Ο Σεβ. Μητροπολίτης Σμύρνης κ. Βαρθολομαίος παρέστη εις τας διοργανωθείσας υπό του Μικρασιατικού Συλλόγου Αιγάλεω επί τριήμερον (28 – 30 Σεπτεμβρίου) εκδηλώσεις, αφιερωθείσας εις την Σμύρνην, υπό τον γενικόν τίτλον “Σμύρνη, πόλη κοσμοπολίτισσα… χτες, σήμερα, αύριο”, κατόπιν απευθυνθείσης εις αυτόν προσκλήσεως υπό του Προέδρου και του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου τούτου.
Οπως αναφέρει ανακοινωθέν της Μητροπόλεως: “Οι εκδηλώσεις περιελάμβανον έκθεσιν κειμηλίων και φωτογραφιών της Σμύρνης εις τον χώρον του Εθνικού και Ιστορικού Μουσείου Αθηνών (Μέγαρον Παλαιάς Βουλής), η οποία επραγματοποιήθη και εις το Πολιτιστικόν Κέντρον του Δήμου Κόνακ Σμύρνης, τον Ιανουάριον του 2017, ως και ημερίδα εις το αμφιθέατρον του Μουσείου Ακροπόλεως. Κύριος ομιλητής αυτής ήταν ο Σεβ. Μητροπολίτης Σμύρνης κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος ανεφέρθη εις το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Ιεράς Μητροπόλεως και Ορθοδόξου Κοινότητος Σμύρνης. Το κείμενον της ομιλίας αυτού δημοσιεύεται κατωτέρω.
Εις την ημερίδα ωμίλησαν και οι Ευγεν. κ. Αργυρώ Παπούλια, Γενική Πρόξενος της Ελλάδος εις Σμύρνην, ο Εντιμ. κ. Γεώργιος Θεοδωρίδης, Πρόεδρος της Ορθοδόξου Κοινότητος Σμύρνης, ο Ελλογιμ. κ. Παναγιώτης Δούρος, Δρ. Πολιτιστικής Διαχειρίσεως, και ο Πρόεδρος του Μικρασιατικού Συλλόγου Αιγάλεω Ελλογιμ. κ. Ιωάννης Κουτούλιας, Δρ. Αρχαιολογίας. Εις την εκδήλωσιν παρέστησαν η Ευγεν. κ. Oya Yazar, Γενική Πρόξενος της Τουρκίας εν Αθήναις, οι Δήμαρχοι Αιγάλεω, Ν. Σμύρνης, Ψυχικού και Νικαίας, εκπρόσωπος της ΟΠΣΕ, Πρόεδροι και εκπρόσωποι Μικρασιατικών Σωματείων και πολλοί απόγονοι Σμυρναίων και Μικρασιατών.
Την, επομένην, Κυριακήν 30ην Σεπτεμβρίου, ο Σεβ. Μητροπολίτης Σμύρνης κ. Βαρθολομαίος ιερούργησε, κατόπιν πρόφρονος αδείας του οικείου Ποιμενάρχου Σεβ. Μητροπολίτου Νικαίας κ. Αλεξίου, εις τον Ι. Ν. Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού Αιγάλεω, όπου εκκλησιάσθησαν ο Δήμαρχος και τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Αιγάλεω ως και τα μέλη του ανωτέρω Μικρασιατικού Συλλόγου. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας τον Σεβ. κ. Βαρθολομαίον προσεφώνησεν ο Πανοσιολ. Αρχιμ. κ. Χρυσόστομος Παναγόπουλος, Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μητροπόλεως Νικαίας, εκ μέρους του οικείου Ποιμενάρχου Σεβ. κ. Αλεξίου, επηκολούθησε δ’ εν συνεχεία εκδήλωσις προς τιμήν του Μητροπολίτου Σμύρνης εις το Πνευματικόν Κέντρον του Δήμου Αιγάλεω “Γιάννης Ρίτσος”, την οποίαν επλαισίωσε καλλιτεχνικώς η χορωδία και το χορευτικόν συγκρότημα του Συλλόγου.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στο Μουσείο της Ακρόπολης:
Ευγενεστάτη κυρία Oya Yazar, Γενικέ Πρόξενε της Τουρκίας εν Αθήναις,
Ευγενεστάτη κυρία Αργυρώ Παπούλια, Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος εν Σμύρνη,
Εντιμότατοι κύριοι Δήμαρχοι Νέας Σμύρνης και Αιγάλεω,
Εντιμότατε κύριε Ιωάννη Κουτούλια, Πρόεδρε του Συλλόγου Μικρασιατών Αιγάλεω μετά του περί υμάς Διοικητικού Συμβουλίου,
