Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Η παρουσία της Πολιτείας στην επίσημη έναρξη της Συνόδου στην Κρήτη ήταν κάτι το απαραίτητο. Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση αποτελείται από πολλά άθρησκα μέλη, που επιδιώκουν να περιθωριοποιήσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Όμως αντελήφθησαν ότι για σοβαρούς λόγους εθνικούς και θρησκευτικής γεωστρατηγικής ήταν απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπων της Κυβέρνησης στην Κρήτη. Κάτι που έγινε. Επί πλέον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Πρ. Παυλόπουλος άριστα συμπεριφέρθηκε ως οικοδεσπότης, που ήταν, και παρέθεσε γεύμα στους φιλοξενούμενους του πρωθιεράρχες. Επίσης ορθώς παρέστη στην Θεία Λειτουργία της Πεντηκοστής και στον Εσπερινό της Γονυκλισίας, κατά τον οποίο ακολούθησε την τάξη της Εκκλησίας και γονάτισε όπως όλοι οι πιστοί. Μπορεί να υπήρξε δυσανασχέτηση από ορισμένους του κυβερνώντος Κόμματος και όχι μόνο, αλλά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έδειξε παρρησία Χριστιανού πιστού και στη Σύνοδο της Κρήτης εξέφρασε το Σύνταγμα, το οποίο γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον.
Κατακρίνοντας ο Οικουμενικός Πατριάρχης την απουσία των τεσσάρων τοπικών Εκκλησιών (Πατριαρχείων Αντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας και Γεωργίας) συχνά αναφέρθηκε στον εθνοφυλετισμό και στην καταδίκη του από τη Σύνοδο του 1872. Προφανώς υπονόησε ότι εθνοφυλετικοί λόγοι σε συνδυασμό με μιαν αμφισβήτηση των πρεσβείων τιμής του Οικουμενικού Πατριαρχείου οδήγησαν τις τέσσερις Εκκλησίες να μη μετάσχουν στη Σύνοδο της Κρήτης. Ο Πατριάρχης Ρουμανίας Δανιήλ ενοχλήθηκε από τις τόσες αναφορές. του κ. Βαρθολομαίου, γιατί, όπως είπε, φάνηκε ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης καταδικάζει το ίδιο το Έθνος, καταδικάζει δηλαδή μιαν πραγματικότητα και μιαν υψηλή αξία, καταδικάζει τη συλλογική οντότητα που χαρακτηρίζεται από ιστορική, κοινωνική, θρησκευτική, πολιτισμική και, συνήθως, πολιτική ενότητα. Στη συνέχεια ο κ. Δανιήλ διερωτήθηκε αν οι καταστάσεις που βιώνει η Ορθοδοξία σήμερα μοιάζουν με αυτές του βουλγαρικού σχίσματος του 1872 και παρατήρησε ότι το θέμα του εθνοφυλετισμού δεν είναι θέμα της Συνόδου στην Κρήτη και αν θέλει το Φανάρι μπορεί να το φέρει προς συζήτηση σε προσεχή Σύνοδο.
Σημειώνεται ότι μη Έλληνες στην εθνότητα Προκαθήμενοι και Μητροπολίτες στις ιδιαίτερες συζητήσεις τους έδειξαν ενοχλημένοι γιατί στις τελεσθείσες Θείες Λειτουργίες προέστησαν μόνο Έλληνες Πατριάρχες και Μητροπολίτες (Σημ. Λ.χ. ο Μητροπολίτης Περγάμου) και γιατί το απολύτως επικρατήσαν στοιχείο κατά τη Σύνοδο ήταν το ελληνικό.
Στην καταληκτήρια συνεδρίαση της Συνόδου ο Οικουμενικός Πατριάρχης μίλησε με θερμά λόγια προς τους ετεροδόξους παρατηρητές. Ιδιαίτερα προς τους εκπροσώπους του Βατικανού και του ΠΣΕ ήταν ιδιαίτερα εκδηλωτικός. «Ορθώς έπραξε» μας είπε Μητροπολίτης, υποστηρικτής του Φαναρίου. Και πρόσθεσε: «Τον Σεπτέμβριο έχουμε τη συνέχεια του θεολογικού διαλόγου με τους Ρωμαιοκαθολικούς και προ ολίγων ημερών συνεδρίασε η Κεντρική Επιτροπή του ΠΣΕ στο Τροντχάϊμ της Νορβηγίας και συγκροτήθηκε η νέα του Εκτελεστική Επιτροπή.
