Πανηγυρικό το κλίμα στους εορτασμούς για την 28η Οκτωβρίου στους Αγίους Τόπους.
Αναλυτικά:
Το απόγευμα της Τρίτης, 15ης /28ης Οκτωβρίου 2014, έλαβε χώραν σεμνή σχολική εκδήλωσις εις την Σχολήν της Αγίας Σιών επί τη εθνική εορτή της 28ης Οκτωβρίου 1940.
Εις την εορτήν ταύτην παρέστη εκ μέρους του Πατριαρχείου η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συνοδευόμενος υπό του Πατριαρχικού Επιτρόπου Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, του Γέροντος Αρχιγραμματέως Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, του Γέροντος Σκευοφύλακος Αρχιεπισκόπου Ιεραπόλεως κ. Ισιδώρου και εκ μέρους του Γενικού Ελληνικού Προξενείου ο εξοχώτατος Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Γεώργιος Ζαχαριουδάκης μετά της εριτίμου συζύγου αυτού, Αγιοταφιτών Πατέρων, μοναχών και μελών της Ελληνικής Παροικίας.
Η εορτη αύτη περιελάμβανε πρόλογον του Σχολάρχου π. Νικολάου Ζέρβη ως έπεται:
Μακαριώτατε,
εκλαμπρότατε Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος,
Σεβασμιώτατε Πρόεδρε της Σχολικής Εφορίας,
Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς,
σεβαστοί Πατέρες,
αγαπητοί συνάδελφοι, αγαπητά μας παιδιά,
κυρίες και κύριοι,
Μέσα στον σημερινό κόσμο, τον πανικόβλητο και εξουθενωμένο από την βίωση μιάς πολύπλευρης κρίσης οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής και ηθικής, ο συνειδητοποιημένος εορτασμός των μεγάλων γεγονότων της Ιστορίας μας επιβάλλεται περισσότερο από ποτέ από την ανάγκη εθνικού αυτοπροσδιορισμού, την ανάγκη εντοπισμού και μελέτης χαρακτήρων, ψυχικών δυνάμεων και φθοροποιών αντιφάσεων.
Επιβάλλεται από την ανάγκη παραδοχής, πως ο Εχθρός δεν είναι πρόδηλος, όπως ήταν την 28ην Οκτωβρίου 1940, αφ᾽ου ο Εχθρός, σήμερα, είναι το πνεύμα του καιρού, η ομογενοποιημένη αντίληψη και ο άβουλος και αντινομικός εαυτός μας.
Επιβάλλεται ο εθνικός εορτασμός από το γεγονός της χαλαρότητος συνοχής και κοινωνίας των πολιτών και της συνειδητοποιήσεως της μεγάλης αλήθειας, πως το απολεσθέν αγαθό δεν είναι σήμερα τόσο η ευμάρεια, όσο η Ελευθερία και η ανάγκη ενδυναμώσεως των στοιχείων της ταυτότητάς μας, την επανοικειοποίηση των οποίων προσδοκούμε από αυτούς τους εορτασμούς.
Η 28η Οκτωβρίου 1940, την οποία με εθνική υπερηφάνεια μέσα σε μία ατμόσφαιρα κατανύξεως και εθνικού διονυσιασμού εορτάζομε σήμερα ανά την Υφήλιο, είναι ένα υπέρλαμπρο αστέρι που φωτίζει προβολικά τους εθνικούς μας βηματισμούς, γιατί σε μία ώρα που οι λαοί της γης, υποτεταγμένοι σε μία αδυσώπητη πραγματικότητα παραδίδονταν πανικόβλητοι στον Χιτλερικό Μινώταυρο, η μικρή Ελλάδα είχε την τόλμη να υψώσει το ανάστημά της και να προτάξει υπερήφανα τα στήθη της, για να εμψυχώσει την αποθαρρυμένη Ευρώπη και ν’ αντιστρέψει της ιστορίας το ρυθμό.
Αυτό είναι το μεγαλειώδες και ιδιάζον χαρακτηριστικό γνώρισμα του χαριτόβρυτου Ελληνικού λαού, με πάγια αιχμή του εθνικού του δόρατος μία ασυναγώνιστη φωτεινή πνευματική αιθρία, που του δίνει την δύναμη να ξεσηκώνεται πάνδημα και κάποιες φορές, σαν άλλος μυθολογικός Φοίνικας, να αναδύεται αναστημένος μέσα από την τέφρα του, για να διδάσκει την τέχνη κατοχής της δυνάμεως του αυτοπολλαπλασιασμού και της υπερβάσεως του μέτρου και της αντοχής της ανθρωπίνης, όταν η ιστορική στιγμή το επιτάσσει.