Εκπρόσωποι των διαφόρων Μικρασιατικών Σωματείων,
Αγαπητοί μου αδελφοί και φίλοι, Σμυρναίοι, εν γένει Ίωνες, εκλεκτοί απόγονοι ενδόξων προγόνων, και απαξάπαντες οι μετέχοντες της ημερίδος ταύτης μνήμης και τιμής,
Ερχόμενος από τον χώρον της διακονίας μου, την Κωνσταντινούπολιν και την Σμύρνην, την από αρχαιοτάτων χρόνων “ακρόπολιν” επί της οποίας και περί την οποίαν, εννοώ την Ιωνικήν γην, εκαλλιεργήθη η φιλοσοφική σκέψις των αρχαίων προγόνων μας, παρήχθησαν εξαιρετικά δείγματα του έλληνος γραπτού λόγου, πνευματικόν κτήμα συνόλου της ανθρωπότητος, και ανεπτύχθησαν εις αλληλοδιάδοχον και αδιάκοπον ιστορικήν διαχρονίαν ο αρχαιοελληνικός, ο ελληνορρωμαικός, ο ελληνοχριστιανικός και ο Ρωμαιο-ελληνορθόδοξος, αλλά και Οθωμανικός, Πολιτισμός, απευθύνω προς όλους σας, τους συγκεντρωθέντας σήμερον εις τον ιστορικόν τούτον χώρον του κλεινού Άστεος των Αθηνών, την ακρόπολιν ταύτην της διανοήσεως, εις τον χώρον τούτον του βωμού του Αγνώστου Θεού του Αποστόλου Παύλου και του βήματος του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, τον χαιρετισμόν της μνήμης των εν Σμύρνη και εν τη ευρυτέρα περιοχή της Ιωνίας προγόνων μας καθώς και του σήμερον εναπομείναντος μικρού εκείσε Ρωμαιορθοδόξου λείμματος, του ημετέρου μικρού πλην θεοφιλούς ποιμνίου.
Πριν ή εισέλθω εις την ενώπιόν σας βιωματικήν κατάθεσιν και ελαχίστην συμβολήν εις την σήμερον ενταύθα πραγματοποιουμένην ημερίδα περί της διαχρονικής μαρτυρίας και παρουσίας της Σμύρνης εις την ιστορίαν του ημετέρου Γένους, επιθυμώ να απευθύνω τας θερμάς ευχαριστίας τόσον της ελαχιστότητός μου προσωπικώς, όσον και του εκ Σμύρνης συνεκδήμου μου αδελφού και στενού συνεργάτου, Εντιμ. κ. Γεωργίου Θεοδωρίδου, Προέδρου της Ορθοδόξου Κοινότητος Σμύρνης προς τας δύο υψίστας κορυφάς του Γένους, ήτοι προς τον Παναγιώτατον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ. Βαρθολομαίον και προς τον Εξοχώτατον Πρόεδρον της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπιον Παυλόπουλον, υπό την αιγίδα των εκπροσωπουμένων υπ’ αυτών κορυφαίων Θεσμών, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Μητρός Εκκλησίας των Ελλήνων Ορθοδόξων, και της Ελληνικής Δημοκρατίας, τελεί η ημερίς αύτη, διά την υψηλήν ταύτην τιμήν. Ο Πατριάρχης και ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, από της εαυτών θείας φυλακής εκάτερος, διακονούν το Μέγα, το Ωραίον και το Αληθινόν, δηλαδή τας αξίας και τα τιμαλφή του Γένους ημών, όπως ταύτα διά των αιώνων μας εκληροδοτήθησαν, προς διατήρησιν αναλλοιώτως και μετάδοσίν των εις τας επερχομένας γενεάς. Αι αξίαι και τα τιμαλφή ταύτα εκαλλιεργήθησαν υπό των πατέρων και των προγόνων μας εις τους απεράντους και αλησμονήτους χώρους της Σμύρνης, της Ιωνίας, της Καππαδοκίας και του Πόντου και συνεχίζουν να καλλιεργώνται μέχρι σήμερον εις τους χώρους της Κωνσταντινουπόλεως, των Αθηνών, της Μακεδονίας, της Θράκης, και γενικώτερον υπό του όπου γης διασκορπισθέντος λείμματος του ευσεβούς ημών Γένους των Ρωμαίων Ελλήνων.
