“Δεν είναι δυνατόν αυτή η δίψα διά την αλήθειαν να μη οδηγήση εις τον Χριστόν, όταν ο άνθρωπος δεν κάνη συμβιβασμόν εις την αναζήτησίν της. Καί ο Σωκράτης δεν έκανε συμβιβασμόν. Δι᾿ αυτό και πιστεύομεν ότι εν τέλει συνηντήθη με τον Χριστόν” ανέφερε μεταξύ άλλων ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος στην ομιλία του κατά την παρουσία του στην παράσταση ‘Σωκράτης Τώρα’ με πρωταγωνιστή τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Γιάννη Σιμωνίδη στο ρόλο του Σωκράτη.
Ολόκληρη η ομιλία έχει ως εξής:
Με πολλήν χαράν υποδεχόμεθα το “Ελληνικόν Θέατρον” και τον κ. Ιωάννην Σιμωνίδην εις την Κωνσταντινούπολιν, με αφορμήν την παρουσίασιν της θεατρικής παραστάσεως «Σωκράτης τώρα» εις την Σχολήν του Γαλατά.
Με την παράστασιν αυτήν αισθανόμεθα να αναβιώνουν τα παλαιά καλά χρόνια, όταν η παιδεία της ομογένείας μας ανθούσε, και το θέατρο κατείχε μίαν ιδιαιτέραν θέσιν εις αυτήν, ως άριστον μέσον παιδείας, καλλιεργείας και πολιτισμού.
Χαιρόμεθα, λοιπόν, που και η σημερινή παράστασις θα αποτελέση αφορμήν διά μίαν καλλιτέραν και βαθυτέραν γνωριμίαν με την αρχαίαν ελληνικήν παιδείαν, και το πνεύμα του μεγάλου προχριστιανικού φιλοσόφου Σωκράτους, το οποίον φαίνεται πολύ καθαρά μέσα εις την περίφημον “Απολογίαν” του.
Όπως αναφέρει ο απολογητής Χριστιανός φιλόσοφος του Β΄ μετά Χριστόν αιώνος Αθηναγόρας, οι αρχαίοι Έλληνες ποιηταί και φιλόσοφοι προχώρησαν στοχαστικώς προς την αλήθειαν, παρακινούμενοι ο καθείς από την θείαν πνοήν που υπάρχει μέσα εις την ψυχήν κάθε ανθρώπου. Προσεπάθησαν, εάν θα ήταν δυνατόν, να εύρουν και να εννοήσουν την αλήθειαν, αλλά ημπόρεσαν τόσον μόνον να την καταλάβουν όσον να αποκτήσουν μίαν αμυδράν ιδέαν διά τον Θεόν. Δεν ήταν δυνατόν να εύρουν το Ον, διότι δεν έμαθον «παρά του Θεού περί του Θεού», αλλά ο καθείς από τον εαυτόν του (Πρεσβεία περί χριστιανών 7, 31, ΕΠΕ 83, σελ. 140-144, 214-215). Μεταξύ αυτών των φιλοσόφων και αναζητητών εξέχουσαν θέσιν κατέχει ο Σωκράτης, ο οποίος εδιώχθη από τους συμπατριώτας του και εξετελέσθη, ακριβώς επειδή εκαινοτόμησε με την διακήρυξιν της αλήθειας, χωρίς να αρκήται εις την εσφαλμένην και ελλιπή γνώσιν διά την αλήθειαν που τω παρείχεν η τότε κοινωνία.
Αυτό το μήνυμα, αγαπητοί παρόντες, ημπορεί να δώση και σήμερον ο Σωκράτης εις την κοινωνίαν μας. Να μη έχωμεν συμβιβασμούς εις την αναζήτησιν της αλήθειας, αλλά να την αναζητούμεν, οποιοδήποτε και εάν είναι το τίμημα δι᾿ αυτήν, όπως ακριβώς δεν υπελόγισε το τίμημα της αληθείας και ο μέγας αυτός Έλλην φιλόσοφος. Ανθρώπινοι νόμοι, κοινωνική απόρριψις, έλλειψις κατανοήσεως από τους συγγενείς, περιφρόνησις, διωγμοί, ακόμη και ο θάνατος, δεν πρέπει να μας φοβίζουν και να μας σταματήσουν από την αναζήτησιν της αληθείας. Διότι η αλήθεια είναι αυτή που θα μας οδηγήση εις την πραγματικήν ελευθερίαν, όπως είπεν ο Χριστός: «γνώσεσθε την αλήθειαν, και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωαν. η΄ 32).
Καί ποιά είναι η αλήθεια; Η αλήθεια δι᾿ ημάς τους χριστιανούς δεν είναι ένα αντικείμενον που κατακτάται με την γνώσιν και την εμπειρίαν. Είναι ένα πρόσωπον, το Πρόσωπον του Χριστού, του Μόνου που ετόλμησε να είπη «εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. ιδ΄ 6). Eις την ερώτησιν του Πιλάτου «τι είναι αλήθεια;» η Εκκλησία μας απαντά «Ποίος είναι η αλήθεια;». Καί η αλήθεια είναι ο Χριστός. Δεν αποτελεί αντικείμενον επιστημονικής παρατηρήσεως, αλλά αποκτάται από την προσωπικήν επικοινωνίαν, την αγαπητικήν κοινωνίαν, πρόσωπον προς πρόσωπον με τον Χριστόν.
Χαιρόμεθα, λοιπόν, σήμερον που αυτό το έργον παρουσιάζει την δίψαν ενός ανθρώπου που δεν εγνώρισε τον Χριστόν, αλλά είχεν αυτήν την μεγάλην επιθυμίαν να γνωρίση την αλήθειαν: του Σωκράτους. Καί δεν είναι δυνατόν αυτή η δίψα διά την αλήθειαν να μη οδηγήση εις τον Χριστόν, όταν ο άνθρωπος δεν κάνη συμβιβασμόν εις την αναζήτησίν της. Καί ο Σωκράτης δεν έκανε συμβιβασμόν. Δι᾿ αυτό και πιστεύομεν ότι εν τέλει συνηντήθη με τον Χριστόν.
Χαιρόμεθα, λοιπόν, που η σημερινή παράστασις μας δίδει την αφορμήν δι᾿ αυτάς τας σκέψεις. Συγχαίρομεν πατρικώς όλους τους συντελεστάς της, και ιδιαιτέρως τον επαξίως βραβευμένον κ. Ιωάννην Σιμωνίδην.
Χαιρόμεθα ακόμη διά την μεγάλην απήχησιν που έχει η παράστασις αυτή εις τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, τα οποία έχουν καλέσει το «Ελληνικόν Θέατρον» να την παρουσιάση.
Χαιρόμεθα διότι το γεγονός αυτό δείχνει την δίψαν διά την αλήθειαν, η οποία υπάρχει σήμερον εις την κοινωνίαν μας.
Ευχόμεθα εις το “Ελληνικόν Θέατρον” καλήν επιτυχίαν εις όλας τας παραστάσεις του εδώ εις την Πόλιν μας, και εις τας άλλας πόλεις όπου έχει προσκληθή, και εις όλους τους θεατάς ευχόμεθα ένα ευλογημένον και καρποφόρον νέον έτος.