Το «Όχι», το μεγάλο αυτό «Όχι» της φυλής «λέξη βαριά, ακέραιη, χωρίς ενδοιασμούς ειπωμένη, που γίνεται πεπρωμένο λαού», δεν είναι το πρώτο που λέγεται, μα ούτε και το τελευταίο. Δεν είναι το πρώτο θαύμα της φυλής, μα ούτε φυσικά το τελευταίο. Είναι η μεγάλη πράξη που παιδαγωγεί και συντελεί, ώστε να συνειδητοποιήσει η ανθρωπότητα, πως όλα δεν χάθηκαν, ποτέ δεν χάνονται, όταν η Ελλάδα είναι όρθια.
Το «Όχι», λοιπόν, ήταν μια στάση ζωής βιωμένη μέσα στον ιστορικό χρόνο και χώρο, πελεκημένη με αλήθεια και φως, αγιασμένη και καταξιωμένη από γενιές και γενιές Ελλήνων που γνώριζαν και γνωρίζουν να μετουσιώνουν τις μεγάλες ιδέες σε μεγάλες πράξεις.
Αυτό το «Όχι» της σύγχρονης Ελλάδας χειροκροτήθηκε τότε με θέρμη από όλους τους λαούς της γης, όπως σε άλλες κρίσιμες για την ανθρωπότητα στιγμές χειροκροτήθηκε το «Όχι» του Λεωνίδα στις Θερμοπύλες, το «Όχι» του Θεμιστοκλή στη Σαλαμίνα, το «Όχι» του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στη Βασιλεύουσα, το «Όχι» του Αθανασίου Διάκου στην Αλαμάνα, το «Όχι» των παρθενόψυχων γυναικών στο Ζάλογγο, το «Όχι» του Καψάλη στο Κούγκι, το «Όχι» των ελευθέρων πολιορκημένων στο Μεσσολόγγι, το «Όχι» του ηγουμένου Γαβριήλ στο θρυλικό Αρκάδι.
Κάθε μία από τις σκληρές και ολοκαυτωτικές μας συγκρούσεις καθ’ όλη την διάκεια της ανελέητης αντιπαραθέσεως μας με τις αξονικές δυνάμεις εξακοντιζόταν στα πέρατα του κόσμου μ’ ουρανόμακρη λάμψη, πρώτα σαν υπέροχη φρονηματιστική λειτουργική πράξη, σαν άσπιλος βωμός παρθενόψυχων αγωνιστών και ύστερα σαν ολοφώτεινο μετέωρο, που οριοθετούσε χρονικά το τέλος της εφιαλτικής αξονικής νύκτας.
Πού βρήκαν, άραγε το σθένος και την τόλμη οι ήρωές μας να αντιπαραταχθούν στον Γολιάθ της εποχής; Η Ιστορία απαντά με τον δικό της τρόπο στο ερώτημα αυτό, λαμβάνοντας υπ’ όψιν πως η παράτολμη αυτή ενέργεια είναι στοιχείο εκφράσεως ενός λαού που πριν χιλιάδες χρόνια αυτόφωτος πρωτοπόρος κι οδηγός, εδημιούργησε το κέντρο της Ιστορικής ζωής και συνεχώς έκτοτε διεκδικεί μεγαλύτερο ποσοστό στην συνολική δημιουργία και τον Ηράκλειο άθλο.
Εβδομήντα τέσσερα χρόνια έχουν περάσει από την 28η Οκτωβρίου 1940 και οι Έλληνες με παγωμένο χαμόγελο στα χείλη έχουν κληθεί να πολεμήσουν σήμερα έναν άλλον εχθρό. Μόνο που ο εχθρός αυτός είναι απροσδιόριστος, είναι απρόβλεπτος. Περιστασιακά ονομάζεται «διαφθορά, διαπλοκή, ευρωπαικοί και διεθνείς οργανισμοί» που σπεύδουν να μας βοηθήσουν με τρόπο όμως και μέσα που υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής μας, που σπρώχνουν στην απόγνωση και περιθωριοποιούν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες και προξενούνται ερωτηματικά για την διατήρηση της Εθνικής μας κυριαρχίας. Ονομάζεται ακόμα ο εχθρός αυτός «συντεχνίες, πολιτική απαξίωση, πνευματική ατροφικοποίηση, οικονομική εξουθένωση».
