Νέα μήνυμα ενόψει της επίσκεψης στο Πατριαρχείο από τον Πάπα Φραγκίσκο στέλνει ο Μητροπολίτης Ιταλίας και Μελίτης κ.Γεννάδιος.
Σε αυτό, ο Σεβασμιώτατος αναφέρεται για άλλη μια φορά στην ανάγκη να υπάρξουν γέφυρες αγάπης, ειρήνης, ελπίδας και ενότητας.
Αναλυτικά το μήνυμα: «Το μεγαλείον και η δύναμις της αγάπης εις το Σεπτόν Κέντρον της Ορθοδοξίας και ο σημερινός άνθρωπος, υπό του Σεβ. Μητροπολίτου Ιταλίας και Μελίτης κ. κ. Γενναδίου
Δεν είναι δυνατόν ένας άνθρωπος ο οποίος θέλει μίαν «Εκκλησίαν πτωχήν», ή ένας άλλος ο οποίος αγωνίζεται διά την προστασίαν της δημιουργίας του Θεού, να μην είναι αμφότεροι άνθρωποι του Θεού, να μην είναι κεχαριτωμένοι με την αγάπην του Θεού: Ο Επίσκοπος Ρώμης και ο Επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, οι δύο Πατριάρχαι Ανατολής και Δύσεως, Κορυφαί τιμής και αγάπης, αλλά και πρώτοι Διάκονοι της Εκκλησίας του Χριστού, ελευθερώνονται από το επικίνδυνον συναίσθημα του Συναγωνισμού, το οποίον δημιουργεί πολεμικήν και εχθρότητα, διαφοράς και ανισότητας, όχι μόνον εις την πνευματικήν, αλλά και εις την κοινωνικήν ζωήν των ανθρώπων.
Διά να φθάση ένας άνθρωπος εις την πολιτισμένην αυτήν χριστιανικήν πραγματικότητα, πρέπει, βεβαίως, να καθοδηγηθή από την ανεξάντλητον δύναμιν της ταπεινώσεως, η οποία εις την ουσίαν είναι αυτή η Αγάπη, ο Θεός, ο Οποίος χαριτώνει τον άνθρωπον, τον ελευθερώνει από την αμφιβολίαν και την απογοήτευσιν, προσθέτει εις αυτόν διάθεσιν διά προσευχήν, τροφοδοτεί αυτόν με την Χάριν του Παναγίου Πνεύματος, φωτίζει αυτόν να λάβη αγαθάς και χρησίμους αποφάσεις, και εις την περίπτωσίν μας λαμβάνουν την μεγαλειώδη απόφασιν διά μίαν νέαν Συνάντησιν – Πορείαν αγάπης, ειρήνης, ελπίδος και ενότητος – εις την Πόλιν της Υπερμάχου Στρατηγού Παναγίας, εις την Πόλιν του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Η μεγαλοπρεπής, αλλά και αδελφική, Συνάντησις των δύο πρώτων πνευματικών Ηγετών της Χριστιανικής Εκκλησίας εις το ενδοξότατον Φανάριον, την Καθέδραν του Οικουμενικού Πατριάρχου, οπωσδήποτε θα μείνη ιστορική και λαμπροτάτη μέσα εις τους αιώνας του παρελθόντος και του παρόντος, αλλά, βεβαίως, και του μέλλοντος, όμως, νομίζω ταπεινά ότι η Συνάντησις αυτή θα μείνη εις την ζωήν του πιστού λαού του Θεού ως μία σταθερή και ασυναγώνιστη εμπειρία και πραγματικότης καταλλαγής και αδελφοσύνης, σημαντικοτέρα και αξιολογωτέρα, βεβαίως, των προηγουμένων Συναντήσεων, «Γέφυρα αγάπης, ειρήνης, ελπίδος και ενότητος», διά την συνέχισιν της θεικής αυτών πορείας προς το Ευαγγελικόν Μήνυμα: «ίνα εν ώσι», διότι κατά πρώτον λόγον αι “Questioni”: διαίρεσις, σκάνδαλον, ευθύνη, έχουν, όλως ιδιαιτέρως, ευαισθητοποιήσει τους Αγιωτάτους Πρωταγωνιστάς της, οι οποίοι απέναντι του Δημιουργού Θεού είναι περισσότερον από όλους υπεύθυνοι διά την