Αδελφοί καί τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Ο Θεός, ο δημιουργήσας τό Σύμπαν καί διαμορφώσας τήν γήν εις τέλειον κατοικητήριον τού ανθρώπου, έδωκεν εις αυτόν εντολήν καί δυνατότητα νά αυξάνηται καί νά πληθύνηται καί νά πληρώση αυτήν καί νά κυριεύση αυτής καί πάντων τών εν αυτή ζώων καί φυτών (Γεν. α΄ 28).
Ο περιβάλλων ημάς κόσμος εχαρίσθη ημίν υπό τού Δημιουργού ως στάδιον κοινωνικής δραστηριοποιήσεως, αλλά καί αγιασμού, πρός κληρονομίαν τής ανακαινισθησομένης εν τώ μέλλοντι αιώνι κτίσεως. Τήν τοιαύτην θεολογικήν θέσιν έχει καί βιοί αείποτε η Μήτηρ Αγία τού Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, διό καί η ημετέρα Μετριότης ετέθη, ως γνωστόν, επίκεφαλής τής αναληφθείσης παρά τού καθ’ ημάς πανιέρου Οικουμενικού Θρόνου οικολογικής προσπαθείας διά τήν προστασίαν τού πολλά ταλαιπωρουμένου υφ ημών εν επιγνώσει καί ανεπιγνώστως πλανήτου μας.
Η β ι ο π ο ι κ ι λ ό τ η ς, η οποία είναι τό έργον τής πανσοφίας τού Θεού, δέν εδόθη ασφαλώς εις τήν ανεξέλεγκτον εξουσίαν τού ανθρώπου. Κ α τ α κ υ ρ ί ε υ σ ι ς τής γής καί τών εν τή γή υπό τού ανθρώπου σημαίνει έλλογον χρήσιν καί απόλαυσιν τών προσφερομένων αγαθών καί όχι καταστρεπτικήν εκ πλεονεξίας αντλησιν καί κάρπωσιν ή καταστροφήν τών πόρων αυτής.
Εν τούτοις, ιδία επί τών ημερών μας, παρατηρούμεν μίαν υπερβολικήν εκμετάλλευσιν τών φυσικών πόρων, μέ συνέπειαν τήν καταστροφήν τής περιβαλλοντικής ισορροπίας τών οικοσυστημάτων καί γενικώτερον τών περιβαλλοντικών συνθηκών, εις τρόπον ώστε οι υπό τού Θεού τεταγμένοι όροι διαβιώσεως τού ανθρώπου επί τής γής νά γίνωνται δυσμενέστεροι δι’ αυτόν. Επί παραδείγματι, ως παρατηρούμεν άπαντες, επιστήμονες, εκκλησιαστικοί καί πολιτικοί άρχοντες καί εν γένει η ανθρωπότης, αυξάνεται η θερμοκρασία τής ατμοσφαίρας, εκδηλούνται υπερβολικαί βροχοπτώσεις, μολύνονται επίγεια καί θαλάσσια οικοσυστήματα, καί, γενικώτερον, διαταράσσεται, ενίοτε δέ καί καταστρέφεται πλήρως, η δυνατότης συνεχίσεως τής ζωής εις ωρισμένας περιοχάς.
Βλέπουσα καί εμπειρικώς αξιολογούσα τούς εκ τής τοιαύτης εξελίξεως τών περιβαλλοντικών συνθηκώνκινδύνους διά τήν ανθρωπότητα, η Μήτηρ Εκκλησία καθιέρωσεν ήδη από τής εποχής τού προκατόχου ημών αοιδίμου Πατριάρχου Δημητρίου τήν πρώτην Σεπτεμβρίου εκάστου έτους ως ημέραν προσευχής διά τό περιβάλλον.
