Στο Ζαμπάπδε βρέθηκε χθες, Κυριακή 28 Ιουνίου, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.Θεόφιλος όπου ιερούργησε αλλά και έθεσε τον θεμέλιο λίθο σε Ελληνορθόδοξο Ναό της κοινότητας.
Το ανακοινωθέν του Πατριαρχείου αναφέρει: «Την Κυριακήν, 15ην / 28ην Ιουνίου 2015, η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος προεξήρξε της θ. Λειτουργίας εις τον Ιερόν Ναόν του Ελληνορθοδόξου Αραβοφώνου Κοινότητος της κώμης Ζαμπάπδε.
Η κώμη αύτη ευρίσκεται εις απόστασιν ημισείας ώρας αυτοκινητιστικώς από του Φρέατος του Ιακώβ εις την Νεάπολιν προς τον βορράν.
Μετά την θερμήν υποδοχήν υπό των Προσκόπων και των κατοίκων άμα τη αφίξει ο Μακαριώτατος προεξήρξε του Όρθρου και της θ. Λειτουργίας, συλλειτουργούντων Αυτώ του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναζαρέτ κ. Κυριακού, του Γέροντος Αρχιγραμματέως Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου και του ηγουμένου του Φρέατος Αρχιμανδρίτου Ιουστίνου, του Ιερέως Προισταμένου της ενορίας της κώμης ταύτης και εν ταυτώ της κώμης του Τουμπάς,π. Ήσσα Τούμα καθ’ ότι ακριτική η περιοχή αύτη και των Αγιοταφιτών διακόνων, ψαλλόντων βυζαντινώ τω ύφει εις την αραβικήν ψαλτών της ενορίας ταύτης, βοηθουμένων υπό του λαού, ανδρών και γυναικών παρακολουθούντων εν κατανύξει πολλή.
Εις το Κοινωνικόν της θ. Λειτουργίας εκήρυξε τον θείον λόγον ο Μακαριώτατος, έχοντα ως έπεται:
«Λέγω δε υμίν, ότι πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσι και ανακλιθήσονται μετά ᾿Αβραάμ και ᾿Ισαάκ και ᾿Ιακώβ εν τη βασιλεία των ουρανών, οι δε υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον· εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων. και είπεν ο ᾿Ιησούς τω εκατοντάρχω· ύπαγε, και ως επίστευσας γενηθήτω σοι. και ιάθη ο παίς αυτού εν τη ώρα εκείνη», (Ματθ. 8,11-13) αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί,
«Χαίρωμεν και αγαλλιώμεθα και δώσωμεν την δόξαν αυτώ», (Αποκ. 19,7) τω Θεώ και Σωτήρι ημών Ιησού Χριστώ, ότι ηξίωσεν ημάς της μεθ’ ημών Κοινωνίας εν τη ενότητι της πίστεως και της χάριτος του Αγίου Αυτού Πνεύματος σήμερον εν τη ευφορωτάτη πόλει υμών Ζαπάμπδε.
Λέγομεν «εν τη ενότητι της πίστεως και της κοινωνίας του Αγίου Πνεύματος», του Πνεύματος του Χριστού, διότι κατά τον ευαγγελιστήν Ιωάννην «αύτη εστίν η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών. Τις εστιν ο νικών τον κόσμον ει μη ο πιστεύων ότι Ιησούς εστιν ο υιός του Θεού; Ούτος εστιν ο ελθών δι’ ύδατος και αίματος Ιησούς Χριστός. Ουκ εν τω ύδατι μόνον αλλ’ εν τω ύδατι και τω αίματι. Καί το Πνεύμά εστι το μαρτυρούν ότι το Πνεύμα το Άγιόν εστιν η αλήθεια» (Α’ Ιωάν. 5, 5-6).