μη συμπόρευσιν του κόσμου, και ιδία των Χριστιανών, εις την εκπλήρωσιν της Βουλής του Θεού «ίνα εν ώσιν», η οποία είναι «Θεική Διαθήκη» και, μάλιστα, αναμένει την πορείαν πάντων προς αυτήν, ώστε η ιερωτάτη αυτή Διαθήκη να γίνη από όλους βίωμα, να ζούν, δηλαδή, σύμφωνα με τον υπερφυσικόν αποστολικόν λόγον: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός», του Αποστόλου Παύλου. Κατά δεύτερον λόγον, παρατηρώ και διαβλέπω ότι οι «Valori»: ελευθερία, θέλησις, αδελφοσύνη, προσευχή, απόφασις και επιστροφή εις την αρχικήν –θεικήν- αγάπην, με την πάροδον του χρόνου, πάσαι αι θεοφρούρητοι αυταί αξίαι αποτελούν αληθινά και εμπειρικά αυτών βιώματα, τουτέστιν βιώνουν την ζώσαν και δημιουργικήν πίστιν, η οποία τους ενισχύει, όπως, και η πλήρης αυτών αφοσίωσις προς τον «εκ της Παρθένου γεννηθέντα και Σταυρόν υπομείναντα και θάνατον καταδεξάμενον και Αναστάντα εκ των νεκρών Χριστόν», τον «Αυτόν εις τους αιώνας», τον Οποίον προ ολίγου καιρού προσεκύνησαν εις τους Αγίους Τόπους, ένθα έδρασε και έδωσε την ζωήν Του «λύτρον αντί πολλών», και εχαρίσατο τω κόσμω την σωτηρίαν, συνεχίσουν την θεόσεπτον αυτήν πορείαν διά την αποκατάστασιν της τάξεως, εναντίον του σκανδάλου της διαιρέσεως, διά την συμπόρευσιν όλων προς το σωτήριον αυτό Μήνυμα, και την εκπλήρωσίν του, και τούτο διά να «πιστεύση ο κόσμος», διά να σωθή ο κόσμος, διότι, πράγματι, η διαίρεσις αποτελεί μέγιστον εμπόδιον διά να πιστεύση ο συνάνθρωπός μας εις την λυτρωτικήν διδασκαλίαν του Κυρίου, καθόσον, με λύπην του, παρατηρεί ότι εις την εκκλησιαστικήν ζωήν των πιστών υπάρχει συναγωνισμός, αντιπαλότης, πολεμική, εχθρότης, διαφοραί και γενικά διαβλέπουν μίαν πνευματικήν και ηθικήν αταξίαν, μίαν ανώμαλον συμπεριφοράν, η οποία απέχει κατά πολύ, εις όλας τας εκφάνσεις της, από εκείνην την οποίαν ο Αρχηγός της πίστεώς μας εθέσπισε, της αγάπης, της ειρήνης, της ελπίδος και της ενότητος.
Παρά την αθλιωτάτην αυτήν συμπεριφοράν δράσεως και κινήσεως του ανθρώπου της εποχής μας, ζητεί είτε διά τον ένα λόγον, είτε διά τον έτερον, επιφάνειακά ή ευσυνείδητα, αλλά και οι πιστοί, ακόμη και εκείνοι οι καλής θελήσεως, σημεία νέα, φωτισμένα και εμφανή, ικανά να βοηθήσουν αυτόν, εν τη πράξει, εις την προώθησιν της θεικής αυτής υποθέσεως εις την συμπόρευσιν όλων προς το «ίνα εν ώσιν», το οποίον είναι έργον και καθήκον ιδιαίτερον του πιστού της σήμερον, εφόσον εις τον κόσμον δεν έρχεται πλέον ο Χριστός διά να τον λυτρώση από την βαρείαν αμαρτίαν της διαιρέσεως, η οποία περικλείει απελπισίαν, αναστάτωσιν, ανωμαλίαν, σκάνδαλον. Δυνάμεθα να είπωμεν ότι διά τον άνθρωπον δεν απομένει έτερον να πράξη, παρά να σταυρωθή ο ίδιος διά να καθαρισθή από τα πάθη του, τον εγωισμόν, τον φανατισμόν, το μίσος, την μισαλλοδοξίαν, την αρχομανίαν, το ψεύδος, την απάτην.