Εν συνεχεία, ο λόγος της ευχαριστίας του ομιλούντος απευθύνεται προς τον Ελλογιμώτατον και φίλτατον κ. Ιωάννην Κουτούλιαν, τον Πρόεδρον, και τα λοιπά προσφιλή μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Μικρασιατών Αιγάλεω, ο οποίος ανέλαβε την πρωτοβουλίαν της πραγματοποιήσεως των αφιερωμένων εις την Σμύρνην εκδηλώσεων τούτων. Ομού μετά των συγχαρητηρίων διά την διοργάνωσιν ταύτην και των προσηκουσών ευχαριστηριών δι’ αυτήν ως και διά την απευθυνθείσαν πρόσκλησιν όπως παραστώ ενταύθα μετά των συνεργατών μου, επιθυμώ και από του επισήμου βήματος τούτου να εκφράσω την βαθυτάτην ικανοποίησιν και την ευαρέσκειαν της ελαχιστότητός μου ως Ποιμενάρχου της Σμύρνης τόσον προς τον φίλτατον κ. Ιωάννην Κουτούλιαν προσωπικώς όσον και προς τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου τούτου διά την από της πρώτης στιγμής της αναλήψεως των καθηκόντων μου εκδήλωσιν αισθημάτων τιμής, ειλικρινούς και ανιδιοτελούς αγάπης και σεβασμού προς την ελαχιστότητά μου, τον από Θεού ταχθέντα εις την ιστορικήν ταύτην διακονίαν Μητροπολίτην Σμύρνης και τους ολιγοστούς συνεργάτας μου. Εκ μέσης καρδίας εύχομαι όπως ο Άγιος Θεός, διά πρεσβειών των Αγίων της Σμύρνης, σας ενισχύη εις τον καθημερινόν αγώνα του βίου τούτου. Δραττόμενος της ευκαιρίας ταύτης, επιτρέψατέ μοι να εκφράσω ευχαριστίας και προς τον συνοδεύοντά με σήμερον ενταύθα εκ των αμέσων συνεργατών μου εις την εν Σμύρνη από διετίας αρξαμένην διακονίαν μου προς το εκεί Ορθόδοξον Χριστιανικόν λείμμα, το μικρόν ποίμνιον, και εις την εκεί λειτουργικήν και ευρυτέραν εκκλησιαστικήν μαρτυρίαν, Εντιμότατον κ. Γεώργιον Θεοδωρίδην, Πρόεδρον της Ορθοδόξου Κοινότητος και του Ελληνικού Πνευματικού και Μορφωτικού Συνδέσμου Σμύρνης, αλλά και προς τα λοιπά μέλη της Επιτροπής και του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου.
Εν συνεχεία, εισερχόμενος εις την προσωπικήν μου συμβολήν εις την σήμερον διοργανουμένην ημερίδα εισαγωγικώς αναφέρω ότι αύτη θα περιορισθή εις μίαν ψηλάφησιν ακροθιγώς της μαρτυρίας της μεγαλουπόλεως Σμύρνης, ως κοσμοπολιτίσσης, αφ’ ενός, και αφ’ ετέρου εις την σημερινήν εκείσε παρουσίαν της Ελληνορθοδόξου Κοινότητος και τας μελλοντικάς αυτής προοπτικάς.