Αλλ’ οφείλομεν νά παραδεχθώμεν ότι τά αίτια τών δυσαρέστων περιβαλλοντικών αλλαγών δέν είναι θεοκίνητα αλλά ανθρωποκίνητα καί, επομένως, η παράκλησις καί η προσευχητική δέησις τής Εκκλησίας καί ημών πρός τόν Θεόν,τόν Κύριον τών κυρίων καί Κυβερνήτην τού παντός, πρός βελτίωσιν τών περιβαλλοντικών συνθηκών, είναι ουσιαστικώς αίτημα μ ε τ α ν ο ί α ς τής ανθρωπότητος διά τό α μ α ρ τ η μ ά της νά καταστρέφη τά εν τή γή, αντί νά καρπώται μετάλόγου καί προσοχής διά τήν διατήρησιν τής α ε ι φ ο ρ ί α ς τούς πόρους αυτής.
Προσευχόμενοι καί αιτούμενοι παρά τού Θεού τήν διατήρησιν τού περιβάλλοντος τής γής καταλλήλου διά τήν εν αυτή ζωήν τού ανθρώπου, κατ’ ουσίαν παρακαλούμεν όπως ο Θεός αλλάξη τόν λογισμόν τών ισχυρών τής γής καί φωτίση αυτούς νά μή καταστρέφουν τό γήϊνον οικοσύστημα διά λόγους οικονομικού οφέλους καί συμφέροντος παροδικού. Τούτ’ αυτό όμως ισχύει καί διά πάντα άνθρωπον εξ ημών, διότι καί έκαστος εξ ημών εν τώ μέτρω τών μικρών δυνατοτήτων του επιφέρει τάς μικράς περιβαλλοντικάς καταστροφάς, τάς οποίας η αφροσύνη του τού επιτρέπει.
Επομένως, προσευχόμενοι υπέρ τού περιβάλλοντος, προσευχόμεθα υπέρ τής μετανοίας ενός εκάστου εξ ημών διά τήν μικράν ή μεγάλην συμβολήν μας εις τήν βλάβην καί καταστροφήν τού περιβάλλοντος, τήν οποίαν βιούμεν συνολικώς ως άθροισμα μερικωτέρων επιζημίων επεμβάσεων διά τών κατά τόπους καί χρόνους μεγάλων καί καταστροφικών καιρίων φαινομένων.
Τήν έκκλησιν, προσευχήν καί προτροπήν ταύτην απευθύνοντες από τού Ιερού Κέντρου τής Ορθοδοξίας πρός τήν οικουμένην καί πρός συνόλην τήν ανθρωπότητα, δεόμεθα όπως ο αγαθοδότης Κύριος, ο χαρισάμενος εις ημάς πάντας τούς επί τού πλανήτου γή οικούντας τόν γήϊνον παράδεισον, λαλήση αγαθά εις τάς καρδίας όλων τών ανθρώπων, διά νά σεβώμεθα τήν περιβαλλοντικήν ισορροπίαν, τήν οποίαν Ούτος εν τή πανσοφία Του καί τή αγαθότητί Του μάς παρέδωκεν, ώστε καί ημείς καί αι επερχόμεναι γενεαί νά απολαμβάνωμεν τάς δωρεάς τού Θεού μετ’ ευχαριστίας καί δοξολογίας.
Αυτής τής Σοφίας, τής Ειρήνης καί τής Δυνάμεως τού Θεού, τής δημιουργησάσης καί συντηρούσης καί κατευθυνούσης τήν αποκαραδοκούσαν τήν σωτηρίαν αυτής κτίσιν πρός τά έσχατα, δεόμεθα όπως διαφυλάττη τό περιβάλλον αειφόρον καί προσφέρον συνεχώς εις τήν ευημερίαν τού ανθρώπου καί οδηγή καρποφόρως τά αγαθά έργα τών χειρών τών εργαζομένων πρός τούτο συνανθρώπων, καί επικαλούμεθα τήν Χάριν καί τό άπειρον Έλεος Αυτού επί πάντας τούς ανθρώπους, μάλιστα τούς σεβομένους τήν δημιουργίαν καί φυλάσσοντας αυτήν.
,βιβ΄ Σεπτεμβρίου α΄