Προσδοκεί να ίδη νέον άνοιγμα, με Ανακοινωθέν εποικοδομητικόν, προοδευτικόν και δημιουργικόν, με πνεύμα Χριστού, περιμένει νέα βήματα προς τα πρόσσω, χώρις φόβον και αμφιβολίας, ιδία εις τα σημεία εκείνα εις τα οποία είναι δυνατόν εις τους νυν καιρούς να πράξωμεν «μηδέν επιτίθεσθαι … πλην των εν ανάγκαις» (Πραξ. 15,28), «Τη οικονομία χρωμένη όπου εγχωρεί, μη θεωρούσα ως απαραίτητον προϋπόθεσιν της ενότητος την άκαμπτον και στατικήν ομοιομορφίαν εις τα επουσιώδη, ειθισμένη, … ανέκαθεν επεζήτησε την συνάντησιν και συνεργασίαν», κατά τον σοφόν λόγον του εκλαμπροτάτου και Μεγάλου Μητροπολίτου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Ηλιουπόλεως και Θείρων Μελίτωνος, ο οποίος εκοιμήθη εν Κυρίω ως Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος (εις «Στάχυς», 1-2, 1965, σσ. 20-21. Πρβλ. Γενναδίου Ζερβού, (νυν Μητροπολίτου Ιταλίας και Μελίτης), Il Contributo del Patriarcato Ecumenico per l’unità dei Cristiani, Città Nuova, 1974, σ. 31). Θέλει να ίδη ο άνθρωπος της σήμερον, ο οποίος χαρακτηρίζεται διά την αδιαφορίαν και το προσωπικόν του συμφέρον, προσηλωμένος εις το χρήμα και την ματαιότητα, δούλος, χωρίς αμφιβολία, της εκκοσμικεύσεως και του νέου θεοσεβισμού, όπως εύστοχα παρατηρούν, να ζήση γεγονότα συναρπαστικά, να έχη μαρτυρίας σχετικά με την πρόοδον της συνεργασίας επί του προβλήματος, να ικανοποιηθή πνευματικά με τους αγαθούς και πλουσίους καρπούς της ποιμαντικής συμπεριφοράς και να απολαύση τον αμοιβαίον αδελφικόν σεβασμόν εν πάση ειλικρινεία, αλληλοστηριζόμενοι και αλληλοβοηθούμενοι μεταξύ των οι Χριστιανοί, διά την ειρηνικήν συμβίωσιν των λαών και την προστασίαν της δημιουργίας του Θεού.
Γνωρίζομεν πολύ καλά ότι οι άπιστοι δεν υπάρχουν μόνον εις τους χρόνους του Παραλυτικού των 38 χρόνων. Αυτοί, όπως ενθυμούμεθα από το Ευαγγελικόν ανάγνωσμα, δεν είναι ευχαριστημένοι μόνον με την θεικήν παρέμβασιν: «… αφέωνταί σου αι αμαρτίαι…», αλλά περιμένουν να ακούσουν και το έτερον Ευαγγελικόν ρήμα: «άρον τον κρέβατόν σου και περιπάτει».
Οι καροί ου μενετοί!