Η παρούσα κρίση, κρίση αξιών, κρίση θεσμών, οικονομική κρίση, ταράσσει τις βεβαιότητες, διαλύει τα στερεότυπα και μας προκαλεί να αντιληφθούμε ποιοί είμαστε και που πάμε. Υπ’ αυτήν την έννοια έχει αναλογίες με τον πόλεμο του 1940 και το αντιστασιακό πνεύμα που διατρέχει και χαρακτηρίζει την Ελληνική Ιστορία.
Περισσότερο από ποτέ, πλέον ή επιβεβλημένη είναι σήμερα η επαναπροσέγγιση των ιστορικών συμβάντων, η επανερμηνεία τους στην συγχρονική σύμφραση, η αναζήτηση κοινού υφαδιού για την σύνθεση της απολύτως αναγκαίας αυτογνωσίας και η ανάγκη να τοποθετήσωμε τους μονήρεις εαυτούς μας σ’ ένα ευρύτερο και ενοποιό. Εμείς σε συνύφανση με τις απαιτήσεις μιάς ρευστής συγχρονίας.
Οι αξίες που μας κληροδότησε η γενιά του 1940 δεν είναι παρωχημένες έννοιες. Παραμένουν επίκαιρες, αρκεί να απεγκλωβιστούμε από το παρόν και αντλώντας δύναμη από το παρελθόν να ατενίσωμε με ελπίδα το μέλλον, αντιτάσσοντας στην Ελλάδα που μας πονά, την Ελλάδα που μας εμπνέει.
Καί σήμερα μπορούμε να κάμομε θαύματα, αρκεί να μετατρέψωμε τα διλήμματα σε οράματα. Το χρωστάμε, όσο επώδυνο κι αν είναι, στους εαυτούς μας. Το χρωστάμε σ’ αυτούς που έγραψαν το έπος του 1940.
Στο πείσμα των σημερινών πολύπτυχων συγκυριών εμείς, οι ολβιοκληρονόμοι του πνευματέμφορου ιστορικού μας μεγαλείου και εκδήλως καυχώμενοι για τους πατέρες μας, θα τιμήσωμε την Εθνική, αλλά και παγκόσμια προσφορά τους, καθώς και τις θυσίες τους, αν συνεχίσωμε τον δρόμο που χάραξαν ενωμένοι, αδιάσπαστοι, Ορθοδοξο-χριστιανικώς βιούντες και αδελφωμένοι, τόσο στην Μητροπολιτική Ελλάδα, όσο και στις χώρες υποδοχής της Αποδήμου Ελληνικής Πανστρατιάς».
Η εορτή εσυνεχίσθη με τον πανηγυρικόν της ημέρας υπό του φιλολόγου καθηγητού κ. Κωνσταντίνου Κωμοδίκη, και την απαγγελίαν ποιημάτων υπό των δοκίμων μαθητών της Σχολής υπό την καθοδήγησιν της φιλολόγου καθηγητρίας κ. Ελένης Οικονόμου, πατριωτικά άσματα υπό την καθοδήγησιν του Πρωτοψάλτου του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως Αρχιμανδρίτου Αριστοβούλου και εκτέλεσιν μουσικών ασμάτων υπό της σολίστ βιολιού δίδος Φραντζέσκας Ρόκκα.
Διά της σχολικής εκδηλώσεως ταύτης εγένετο μνεία και παρουσίασις της δικτατορικής Ιταλικής και Γερμανικής επιθέσεως κατά της χώρας ημών κατά τον Β’ Παγκόσμιον πόλεμον, της υπονομεύσεως της εδαφικής ακεραιότητος αυτής και της στερήσεως ελευθερίας των Ελλήνων και των αγώνων αυτών μετά στερήσεων, κακουχιών, απωλειών και αιματηρών θυσιών διά την επανάκτησιν της ελευθερίας αυτών, ως δώρου αυτοίς του μεγάλου Θεού ημών και των προγόνων αυτών.
Εις το τέλος της τελετής ταύτης ο Μακαριώτατος Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος επήνεσε τον Σχολάρχην π. Νικόλαον Ζέρβην, τους καθηγητάς και μαθητάς διά την επιμέλειαν, επίδοσιν και απόδοσιν αυτών εις την συγκινητικήν ταύτην εορτήν ως φόρου ευγνωμοσύνης προς τους αγωνιστάς του 1940 και παρώτρυνεν αυτούς να συνεχίσουν εν εκπαιδευτική και μαθητική ευσυνειδησία το εκπαιδευτικόν και μαθητικόν έργον αυτών επ’ ωφελεία του Πατριαρχείου και του έθνους ημών.