Αυστραλία: Η 9η Οκτωβρίου 2024 αποτελεί μια ιστορική και αλησμόνητη ημέρα για την ελληνορθόδοξη κοινότητα της Ενορίας – Κοινότητας Αναστάσεως του Χριστού, στο προάστιο Κόγκαρα του Σύδνεϋ.
Επιμέλεια – ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Την ημέρα αυτή, οι πιστοί της περιοχής είχαν την εξαιρετική τιμή και ευλογία να υποδεχθούν τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο, τον Προκαθήμενο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στο πλαίσιο της επίσκεψής του στην Αυστραλία.
Ο Ναός της Αναστάσεως του Χριστού, ένας περικαλλής και εντυπωσιακός ναός, είχε «στολιστεί» με λαμπρότητα για την περίσταση, ενώ οι πιστοί της περιοχής, μικροί και μεγάλοι, είχαν συγκεντρωθεί από νωρίς για να υποδεχθούν τον Πατριάρχη.
Η ατμόσφαιρα ήταν γεμάτη χαρά, συγκίνηση και ανυπομονησία, καθώς τα μέλη της κοινότητας περίμεναν την άφιξη του Παναγιωτάτου. Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε η ενθουσιώδης υποδοχή από τη νεολαία της κοινότητας, η οποία βρισκόταν στην πρώτη γραμμή της υποδοχής. Τα παιδιά της κοινότητας είχαν σχηματίσει το μήνυμα «Παναγιώτατε, σας αγαπάμε» με γράμματα που ήταν τυπωμένα στις μπλούζες τους, προσφέροντας μια συγκινητική εικόνα που δεν πέρασε απαρατήρητη από τον Πατριάρχη.
Η τελετή υποδοχής ξεκίνησε με την ανάκρουση και απαγγελία των Εθνικών Ύμνων της Αυστραλίας και της Ελλάδος από μαθητική μπάντα και χορωδία, προσδίδοντας έναν επιπλέον συμβολισμό στην εκδήλωση, καθώς υπογραμμίστηκε η διπλή ταυτότητα της κοινότητας – η εθνική και η θρησκευτική.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος εκφώνησε έναν θερμό χαιρετισμό, όπου με συγκίνηση αναφέρθηκε στην προηγούμενη επίσκεψή του στην ίδια ενορία πριν από 28 χρόνια. Με τα λόγια του δόξασε τον Θεό που του έδωσε την ευκαιρία να επιστρέψει στο Κόγκαρα, ένα μέρος που, όπως τόνισε, αποτελεί έναν ζωντανό πυρήνα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.
Στον λόγο του, ο Πατριάρχης εστίασε ιδιαίτερα στην αφοσίωση των Ελλήνων μεταναστών, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο Κόγκαρα του Σύδνεϋ από τα μέσα του 20ού αιώνα. Αυτοί οι μετανάστες, σύμφωνα με τον Παναγιώτατο, δημιούργησαν μία ακμάζουσα κοινότητα, με την ελληνορθόδοξη εκκλησία της Αναστάσεως του Χριστού να αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο αυτής της κοινότητας.
Η εκκλησία, όπως επεσήμανε, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο όχι μόνο στη διατήρηση της πολιτιστικής σύνδεσης με την Ελλάδα, αλλά και στην καλλιέργεια της αίσθησης του ανήκειν για τους ομογενείς της Αυστραλίας.
Ο Πατριάρχης αναφέρθηκε επίσης στη σημαντική συνεισφορά της Ενορίας Αναστάσεως του Χριστού στην ευρύτερη κοινωνία της Αυστραλίας, μέσα από φιλανθρωπικές δράσεις, υποστήριξη σχολείων και νοσοκομείων, καθώς και άλλες κοινοτικές πρωτοβουλίες. Τόνισε, μάλιστα, ότι η Ενορία έχει καταφέρει να δημιουργήσει γέφυρες με άτομα από διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα, προσφέροντας ένα παράδειγμα πολυπολιτισμικής ενσωμάτωσης.
Στον χαιρετισμό του, ο Παναγιώτατος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη σημαντική αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο. Θύμισε ότι κατά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης, το 2016, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες εξέτασαν και αντιμετώπισαν μια σειρά από προκλήσεις που ταλανίζουν την ανθρωπότητα, όπως ο ρατσισμός, η φτώχεια και η αυξανόμενη οικονομική ανισότητα. Υπογράμμισε ότι η Εκκλησία οφείλει να εργάζεται για την ενίσχυση της αλληλεγγύης και της αδελφοσύνης, προτρέποντας την κοινότητα του Κόγκαρα να συνεχίσει αυτό το έργο μέσα στην κοινωνία της Αυστραλίας.
Κλείνοντας τον λόγο του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης εξέφρασε την ευχή η εκκλησία της Αναστάσεως του Χριστού στο Κόγκαρα να αποτελεί «τόπο συναντήσεως» για τους πιστούς, όπου θα ενώνονται ως ένα σώμα του Χριστού. Μέσα από αυτή την ένωση, ευχήθηκε να ενισχυθεί η κοινότητα ώστε να συνεχίσει το έργο της στην κοινωνία, προσφέροντας αγάπη, αλληλεγγύη και ελπίδα. Τόνισε ότι η Εκκλησία πρέπει να είναι σημείο και όργανο αυτής της ελπίδας, αλλά και του οράματος για μια κουλτούρα μοιράσματος και προσφοράς. Η ζωή, όπως σημείωσε, πρέπει να είναι μια «συνύπαρξη» και μια «κοινωνία» με τους άλλους, κάτι που η Εκκλησία μπορεί να προωθήσει και να ενσαρκώσει.
Η επίσκεψη αυτή του Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου θα μείνει αλησμόνητη στις καρδιές των πιστών της Ενορίας Αναστάσεως του Χριστού, καθώς ανανέωσε και ενίσχυσε τους δεσμούς τους με την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό, αλλά και ανέδειξε τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Εκκλησία στην τοπική και διεθνή κοινωνία.