεύματος.
Εις απόδειξιν δε τούτου επικαλείται την μαρτυρίαν του Παύλου, ο οποίος παραθέτει τους λόγους του Προφήτου Ησαΐου: «Αλλά καθώς γέγραπται, α οφθαλμός ουκ είδε και ούς ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν. ημίν δε ο Θεός απεκάλυψε διά του Πνεύματος αυτού· το γαρ Πνεύμα πάντα ερευνά, και τα βάθη του Θεού», (Α’ Κορ. 2, 9-10).
Ευχαριστήσωμεν Κυρίω τω Θεώ ημών και μετά του υμνωδού είπωμεν: «Διά της εν γνόφω θείας ομφής (φωνής), το πρόσωπον ποτέ εδοξάσθη Μωσής. Χριστός δε ως ιμάτιον, φως και δόξαν αναβάλλεται φωτός αυτουργός γαρ πεφυκώς, καταυγάζει τους μέλποντας. Ευλογείτε πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριον», Αμήν».
Ευθύς αμέσως πολύς λαός εν φόβω Θεού πίστει και αγάπη αλλά και συνωστισμώ προσήλθεν εις την θείαν Κοινωνίαν δι άφεσιν αμαρτιών, αγιασμόν και ζωήν την αιώνιον. Μετά την θείαν Κοινωνίαν και προ της Απολύσεως, ο Μακαριώτατος ανέγνωσε την ευχήν των σταφυλών κατά την τάξιν. Άμα τη Απολύσει’, ο ανακαινιστής ηγούμενος Αρχιμανδρίτης π. Ιλαρίων εδεξιώθη την Πατριαρχικήν συνοδείαν εις το ηγουμενείον.
Την πρωΐαν της εορτής προεξήρξε της θείας Λειτουργίας ο Σεβ. Μητροπολίτης Ναζαρέτ κ. Κυριακός τελεσθείσης εντός του Ιερού Ναού της Μεταμορφώσεως εν συμμετοχή ευσεβούς λαού αραβοφώνων του Πατριαρχείου εκ των Κοινοτήτων του βορείου Ισραήλ.
Την μεσημβρίαν ο ηγούμενος Αρχιμανδρίτης π. Ιλαρίων παρέθεσε εόρτιον τράπεζαν μετ’ ιχθύων εις την Πατριαρχικήν Συνοδείαν και άλλους.
β. Εις την Γεθσημανήν.
Εις την Γεθσημανήν και το Θεομητορικόν Μνήμα εωρτάσθη η εορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου διά θείας Λειτουργίας, της οποίας προεξήρξεν ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Λύδδης κ. Δημήτριος, συλλειτουργούντων αυτώ Αγιοταφιτών Ιερομονάχων, τη συμμετοχή ευσεβούς Εκκλησιάσματος εντοπίων και Ελλήνων προσκυνητών και τη φιλοξενία του ηγουμένου Αρχιμανδρίτου π. Νεκταρίου.
γ. Εις Ραμάλλαν
Εις Ραμάλλαν και εις την Ιεράν Μονήν της Μεταμορφώσεως του Πατριαρχείου εωρτάσθη η Μεταμόρφωσις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού διά θείας Λειτουργίας, της οποίας προεξήρξεν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καπιτωλιάδος κ. Ησύχιος εν συμμετοχή αθρόου Ελληνορθοδόξου αραβοφώνου εκκλησιάσματος της πόλεως, ψάλλοντος εν κατανύξει πολλή και συμμετοχή και προσελθόντος εις την θ. Κοινωνίαν.
Μετά την θ. Κοινωνίαν, την ευλογίαν των σταφυλών και την Απόλυσιν, ο δραστήριος Αρχιμανδρίτης π. Γαλακτίων εδεξιώθη εις το ηγουμενείον την Αρχιερατικήν Συνοδείαν, τη μεσημβρία δε παρέθεσεν εις αυτήν εόρτιον τράπεζαν μετ’ ιχθύων εις εστιατόριον της πόλεως.