Στον θεολογικό διάλογο με τους Ρ/Κ πηγαίνουμε καλά και στα δύο όργανα του ΠΣΕ συμμετέχουμε… Γι’ αυτό δεν πρέπει να τους πικραίνουμε». Σημειώνεται ότι η ΚΕ του ΠΣΕ έχει 20 μέλη, από τα οποία δύο προέρχονται από την Ορθόδοξη Εκκλησία (Σημ. Ένας Πολωνός και ένας Βούλγαρος) δεκατέσσερα από τους Προτεστάντες, ένα από τους Αγγλικανούς και τρία από τους Μονοφυσίτες…. Στη νέα Εκτελεστική Επιτροπή του ΠΣΕ συμμετέχουν τέσσερις Ορθόδοξοι (Σημ. Από τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Μόσχας) δεκαεννέα Προτεστάντες, δύο Μονοφυσίτες και ένας Αγγλικανός.
Ως προς τους Ρωμαιοκαθολικούς μπορεί ο μαζί τους θεολογικός διάλογος να καρκινοβατεί, αλλά το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει προχωρήσει πολύ τη συνεργασία Του μαζί τους. Πέραν της γνωστής θερμής σχέσης, που έχει καλλιεργηθεί του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου με τον Πάπα Φραγκίσκο, υπάρχει μια πολύ προωθημένη συνεργασία μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του π. Ναθαναήλ Συμεωνίδη στην επίσημη εφημερίδα της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής Othodox Observer ( June 2016, p. 10) η Κοινή Επιτροπή Ορθοδόξων και Καθολικών Επισκόπων συνεδρίασε από τις 22 έως τις 24 Μαΐου 2016. Και προσθέτει: «Η εν λόγω Επιτροπή είναι η πρώτη επίσημη συγκέντρωση Ορθοδόξων και Καθολικών Επισκόπων, που έχει ευλογηθεί και υποστηρίζεται και από τις δύο Εκκλησίες και της οποίας συμπροεδρεύουν ο καρδινάλιος Σιν Μάλεϊ της Ρωμαιοκαθολικής Αρχιεπισκοπής της Βοστώνης και ο Ελληνορθόδοξος Μητροπολίτης Βοστώνης Μεθόδιος». Ο σκοπός της Επιτροπής είναι, όπως σημειώνει ο π. Ναθαναήλ, « να συμβάλει στην αποκατάσταση πλήρους κοινωνίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της Καθολικής Εκκλησίας». Πάρα κάτω γράφει ότι ο αρχιδιάκονος Ιωάννης Χρυσαυγής παρουσίασε μιαν περίληψη και σκέψεις για την Ιερά και Μεγάλη Σύνοδο στην Κρήτη και προσθέτει ο π. Ναθαναήλ:
«Αναγνωρίζοντας το σημαντικό της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου για την κοινή Χριστιανική μαρτυρία των Καθολικής και Ορθοδόξου Εκκλησιών, η κοινή επιτροπή εξέφρασε τις ελπίδες της ότι η ενότητα μεταξύ των τοπικών αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών θα ωφελήσει τα μέγιστα και την κοινωνία μεταξύ Καθολικών και Ορθοδόξων». Από το ρεπορτάζ της επίσημης εφημερίδας της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής γίνεται φανερό πως το Φανάρι είχε δημιουργήσει μιαν αισιοδοξία στους Καθολικούς και στους Προτεστάντες ότι στη Σύνοδο θα προωθούσε την ένωση μαζί τους. Το τελικό όμως κείμενο της Συνόδου για τις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους ετεροδόξους οπωσδήποτε αποδυνάμωσε σε σημαντικό βαθμό την αισιοδοξία που ήθελε να τους περάσει.