Είναι, όμως, φοβερόν διά τον άνθρωπον των καιρών μας να μην έχη υπομονήν, να μη προσεύχεται με ευλάβειαν και προσοχήν, να είναι απαιτητικός, να ζητή συνεχώς και να μην αγαπά. Το συμφέρον κυριαρχεί, αλλά ο άνθρωπος δεν αντέχει εις τας δοκιμασίας, είναι αδύνατος να βοηθήση τον εαυτόν του εις την σημερινήν πολύπλευρον κρίσιν. Καί αυτή η πίστις του είναι επιφανειακή, η δε επικοινωνία του με τον Θεόν είναι χωρίς νόημα, διότι είναι ακατήχητος και αγράμματος μέσα εις την κατανυκτικήν, μυσταγωγικήν και αγίαν πορείαν της Μητρός Εκκλησίας μας.
Εις την πνευματικήν, ηθικήν, κοινωνικήν και πολιτιστικήν αυτήν δημιουργηθείσαν κατάστασιν της διαφθοράς, του αμοραλισμού, της συναλλαγής, της στειρότητος και της εγωιστικής εγκαταλείψεως του εαυτού του, αλλά και της επιδεικτικής αφιλίας προς τον συνάνθρωπόν του, με συνεπείας επικινδύνους και ιταμάς επιβουλάς κατ’ αυτού, η ταπεινή διακονία και η απλουστάτη ζωή των δύο Πρώτων Επισκόπων της Χριστιανοσύνης, του Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου και του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, η όλη συμπεριφορά, και ειδικά η προσέγγισις αυτών προς τον άνθρωπον, και ταυτόχρονα η υπομονητική μεταχείρησις, φροντίς και επιμέλεια αυτών προς αυτόν, είναι μία πατερική ασκητική πορεία, η οποία φωτίζει, ενισχύει και οδηγεί τον άνθρωπον εις εν μέλλον ελπιδοφόρον, βοηθεί αυτόν να εξέλθη από την περιπέτειαν της αναδελφοσύνης και της αδιαφορίας και αυτής της μοναξιάς. Είναι υπέροχον και φωτεινότατον παράδειγμα η πορεία αυτή αγάπης, ταπεινώσεως, προσευχής και πιστότητος του πιστού τω θελήματι του Θεού.
Η επιστροφή, λοιπόν, εις τους χρόνους μας, της πρώτης -αρχικής- θεικής αγάπης, η οποία χαριτώνει την ανθρωπίνην και εκκλησιαστικήν πορείαν της ζωής και της διακονίας των Αγιωτάτων Μορφών του Πάπα και του Πατριάρχου, η πορεία αυτή των δύο σεπτών ανθρώπων, τους οποίους βλέπομεν και ακούομεν, είναι η μοναδική πορεία, η οποία οδηγεί εις την συμπόρευσιν προς εκπλήρωσιν της Διαθήκης του Σωτήρος μας Χριστού: «ίνα εν ώσιν», και δη έχει θησαυρόν ανεκτίμητον τας αξίας της, αι οποίαι σκορπίζουν την ειρήνην, την ελπίδα, την αγαλλίασιν, την ευλογίαν του Θεού.
Συμπέρασμα: Ο άνθρωπος της σημερινής εποχής πρέπει να παύση να ασχολήται μόνον με τον εαυτόν του. Πρέπει, οπωσδήποτε, να πλησιάση τον συνάνθρωπόν του, να τον γνωρίση και να δώση εις αυτόν αγάπην. Χωρίς την πατερικήν αυτήν άσκησιν, η οποία ανοίγει δρόμους, εμπνέει και καθοδηγεί, ο άνθρωπος είναι δυστυχισμένος, διότι δεν αισθάνεται την παρουσίαν του Θεού και δεν έχει την Άνωθεν ενίσχυσιν, επομένως είναι αδύνατον να καταλάβη το σκάνδαλον της διαιρέσεως και να αγαπήση τον πλησίον του, ο οποίος είναι αδελφός του. Εξάλλου η σωτηρία και η αιώνιος ζωή δεν είναι δι’ ωρισμένους, αλλά δι’ όλους τους ανθρώπους, δι’ όλον τον κόσμον, όπως και η διδασκαλία του.
