Την ημέρα του Πάσχα, στις 13.00μ.μ., έλαβε χώρα η τελετή της Δευτέρας Αναστάσεως ή της Αγάπης, ως έχει επικρατήσει, εις το Καθολικό του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως.
Η τελετή αύτη, η υπό πολλών χαρακτηριζομένη ως λαμπροτέρα των του Πατριαρχείου, ήρξατο αρχικώς εν τη αίθούση του Θρόνου. Ενταύθα ανεγνώσθη η Πασχάλιος Θ´ Ώρα «Χριστός Ανέστη» εκ γ’, «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι» εκ γ κ.τ.λ., αφ’ ου προηγουμένως ενεδύθησαν πλήρη την Αρχιερατικήν αυτών στολήν ο προεξάρχων της τελετής ταύτης Μακαριώτατος Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος και οι Αρχιερείς και οι Αγιοταφίται Ιερομόναχοι, εν ω εψάλλετο υπό των Ιεροψαλτών Αρχιμανδρίτου π. Αριστοβούλου και του Αγιορείτου μοναχού π. Ιωσήφ το μελωδικόν αργόν «Χριστός Ανέστη».
Της Θ´ ώρας πληρωθείσης, ήρξατο η επίσημος κάθοδος από του Πατριαρχείου εις τον Ναόν της Αναστάσεως, των κωδώνων χαρμοσύνως κρουομένων, των ψαλτών ψαλλόντων και των πιστών δεξιά και αριστερά της οδού εν χαρά και αγαλλιάσει υποδεχομένων και άνευ βροχοπτώσεως κατά την κάθοδον, εν ω επιπτε συχνή βροχή κατά το Μέγα Σάββατον και την Κυριακήν του Πάσχα.
Προ της Αυλής του Ναού της Αναστάσεως ανεπέμφθη δέησις υπό του Πατριάρχου, παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Γεωργίου Ζαχαριουδάκη και πολλών προσκυνητών.
Άμα τη εισόδω εις το Καθολικόν έλαβε χώραν ο Αναστάσιμος Εσπερινός αρχόμενος διά του «Δόξα τη Αγία και Ομοουσίω και Ζωοποιώ και Αδιαιρέτω Τριάδι», της Μεγάλης Εισόδου διά του πολυτελούς και βαρέος Ευαγγελίου, του κεκοσμημένου διά σμάλτου, κρατουμένου υπό δύο διακόνων, και εν συνεχεία διά της αναγνώσεως της Ευαγγελικής περικοπής της Αναστάσεως εκ του κατά Ιωάννην Αγίου Ευαγγελίου: «Ούσης οψίας τη ημέρα εκείνη τη μια των Σαββάτων και των θυρών κεκλεισμένων διά τον φόβον των Ιουδαίων…», ελληνιστί, αραβιστί, ρουμανιστί, εβραιστί, ρωσιστί, γερμανιστί και αγγλιστί και γερμανιστί.
Τού εσπερινού απολυθέντος η Πατριαρχική Συνοδεία ανήλθε εν πομπή, των κωδώνων κρουομένων, εις το Πατριαρχείον.