Πρωτίστως, σημειωτέον, ότι η Σμύρνη, αρχαία πόλις, ανέπτυξεν από των αρχαιοτάτων χρόνων πλούσιον πολιτισμόν και παράδοσιν· μία εκ των επτά πόλεων αι οποίαι ερίζουν διά την καταγωγήν του Ομήρου· ο δε Στράβων εθεώρει αυτήν ως την ωραιοτέραν πόλιν της Μικράς Ασίας. Κατά την διάρκειαν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας απετέλει εν εκ των μεγαλυτέρων κέντρων αυτής, η δευτέρα πόλις μετά την Κωνσταντινούπολιν. Με τον ευρύχωρον λιμένα της, την πλουσίαν ενδοχώραν και τας ευφόρους κοιλάδας του ποταμού Έρμου, απετέλεσε πόλον έλξεως και προνομιούχον κέντρον διαμετακομιστικού εμπορίου. Η πόλις της Σμύρνης απέβη κατά την μακραίωνα ιστορίαν αυτής – και μέχρι σήμερον- το σημαντικώτερον εμπορικόν κέντρον της Μικράς Ασίας. Με την πάροδον του χρόνου, και ιδίως κατά τον 17ον αιώνα, η Σμύρνη διαχωρίζεται γεωγραφικώς εις συνοικίας, ένθα έζων άνθρωποι διαφόρων θρησκειών και ομολογιών, ήτοι Ορθόδοξοι Ρωμηοί, Μουσουλμάνοι, Αρμένιοι, Εβραίοι αλλά και δυτικοί Χριστιανοί. Η συνύπαρξις και η συνεργασία αυτών εις διάφορα επίπεδα εδημιούργησαν τον λεγόμενον κοσμοπολιτισμόν. Έχει γραφή, άλλωστε, ότι «η Σμύρνη ήτανε μια πόλη μαγική… μια πόλη με αναρίθμητα σταυροδρόμια πάνω στα οποία ανταμώθηκαν πολιτισμοί, θρησκείες, μυστήρια». Απετέλεσε μίαν εκ των πλέον εμβληματικών περιπτώσεων οικονομικής αναπτύξεως, εθνοτικής και κοινωνικής συνθέσεως, αι οποίαι ελειτούργησαν εις την ανατολικήν Μεσόγειον κατά τον 19ον αιώνα. Με κύριον γνώρισμα τον κοσμοπολιτισμόν, δηλαδή την συνύπαρξιν των εθνοτήτων, την ανοχήν μεταξύ των και την άμβλυσιν των αντιθέσεων, ανεδείχθη πόλις πρωτοποριακού αστισμού. Η οικονομική ανάπτυξις, η καλλιέργεια της παιδείας, της τέχνης, της μουσικής, του θεάτρου και του αθλητισμού, η δεκτικότης εις τας ευρωπαικάς καινοτομίας, με αποτέλεσμα τα δυτικότροπα στοιχεία της κοινοτικής ζωής, εμφανή ακόμη και εις τον ενδυματολογικόν κώδικα ανδρών και γυναικών ή εις την δυτικήν ατμόσφαιραν των σωματειακών αθλητικών οργανώσεων, να καθορίζουν την φυσιογνωμίαν της. Οι Ορθόδοξοι μάλιστα Ρωμηοί, με το έντονον οικουμενικόν των πνεύμα, απετέλουν το σημαντικώτερον στοιχείον, το οποίον συνέβαλεν εις την ανάπτυξιν και καλλιέργειαν του κοσμοπολιτισμού τούτου.
Προς την κατεύθυνσιν ταύτην της αναπτύξεως κοσμοπολιτικού πνεύματος συνέβαλεν ασφαλώς και η μακρά χριστιανική παράδοσις της Σμύρνης, καθώς, ως γνωστόν, διά την Χριστιανικήν Πίστιν δεν υπάρχουν εθνικαί διακρίσεις καθότι πάντες είμεθα εν, ηνωμένοι εν Ιησού Χριστώ κατά την ρήσιν του Αποστόλου Παύλου προς τους Γαλάτας. Πάντες είμεθα αδελφοί εν Χριστώ καθώς εντός ημών ρέει το Τίμιον Αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του Οποίου πάντες οι Ορθόδοξοι κοινωνούμεν, κατά την Θείαν Ευχαριστίαν, εις την οποίαν ταυτοχρόνως μετέχομεν πάντες οι Ορθόδοξοι, ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής.
Επί πλέον, δι’ ημάς τους Έλληνας Ορθοδόξους, οικουμενικόν είναι και το αθάνατον ελληνικόν πνεύμα, του οποίου αι βασικαί αρχαί απετέλεσαν τας κυριωτέρας εκ των θεμελιωδών αρχών των θεωρητικών επιστημών, της λογικής, της φιλοσοφίας, της ιστορίας, αλλά και των θετικών επιστημών, η δε Σμύρνη και η ευρυτέρα αυτής περιοχή απετέλεσαν μίαν των βασικών κοιτίδων αναπτύξεως των επιστημών τούτων από της αρχαιότητος, εις δε τους νεωτέρους χρόνους τα εκπαιδευτήρια αυτής απετέλεσαν εργαστήρια καλλιεργείας και μεταδόσεως αυτών.
Η οικουμενική κοσμοπολιτική μαρτυρία της Σμύρνης του χθες είναι γνωστή. Είναι λαμπρά και ένδοξος και αναγνωρίζεται υπό πάντων και εις πάντας τους τομείς της ανθρωπίνης βιοτής. Δεν περιγράφεται. Τούτο, άλλωστε, είναι αδύνατον και εκ των πραγμάτων, εντός των πλαισίων μιάς συντόμου αναφοράς. Έχουν γραφή συγγράμματα και έχουν κατατεθή εμπειρικαί μαρτυρίαι και βιώματα, ώστε να παρέλκη πάσα περαιτέρω αναφορά.