Αυτή ακριβώς η πίστις του Εκατοντάρχου της Ευαγγελικής περικοπής είναι εκείνη, η οποία «ιάσατο τον παίδα αυτού» (Λουκ. 9,42) «Συ δε μοι τούτο σκόπει μόνον, ότι ούτος Εκατόνταρχος επίστευσε και ότι εκείνος παίς ιάθη», παρατηρεί ο Ιερός Χρυσόστομος. Αυτή η πίστις θα μας καταστήση αξίους της βασιλείας του Θεού, ως κηρύττει ο μέγας Παύλος λέγων «ει γε επιμένετε τη πίστει τεθεμελιωμένοι και εδραίοι και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου ου ηκούσατε, του κηρυχθέντος εν πάση τη κτίσει τη υπό τον ουρανόν, ου εγενόμην εγώ Παύλος διάκονος», (Κολ. 1, 23).
Εις το ερώτημα τι σημαίνει πίστις; Πάλιν απαντά ο θείος Παύλος λέγων «εστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων» (Εβρ. 11,1) και προσθέτει λέγων, ότι πάντες οι άγιοι της Εκκλησίας του Χριστού «οι διά πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, έφυγον στόματα μαχαίρας, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, εγενήθησαν ισχυροί εν πολέμω, παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων», ( Εβρ. 11,33-34).
Με άλλα λόγια, η πίστις είναι αυτή η οποία παρέχει την δυνατότητα εις την διάνοιαν του ανθρώπου να ερευνήση την Ιεράν Ιστορίαν τουτέστιν τας αγίας Γραφάς, αι οποίαι κατά την ομολογίαν του Χριστού, «εκείναί εισιν αι μαρτυρούσαι περί εμού» (Αυτού), (Ιωάν. 5,39).
Η δε διάνοια κεκαθαρμένη και φωτιζομένη υπό του Αγίου Πνεύματος, του Πνεύματος της αληθείας, οδηγείται εις την θέωσιν, δηλονότι την μετά Θεόν ένωσιν. Την ένωσιν ταύτην μετά του Θεού, δηλαδή με τας ακτίστους ενεργείας του Θεού, επέτυχαν πάντες οι άγιοι. Βεβαίως η πίστις των αγίων δεν είναι απλή παραδοχή της υπάρξεως του Θεού, αλλά τρόπος εν τη πράξει της κατά Χριστόν ζωής. «Ου πας ο λέγων μοι Κύριε Κύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ᾿ ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς», (Ματθ. 7,21). Τούτο σημαίνει ότι ο ενάρετος βίος αποκαλύπτει τον άρρητον πλούτον του μυστηρίου της πίστεως, ως λέγει ο θείος Παύλος: Να κατέχωμεν την μυστηριώδη αλήθειαν της πίστεως, συντροφευομένην με βίον άμεμπτον και καθαράν συνείδησιν . «Έχοντες το μυστήριον της πίσεως εν καθαρά συνειδήσει» ( Α’ Τιμοθ. 3,9) «Η αρετή γαρ οδός φέρουσα εις Θεόν», λέγει ο Ζιγαβηνός. Κατά τον άγιον Ιωάννην της Κλίμακος, η πίστις συνοδευομένη υπό της ελπίδος και αγάπης αποτελεί τον σύνδεσμον τον επισφίγξαντα και κρατούντα πάσας τας αρετάς», (Λόγος τριακοστός).
Η ένσαρκος παρουσία του Θεού Λόγου, Κυρίου δε ημών Ιησού Χριστού εν μέσω ημών των ανθρώπων, η αξιοθαύμαστος διδασκαλία Αυτού ως και τα θαύματα και σημεία, α εποίει, συνέβαλαν εις την υπό των ανθρώπων απόκτησιν πίστεως. Το γεγονός τούτο της εν μέσω ημών φυσικής παρουσίας του Χριστού εξακολουθεί από την ημέραν της εις ουρανούς Αναλήψεως του Χριστού διά της εις κόσμον αποστολής του Παρακλήτου, δηλονότι του Αγίου Πνεύματος του ενοικούντος και ενεργούντος διά της Εκκλησίας, η οποία είναι το θεανθρώπινον Σώμα Αυτού, ( του Χριστού).