Τα Μ.Μ.Ε. εδημοσίευσαν ότι εις το ευκλέστατον Φανάριον, επ’ ευκαιρία της Θρονικής Εορτής της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, εορταζούσης την πανίερον μνήμην του ιδρυτού της, Αγίου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, ο Πάπας Ρώμης Φραγκίσκος θα επισκεφθή τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Βαρθολομαίον και θα κάμη επίσημον επίσκεψιν προς την Εκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως.
Η Συνάντησις εις την Καθέδραν του Οικουμενικού Πατριάρχου, η οποία θα είναι ιστορική και περίλαμπρος από πλευράς Ιστορίας και Πολιτισμού, θα χαρακτηρισθή, κατά την γνώμην μου, πρωτίστως ως «Αδελφική», μεγίστης σημασίας, διότι εις το Φανάριον θα λάμψη, με Πατριαρχικήν σεμνότητα και αναστάσιμον αγαλλίασιν, το μεγαλείον, η δόξα και η δύναμις της πρώτης -αρχικής- θεικής αγάπης, της οποίας εις τους χρόνους, εις ούς ζώμεν και κινούμεθα, αληθινοί αυτής φορείς είναι ο Πάπας Ρώμης και ο Οικουμενικός Πατριάρχης, διάκονοι πιστοί της Διαθήκης του Κυρίου: «ίνα εν ώσι», και ταπεινοί εργάται εις το βοηθήσαι τον λαόν του Θεού εις την συμπόρευσίν του εις το θεικόν αυτό μήνυμα, σημείον εξαίσιον διά να πιστεύση ο κόσμος. Θα γίνουν Ινδάλματα, υψίστης περιωπής και κύρους παγκοσμίου, θα αποτελέσουν τρανότατον παράδειγμα αδελφικής συνεργασίας διά την επιστροφήν της πρώτης -αρχικής- θεικής αγάπης και θα είναι διά τους παρευρισκομένους, και δι’ ολόκληρον τον κόσμον, δώρον και ευλογία του Θεού.
Οι δύο Θεοπρόβλητοι και Θεοτίμητοι Επίσκοποι Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως, πατερικόν παράδειγμα αγάπης, ειρήνης, ελπίδος και ενότητος, εις Φανάριον, με τους λόγους και την εκκλησιαστικήν αυτών συμπεριφοράν, θα καταδείξουν εις όλους την πορείαν την οποίαν οφείλει να διατρέξη κάθε πιστός άνθρωπος και κάθε άνθρωπος καλής θελήσεως, εάν θέλη να εξέλθη από την κρίσιν: Θα πράξη σύμφωνα με το Θέλημα του Θεού, διά να είναι σώος, ελεύθερος, ειρηνικός, εάν θέλη να έχη βοηθόν και συναντιλήπτορά του τον Θεόν.
Η αγάπη είναι Αυτός ο Θεός, ο Οποίος εδώρησεν εις τον άνθρωπον την σωτηρίαν και την αιώνιον ζωήν. Με αυτήν την χαράν και την δύναμιν θα χαριτώσουν οι δύο Σεπτοί Προκαθήμενοι της Χριστιανικής Εκκλησίας τον λαόν του Θεού, και ακόμη θα ενθυμηθή τους λόγους του Πάπα: «Είμεθα αδελφοί, μας ενώνει η αγάπη». Καί ακόμη θα ενθυμηθή ο λαός του Κυρίου το φίλημα της σεπτής δεξιάς του Οικουμενικού Πατριάρχου από τον Πάπα εις τα Ιεροσόλυμα. Θα ανακαλέση εις την μνήμην του την απρόσμενον και μοναδικήν εις ύψος σημασίας και αξίας σκηνήν να πίπτη ο Πάπας Παύλος ο ΣΤ΄ εις τα πόδια του αοιδίμου σοφού Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος.
