Από το βιβλίο του Χρήστου Γιανναρά ΤΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΤΗΣ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ και το άρθρο Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΖΩΝΤΩΝ σσ.103-104.
Mία προσωπική λειτουργική εμπειρία στην Πόλη (1973).
“… Είχα μια σωματική αίσθηση της χώρας των ζώντων στην κυριακάτικη λειτουργία στο ναό της Αγίας Τριάδας του Σταυροδρομίου, στο κέντρο της Ισταμπούλ. Ένιωθα να ξαναβρίσκω τη χαμένη καθολικότητα της νοητής χώρας, την ολόκληρη Εκκλησία, τη ζωντανή παρουσία του καθολικού σώματος… ολόκληρη τη ζωή να λειτουργεί και να λειτουργείται στα απεριόριστα όρια της Ευχαριστίας. Ήταν ό λ ο ι εκεί, γέροι και νέοι, η παλιά πολίτικη αρχοντιά και τα νέα παιδιά με τα μακρυά τους μαλλιά και τα γένια τους, και τα κορίτσια με την ανέμελη ομορφιά τους. Και όλοι αυτοί, μικροί και μεγάλοι, να συμμετέχουν στα δρώμενα με μιαν έκδηλη εγρήγορση μετοχής, να σταυροκοπιούνται σωστά και στις στιγμές που πρέπει, άλλοτε να συνοδεύουν ψιθυριστά την ψαλμωδία, να ζουν το πού βρίσκονται και σε τί μετέχουν.
Στη γεωγραφική Ελλάδα με την κρατική Εκκλησία, αυτή η αίσθηση της ζωντανής παρουσίας ολόκληρου του σώματος του λαού του Θεού, αν δεν είναι τελεσίδικα χαμένη, σπανίζει τρομερά. Οι ναοί μυρίζουν οργάνωση, σέκτα, λογοκρισία και ευνουχισμό. Τα όρια της Ορθοδοξίας δεν είναι πια όρια ζωής, αλλά κρατικά σύνορα, αντικειμενοποιημένο ιδεολογικό περίγραμμα, οργανωσιακή αντίληψη. Εδώ στην Πόλη δεν υπάρχει τίποτε άλλο να ορίσει την Εκκλησία εκτός από την ίδια τη ζωή.
Γι’ αυτό και ολόκληρη η ζωή συγκεφαλαιώνεται στην Εκκλησία. Νιώθεις την Ιστορία να είναι παρόν και το παρόν να αγκαλιάζει αιώνες Παράδοσης. Η Ιστορία συνοψίζεται στην κάθε κίνηση, στην κάθε εκφώνηση και χειρονομία του Αρχιερέα που λειτουργεί, στην εκπληκτική απόδοση του μέλους από το χορό, στην παραμικρή λεπτομέρεια του τυπικού. Αυτά όλα δεν είναι στοιχεία διακοσμητικά της λατρείας, αλλά η σάρκωση της εμπειρίας και της ευσέβειας αιώνων, και οι φορείς τους συνειδητά συσσωματωμένοι σε αυτή τη σάρκωση που διαιωνίζει τη ζωή.
Το Φανάρι μοιάζει πεισματικά γαντζωμένο στο μυστικό της ζωής, που είναι η συσσωμάτωση στην Παράδοση. Δεν άφησε στοιχεία συναισθηματικά και ηθικολογικά να εκθηλύνουν τη λατρευτική απαγγελία, να ατομικοποιήσουν την ευσέβεια, να μεταβάλουν τη λατρεία σε πάρεργο και την ηθικοδιδασκαλία σε πρωτεύον”.