Η αγία του Χριστού Εκκλησία, αγαπητοί μου, είναι ο τόπος του αγιάσματος της δόξης του Θεού. Είναι ο τόπος, ένθα τα αόρατα γίνεται ορατά και τα ανεπαίσθητα αισθητά. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες», λέγει ο Κύριος, (Ιωάν. 20,29)
Θείον όργανον του Παρακλήτου, δηλονότι του Αγίου Πνεύματος, ανεδείχθη τη δυνάμει και ενεργεία της πίστεως και ο σήμερον εορταζόμενος άγιος Προφήτης Αμώς, ο οποίος ήτο Πατήρ του προφήτου Ησαΐου και εγεννήθη εν Θέκους της Παλαιστίνης. Η πίστις του, αφ’ ενός μεν τον ανέδειξε μυσταγωγόν των υπέρ νούν μυστηρίων του Θεού, αφ’ ετέρου δε καθαρόν οικητήριον της θείας του Πνεύματος ενεργείας. Διά τούτο και ηξιώθη του προορατικού και προφητικού χαρίσματος.
Ο Εκατόνταρχος της Ευαγγελικής περικοπής προβάλλεται υπό του Ιησού Χριστού ως επαινετόν παράδειγμα προς μίμησιν. Καί τούτο διότι ήτο ετερόθρησκος και μάλλον Ρωμαίος ειδωλολάτρης. «Ούτος ανεκλίθη, δηλαδή εισήλθεν εις την βασιλείαν των Ουρανών» ( Ματθ. 8,11). Αντιθέτως, «οι υιοί της βασιλείας», δηλαδή όσοι κατ’ όνομα μόνον θεωρούνται μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, «εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον», (Ματθ. 8,12).
Ο Χριστός, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι το φως του κόσμου. «Ο πιστεύων εις αυτόν ου κρίνεται, ο δε μη πιστεύων ήδη κέκριται, ότι μη πεπίστευκεν εις το όνομα του μονογενούς υιού του Θεού. αύτη δε εστιν η κρίσις, ότι το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον, και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος η το φως», (Ιωάν. 3,18-19)
Δεηθώμεν του Θεού και Σωτήρος ημών Χριστού και ταίς ικεσίαις της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και του Αγίου Προφήτου Αμώς, είπωμεν αυτώ «μετά δακρύων πιστεύω Κύριε∙ βοήθει μοι τη απιστία», (Μαρκ. 9,24). Αμήν.
Άμα τη Απολύσει ο Μακαριώτατος ετίμησε διά σταυρού Οικονόμου τον ιερέα π. Ήσσα Τούμα, και έδωσε το Αντίδωρον και εικόνας εις ένα έκαστον των πιστών, ευφραινομένων τη παρουσία Αυτού.
Μετά την θ. Λειτουργίαν ηκολούθησε πορεία λιτανείας τη προπορεύσει του Σώματος των Προσκόπων προς το κέντρον της πόλεως. Ενταύθα ο Μακαριώτατος ετέλεσε τον Αγιασμόν και έθεσεν εκ νέου τον θεμέλιον λίθον της αρξαμένης να ανεγείρεται προ τριακονταετίας Εκκλησίας της Θεοτόκου ως βάσιν και αρχήν διά να συνεχίση να ανεγείρεται εκ νέου.
Εις την τελετήν ταύτην ωμίλησεν και ηυχαρίστησε τον Μακαριώτατον διά την πρωτοβουλίαν ταύτην και την τοποθέτησιν του θεμελίου λίθου ο Προιστάμενος της Εκκλησίας π. Νταούντ Τούμα, ο Δήμαρχος της πόλεως κ. Σάμη, ο Αναπληρωτής- Νομάρχης της περιοχής και η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων διά της κάτωθι προσφωνήσεως Αυτού αραβιστί, ίδε ηλεκτρονικόν σύνδεσμον και επέδωσε χρηματικήν εισφοράν εις τον Δήμαρχον και την Εκκλησίαν διά την έναρξιν των έργων της Ορθοδόξου Εκκλησίας παρά τω τεμένει, όπερ δηλοί την ειρηνικήν συνύπαρξιν Χριστιανών και Μουσουλμάνων και προσέφερε την προσφάτως εκδοθείσαν Καινήν Διαθήκην υπό του Πατριαρχείου αραβιστί και η Επιτροπή προσέφερε τω Μακαριωτάτω πλακέτταν αναμνηστικήν του γεγονότος».