Όσοι παρηκολούθησαν την εις Φανάριον Συνάντησιν του Πάπα Παύλου του ΣΤ΄ μετά του Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρου, ίσως ωρισμένοι γνωρίζουν μίαν μικράν μεταξύ των στοιχομυθίαν. Κατά το Πρόγραμμα της Συναντήσεως, ο Πάπας έφθασεν αργότερον από την καθωρισμένην ώραν, οπότε ερχόμενος λέγει εις τον Πατριάρχην: «Συγγνώμη, Παναγιώτατε, έφθασα αργά». Ο Πατριάρχης απήντησε: «Αγιώτατε, περιμένω εδώ 11 αιώνας» (Το ήκουσε ο Σεβασμιώτατος Καρδινάλιος Willebrands, τότε Γραμματεύς του Segretariato per la Promozione dell’Unità dei Cristiani). Γενικά, διά τον άνθρωπον, ιδία διά τον πιστόν λαόν του Θεού, όλα τα γεγονότα αυτά θα είναι φωτεινότατα σημεία, και πειστικά μηνύματα, της επιστροφής της πρώτης -θεικής- αγάπης, η οποία είναι Αυτός ο Θεός, ο Οποίος με την ταπείνωσίν του έσωσε και εδόξασε τον άνθρωπον. Το μεγαλείον και η δύναμις της Αγάπης θα λάμψη και θα ενισχύση, θα ενθαρρύνη και θα βοηθήση τον άνθρωπον.
Αι δύο Εκκλησίαι, Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως, ιδρυθείσαι από τους δύο αδελφούς, Πέτρον και Ανδρέαν, θα ευρεθούν, και πάλιν, με τους Διαδόχους αυτών, η μία πλησίον της άλλης, αναμιμνησκόμεναι ιδία τας ιστορικάς ατύχους και δυστυχείς εκείνας στιγμάς, αι οποίαι απέβησαν αιτία και εμπόδιον διά την μη επιστροφήν της πρώτης – θεικής – αγάπης, η οποία συνέδεε τας δύο αδελφάς Εκκλησίας και διέλυε τας μεταξύ των διαφοράς, κάθε αντίθεσιν, συναγωνισμόν και πολεμικήν, έτι δε υπήρξεν η αυτή οδός προς το κοινόν μήνυμα: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη».
Εις την Βασιλίδα των Πόλεων, την Πόλιν των Οικουμενικών Συνόδων, η λαμπροφόρος και «Αδελφική Συνάντησις» των δύο Σεπτών Προκαθημένων Ανατολής και Δύσεως εις το Φανάριον, θα δώση ένα υπέροχον και ανώτερον μήνυμα, ελπιδοφόρου συνεχείας διά την γαληνιαίαν συμπόρευσιν, ενώ αυτοί, με την αδελφικήν αγάπην και την ειλικρινή φιλίαν, αι οποίαι τους συνδέουν, θέτουν ισχυροτάτας βάσεις διά το μέλλον, στηριζόμενοι εις την Προσευχήν, η οποία τους ενώνει και τους δίδει το μέγα προνόμιον να έπικοινωνούν με τον Θεόν. Με την αδελφικήν Συνάντησιν των δύο Αγιωτάτων Πρωταγωνιστών, με την προσευχήν αυτών υπέρ της ειρήνης και της δημιουργίας του Θεού, αλλά και υπέρ της συμπορεύσεως του κόσμου προς εκπλήρωσιν της Βουλής του Θεού «ίνα εν ώσι», διά τον πιστόν λαόν του Θεού, θα είναι μία μεγίστη χαρμόσυνη εορτή. Η Συνάντησις εις την Καθέδραν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το Φανάριον, θα είναι «Πάσχα», θα είναι Ανάστασις, θα είναι χαράς Ευαγγέλια, με αναστάσιμον αγαλλίασιν, με άγκυρα ελπίδος, θα είναι μία Πασχαλινή αδελφική πορεία και συμπόρευσις, με προορισμόν την εκπλήρωσιν και τελείωσιν της «Διαθήκης του Θεού», η οποία θα είναι διά την Στρατευομένην Εκκλησίαν ανεπανάληπτη και λίαν ευπρόσδεκτη εορτή μετά την περίοδον του μεγάλου Σχίσματος, η εορτή της Ενότητος των Χριστιανών».