Ένα σοβαρό ζήτημα που πέρασε από τη Σύνοδο της Κρήτης, λόγω της πυγμής που άσκησε το Φανάρι, ήταν η παραβίαση της αρχής της ομοφωνίας. Όπως είναι γνωστό στη Σύνοδο των Προκαθημένων του 2014 είχε ομοφώνως αποφασιστεί ότι «άπασαι αι αποφάσεις τόσον κατά τας εργασίας της Αγίας Μεγάλης Συνόδου, όσον και κατά τα προπαρασκευαστικά στάδια αυτής θα λαμβάνωνται καθ’ ομοφωνίαν». (Βλ. Μήνυμα Προκαθημένων, 6-9 Μαρτίου 2014, παρ. 6). Αφού δεν συμμετέσχον τέσσερις τοπικές Εκκλησίες στη Σύνοδο της Κρήτης δεν μπορούσε να υπάρξει ομοφωνία, άρα δεν έπρεπε να διεξαχθεί η Σύνοδος και ο κ. Βαρθολομαίος όφειλε να αναζητήσει τρόπο, ώστε να επιτύχει την παρουσία όλων των Εκκλησιών. Και όμως διεξήχθη.
Επίσης το Πατριαρχείο της Αντιοχείας δεν είχε υπογράψει τον Κανονισμό λειτουργίας της Συνόδου. Άρα δεν υπήρξε ομοφωνία και χωρίς έγκυρο Κανονισμό δεν θάπρεπε να συγκροτηθεί και να λειτουργήσει η Σύνοδος. Και όμως συνεδρίασε και έλαβε αποφάσεις… Επιπροσθέτως το κείμενο «Το Μυστήριο του Γάμου και τα κωλύματα αυτού» δεν έχει ψηφιστεί ομόφωνα. Ο Πατριάρχης Γεωργίας δεν το έχει καν υπογράψει, ο δε εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αντιοχείας, Μητροπολίτης Ισαάκ αντί υπογραφής έγραψε: «Η Εκκλησία του Πατριαρχείου Αντιοχείας έχει αντίθετη γνώμη και γι’ αυτό δεν συνυπογράφει». Άρα το κείμενο αυτό δεν θάπρεπε να έρθει προς έγκριση στη Σύνοδο με βάση τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 8 του Κανονισμού διεξαγωγής Της…. Αυτό το επισήμανε στον Οικουμενικό Πατριάρχη ο Μητροπολίτης Περγάμου, αλλά ο κ. Βαρθολομαίος προχώρησε στη διαδικασία, ως να μην τον άκουσε, ή ως να νόμιζε ότι ήταν ομόφωνη η ψήφιση του κειμένου…
Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 24 και 25 Μαΐου 2016 επισήμανε τα ανωτέρω ζητήματα και αποφάσισε να προτείνει, πριν από κάθε άλλη συζήτηση στη Σύνοδο της Κρήτης:
Α. Να υπάρξει ομόφωνη έγκριση του Κανονισμού Οργάνωσης και Λειτουργίας της Συνόδου.
Β. Να υπάρξει ομόφωνη έγκριση του κειμένου «Το Μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού».
Με την απουσία των τεσσάρων Πατριαρχείων η ομοφωνία αποκλειόταν και με βάση την απόφαση του 2014 δεν θάπρεπε να προχωρήσει η Σύνοδος. Και όμως προχώρησε και η αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν φάνηκε να θέτει προς συζήτηση την απόφαση της Ιεραρχίας Της… Αυτό που υποστηρίχθηκε από το Φανάρι, «ας ερχόντουσταν, εμείς προχωράμε» δεν έχει καμία λογική. Αν ήθελε να προχωρήσει θα έπρεπε να είχε θέσει το ζήτημα το 2014. Θα έπρεπε τότε να είχε προτείνει και να είχε αποφασιστεί ότι οι αποφάσεις της Συνόδου και των Προσυνοδικών Επιτροπών λαμβάνονται κατά πλειονοψηφία και όχι με ομοφωνία και ότι ανεξάρτητα από τον αριθμό των Εκκλησιών που θα συμμετείχαν η Σύνοδος θα διεξαγόταν…. Η παρά τα αποφασισθέντα ομοφώνως το 2014 διεξαγωγή της Συνόδου είναι μια λυπηρή εξέλιξη, που προκαλεί ρήγμα στην ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με ευθύνη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και προσωπικά του κ. Βαρθολομαίου και των άλλων Πρωθιεραρχών και Ιεραρχών, που συμμετέσχον στη Σύνοδο της Κρήτης.