Θεσσαλονίκη, του Νίκου Μαγγίνα
Με την ανώτατη διάκριση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το μετάλλιο του Αγίου Δημητρίου, τιμήθηκε το πρωί της Τετάρτης ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, από τον πρύτανη του πανεπιστημίου Ι. Μυλόπουλο.
Η απόδοση της ιδιαίτερης αυτής τιμής στον Προκαθήμενο της Ορθοδοξίας έγινε σε ειδική συνεδρίαση της Συγκλήτου που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα τελετών, παρουσία του υπουργού Μακεδονίας Θράκης, Θ. Καράογλου, του μητροπολίτη Άνθιμου, ιεραρχών, εκπροσώπων τοπικών αρχών, κ.α.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης μιλώντας ενώπιον των πρυτανικών αρχών, των καθηγητών του ιδρύματος και των εκπροσώπων της πολιτικής ηγεσίας έκανε αναφορά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά πανεπιστήμια, μεταξύ αυτών και το ΑΠΘ, με τις περικοπές και τη διαθεσιμότητα.
«Τα τελευταία προβλήματα, που αντιμετωπίζει και το ΑΠΘ να επιλυθούν κατά τον καλύτερο τρόπο και το ταχύτερον δυνατόν, μέσα στα πλαίσια της εννόμου τάξεως της χώρας και στα πλαίσια της αντιμετωπίσεως κατά τρόπο ευρύτερο της σημερινής σωβούσης κρίσεως», ανέφερε με νόημα υπογραμμίζοντας ότι «χρειάζεται υπομονή, κατανόηση, εθνική ομοψυχία».
Απηύθυνε, μάλιστα, έκκληση προς την πολιτεία να σταθούν στο πλευρό των πανεπιστημιακών αρχών των ανώτατων ιδρυμάτων λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «είμαι βέβαιος, ότι οι παρόντες εκπρόσωποι της εντίμου ελληνικής πολιτείας θα πράξουν ότι είναι δυνατόν προς την κατεύθυνση να φανούν χρήσιμοι εις τους ακαδημαϊκούς, το πανεπιστήμιο, εις τον κόσμο των γραμμάτων, πάντοτε μέσα στα πλαίσια των υπαρχουσών δυνατοτήτων», είπε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Αναφορές στην κρίση και το περιβάλλον
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην οικονομική κρίση, αλλά και στην προστασία του περιβάλλοντος, υπογραμμίζοντας ότι διερχόμαστε από μια περίοδο «δυσλειτουργίας των κοινωνιών με απροβλέπτους συνεπείας, που αν και η οικονομική της έκφραση η οικονομική της κρίση δεν είναι ιστορικά ασυνήθιστη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί λόγω της έντασης της «πρωτοφανής» -όπως και η σημερινή οικολογική κρίση – αλλά είναι κυρίως «ανθρωπολογική», ηθική και πνευματική και εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, με σφαγές και ανθρωποθυσίες, με άνοιγμα της απόστασης ανάμεσα σε δυνατούς και ισχυρούς, πλουσίους και φτωχούς. Πάντες, οι εχέφρονες καταδικάζουν την κατάσταση, αλλά αυτό δεν αρκεί» τόνισε ο κ. Βαρθολομαίος.
Αντλώντας παραδείγματα από ευαγγελικές παραβολές, ο κ. Βαρθολομαίος σημείωσε ότι συνάνθρωποι μας σήμερα στερούνται τροφής, ενώ την ίδια ώρα τρόφιμα καταστρέφονται για «ηθικώς επικριτέους» λόγους (τιμή, εμφάνιση). Από την άλλη, ατυχώς η αρχή της προσφοράς και ζήτησης έχει αντικαταστήσει τη χριστιανική επιταγή, ότι ο εργαζόμενος πρέπει να τρέφεται από το προϊόν της εργασίας του και να αμείβεται όσο απαιτούν αι ανάγκαι αυτού, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να καλύψει επαρκώς τις υπόλοιπες ανάγκες του, όπως η υγεία, η παιδεία, η πνευματική καλλιέργεια, κ.α”, επισήμανε.
«Η οικονομική μηχανή για να εργαστεί έχει ανάγκη δύο τινών. Πρώτον, των μέσων παραγωγής, εδάφους, κεφαλαίου, εργασίας και δεύτερον, καταναλωτών, οι οποίοι να δύνανται να αγοράσουν τα προϊόντα της εργασίας. Η εργασία δεν αρκεί να παρέχεται σε εργοστάσιο για να μπορεί να παράγει τα προϊόντα. Απαιτεί να δίδει εις τον εργαζόμενο την οικονομική δυνατότητα να καταναλώσει τα προϊόντα» είπε ο κ. Βαρθολομαίος και υπογράμμισε:«Μια κοινωνία με άνεργα τα μέλη της, ούτε παράγει, ούτε καταναλίσκει, ούτε δημιουργεί πλούτο. Επομένως, οι έχοντες συμφέρον και επιθυμίαν να αποκτήσουν πλούτον, οφείλουν να θέσουσιν εις κίνηση τας εργατικάς χείρας και να δώσουν εις αυτά την οικονομική δυνατότητα να καταναλώσουν τα προϊόντα της εργασίας».
Ο κ. Βαρθολομαίος καταλήγοντας πρόσθεσε επίσης, ότι ανατρέπονται θεμελιώδεις θεσμοί της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής και «παραθεωρούνται ουσιώδεις αλήθειαι της χριστιανικής πίστεως, που «συν τοις άλλοις, κατέστησαν ικανή την κοινωνία μας να αναγνωρίζει την ελευθερία της γνώμης, την φιλαλληλία, την αλληλεγγύη, την ανεκτικότητα».