Την Κυριακή,15 Μαρτίου, εορτάσθη υπό του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων η εορτή της προσκυνήσεως του Τιμίου Σταυρού με την λαμπρότητα που της αρμόζει.
Α’ Εσπερινός.
Την 13.45 μ.μ. ώραν ανεγνώσθη η Θ’ Ώρα εις τον Μοναστηριακόν Ναόν των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, συνεχεία δε, των κωδώνων κρουομένων, η Αγιοταφιτική Συνοδεία, τη προπορεύσει του ηγουμένου αυτής, Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου κατήλθεν εις τον Πανίερον Ναόν της Αναστάσεως.
Ενταύθα εν πρώτοις έλαβε χώραν η υποδοχή και η προσκύνησις μετά θυμιάματος εις την Αγίαν Αποκαθήλωσιν και η προσκύνησις εις τον Πανάγιον Τάφον, των ψαλτών ψαλλόντων το «Σώσον Κύριε τον λαόν σου».
Εν συνεχεία έλαβε χώραν η είσοδος εις το Καθολικόν, η ευλογία υπό του Μακαριωτάτου Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, η κρούσις των σημάντρων, η προσκύνησις υπό των Συνοδικών εις τον Φρικτόν Γολγοθάν και το θυμίαμα υπό των διακόνων ανά τα προσκυνήματα.
Εν συνεχεία ετελέσθη ο Εσπερινός μετ’ Ανοιξανταρίων, ψαλλομένων υπό του πρωτοψάλτου του Ναού της Αναστάσεως Αρχιμανδρίτου π. Αριστοβούλου, μετά Μεγάλης Εισόδου και Αρτοκλασίας.
Τού Εσπερινού απολυθέντος, ηκολούθησε επίσημος άνοδος εις τα Πατριαρχεία.
Β’ Ανήμερα της εορτής.
Την πρωίαν της Κυριακής της Σταυροπρόσκυνήσεως, 2ας /15ης Μαρτίου 2015, εσυνεχίσθη ο εορτασμός της προσκυνήσεως του Τιμίου Σταυρού διά της επισήμου καθόδου των Αγιοταφιτών από του Πατριαρχείου εις τον Ναόν της Αναστάσεως.
Άμα τη αφίξει, ο προεξάρχων της πανηγύρεως Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος προσεκύνησεν εις την Αγίαν Αποκαθήλωσιν και τον Άγιον Τάφον, αφ’ ου προηγουμένως ενεδύθη μανδύαν.
Εισελθών εις το Καθολικόν ο Μακαριώτατος και ευλογήσας, ανήλθεν επί του Θρόνου, ένθα, εν ω εκρούοντο τα σήμαντρα, προσήλθον οι ιερείς και οι διάκονοι και «έλαβον καιρόν».
Μετά ταύτα και εν ω εψάλλετο τον «Δεσπότην και Αρχιερέα» ως και το «άνωθεν οι προφήται», «έλαβε καιρόν» και ο Μακαριώτατος και εισήλθεν εις το Ιερόν και μετά τον αδελφικόν ασπασμόν μετά των Αρχιερέων, ενεδύθη πλήρη στολήν ως και οι Αρχιερείς.
Μετά ταύτα, εξελθόντων πάντων εις τον χώρον ενώπιον του Αγίου Κουβουκλίου ήρξατο η θεία Λειτουργία διά του «ευλογημένη», προεξάρχοντος της Α.Θ.Μ. του Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου και συλλειτουργούντων Αυτώ των Σεβασμιωτάτων Αρχιερέων Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, Σεβασμιωτάτων Αρχιεπισκόπων Γεράσων κ. Θεοφάνους, Αβήλων κ. Δωροθέου, Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, Σεβαστείας κ. Θεοδοσίου και Λύδδης κ. Δημητρίου, του παρεπιδημούντος εκ της Εκκλησίας της Ουκρανίας Σερβίας Θεοφιλεστάτου Σεβασμιωτάτου Επισκόπου Καμινιέσκ-Ποντόλσκ κ. Αγαπητού, Αγιοταφιτών Ιερομονάχων και άλλων παρεπιδημούντων εξ άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών του Αρχιδιακόνου π. Ευλογίου και των διακόνων Μάρκου και Αναστασίου, ψάλλόντων Ιεροψαλτών υπό την Διεύθυνσιν του Πρωτοψάλτου του Ναού της Αναστάσεως Αρχιμανδρίτου π. Αριστοβούλου και μετέχοντος ευσεβούς πολυπληθούς εκκλησιάσματος εξ Ιεροσολύμων, Ελλάδος, Ρωσίας και Ρουμνίας.
Η θεία Λειτουργία ετελέσθη επί του Παναγίου και Ζωοδόχου Τάφου. Μετά την θ. Λειτουργίαν ηκολούθησεν η είσοδος εις το Καθολικόν και εν συνεχεία η έξοδος από της Ωραίας Πύλης αυτού και η έναρξις της λιτανείας τρις πέριξ του Παναγίου Τάφου, εις την Αγίαν Αποκαθήλωσιν εις τα πέριξ του Ιερού Βήματος του Καθολικού προσκυνήματα, το παρεκκλήσιον των Κλαπών και το «Μη μου άπτου», εν ω εψάλλοντο τα εις έκαστον τούτων διατεταγμένα τροπάρια.
Άμα τη εισόδω πάλιν εις το Καθολικόν έληξεν η λιτανεία διά του «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών».
Ενταύθα, των κωδώνων κρουομένων, επηκολούθησεν η άνοδος εις τα Πατριαρχεία.
Ενταύθα ο Μακαριώτατος προσεφώνησεν τους Αγιοταφίτας Πατέρας και τον λαόν διά της κάτωθι προσφωνήσεως αυτού ελληνιστί ως έπεται:
«Χαίροις ο ζωηφόρος σταυρός, της Εκκλησίας ο ωραίος παράδεισος, το ξύλον της αφθαρσίας, το εξανθήσαν ημίν, αιωνίου δόξης την απόλαυσιν», αναφωνεί ο μελωδός της Εκκλησίας.
Εξοχώτατε κύριε Πρέσβυ και Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος,
Σεβαστοί άγιοι Πατέρες και αγαπητοί αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί.
Σήμερον, τρίτη Κυριακή των Νηστειών, η Αγία ημών Εκκλησία εορτάζει την προσκύνησιν του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού.
Καί τούτο, διότι κατά τον θείον Παύλον, «ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστι, τοις δε σωζομένοις δύναμις Θεού εστι», (Α’ Κορ. 1,18).
Αυτής ακριβώς της δυνάμεως του Θεού εγενόμεθα κοινωνοί διά της προσκυνήσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Είναι δε Ζωοποιός ο Σταυρός του Χριστού, διότι εποτίσθη εκ του απολυτρωτικού αίματος και ύδατος, που εξήλθεν εκ της νυγείσης αυτού πλευράς, (Ιωάν. 19,34).
Όταν δε προσκυνώμεν τον Τίμιον Σταυρόν, προσκυνούμεν αυτόν τούτον τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, ο Οποίος εθυσιάσθη επί του Σταυρού, «ίνα λυτρώσηται ημάς από πάσης ανομίας και καθαρίση εαυτώ λαόν περιούσιον», ως κηρύττει ο μέγας Παύλος, (Τιτ. 2,14).
Η νηστεία της Αγίας Τεσσαρακοστής εις ουδέν άλλο τι σκοπεύει, ει μη μόνον εις τον διά της μετανοίας και εγκρατείας καθαρισμόν των ψυχών και των σωμάτων ημών από παντός πάθους και ακαθαρσίας.
Τον καθαρισμόν τούτον είχον οι μαθηταί και Απόστολοι του Χριστού και πάντες, όσοι κατώρθωσαν να γίνουν μιμηταί αυτών. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται», λέγει Κύριος (Ματθ. 5,8).
Με άλλα λόγια, αγαπητοί μου, οι καθαροί τη καρδία θα τύχουν της απολαύσεως της αιωνίου δόξης, της εξανθησάσης εκ του ξύλου της αφθαρσίας, δηλονότι του ζωηφόρου Σταυρού του ωραίου Παραδείσου της Εκκλησίας, ως λέγει και ο μελωδός.
Διά τούτο λοιπόν μετά του υμνωδού είπωμεν: «Σταυρέ πανσεβάσμιε καθαγίασον ημών, τας ψυχάς και τα σώματα, τη δυνάμει σου και παντοίως εκ βλάβης εναντίων, διατήρησον ατρώτους, τους ευσεβώς προσκυνούντάς σε» (1ον τροπάριον αίνων Όρθρος Κυριακής Γ’ Νηστειών),
Έτη πολλά και ευλογημένος ο υπόλοιπος της νηστείας καιρός. Αμήν».
Μετά ταύτα ηκολούθησεν ο αδελφικός ασπασμός και ο ασπασμός της χειρός του Μακαριωτάτου.