***
Μετά την υπογραφήν της γνωστής εν Λωζάννη Συνθήκης, την 24ην Ιουλίου του έτους 1923, αρχίζει μία νέα σελίς της ημετέρας Ορθοδόξου παρουσίας και μαρτυρίας εν Σμύρνη, και εν γένει εν τη καθ’ ημάς Ανατολή. Η σελίς του σήμερον.
Κατά την ανεωγείσαν προ αιώνος περίπου νέαν ταύτην σελίδα, -και περιορίζομαι εις την Σμύρνην και μόνον- η οποία εσφράγισε “την ταραχήν και την αγωνίαν” των εκεί προγόνων μας, ως έγραφεν εις την από 18ης Αυγούστου 1922 επιστολήν αυτού προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Μελέτιον τον Δ΄ ο άμεσος προκάτοχος ημών, η Μήτηρ Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως δεν εγκατέλειψε τον εναπομείναντα εν τη πρωτευούση της Ιωνίας Ορθόδοξον λαόν του Θεού, αλλά “πολυμερώς και πολυτρόπως” εμερίμνησε, παρά την χαλεπότητα των καιρών, διά τας πνευματικάς και εκκλησιαστικάς ανάγκας τόσον του εν Σμύρνη εναπομείνατος ποιμνίου όσον και των εν προσφυγία πατέρων μας, μεταξύ των οποίων και οι καταφυγόντες εδώ ταλαιπωρημένοι και κατατρεγμένοι προπάτορες σας, οι οποίοι, παρά τα προβλήματα και τας περιπετείας της βιοπάλης, διετήρησαν την αρχοντιάν και τον κοσμοπολίτικον χαρακτήρα των, ο οποίος ανέδειξεν αυτούς, ως άλλα μυρίπνοα άνθη της Μικρασιατικής γης, αστέρας της οικονομικής, πνευματικής και εν γένει κοινωνικής ζωής της Ελλάδος, ως αντάξια τέκνα λαμπρών προγόνων, τα οποία κοσμείτε το νοητόν στερέωμα της καθ’ ημάς Ανατολής και του ημετέρου Γένους.
Ας επιτραπή όμως εις αυτά ταύτα τα γεγονότα της χθες και της σήμερον να ομιλήσουν εις τας καρδίας σας, αδελφοί και τέκνα.
Ο τελευταίος Αρχιδιάκονος της λαχούσης μοι Ιεράς Μητροπόλεως Βασίλειος, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Σελευκείας και είτα Φλωρίνης, διά γράμματός του προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Μελέτιον Δ΄, από 12ης Οκτωβρίου 1922, ζητεί τας οδηγίας της Εκκλησίας διά τον εναπομείναντα λαόν του Θεού εκεί, αλλά και διά τους καταφυγόντας εν Ελλάδι πρόσφυγας.
Και διά μεν τους εναπομείναντας εν Σμύρνη ορθοδόξους ελήφθη υπό του εν ΚΠόλει εδρεύοντος Κέντρου της Ορθοδοξίας η προσήκουσα εκκλησιαστική μέριμνα διά της κενωτικής αληθώς προσφοράς αξίων της κλήσεώς των ολίγων κληρικών, εργασθέντων διά την σωτηρίαν ψυχών και ζωών. Είη η μνήμη πάντων αιωνία και τα ονόματα αυτών τε και πάντων των τελειωθέντων εις τους ιερούς εκείνους τόπους προπατόρων μας, γεγραμμένα εν βίβλω ζωής, ένθα απέδρα πάσα οδύνη, λύπη και στεναγμός.
Διά δε τους εν Ελλάδι προσφυγόντας, διά τους προγόνους σας, αδελφοί, το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, κατόπιν προσυνεννοήσεως μετά της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος, “έχον υπ’όψιν τας πολλαπλάς ανάγκας της Κοινότητος Σμύρνης, καταφυγούσης ως πλείστον εις Αθήνας, και καθόλου της ομωνύμου Επαρχίας, στερηθείσης της αρχιερατικής προστασίας και μερίμνης… ωνόμασε τον Μητροπολίτην Εφέσου Χρυσόστομον τοποτηρητήν της Ι. Μητροπόλεως Σμύρνης, έχοντα το δικαίωμα και το καθήκον να παρακολουθή τους πρόσφυγας χριστιανούς της Επαρχίας ταύτης εν συνεργασία μετά των οικείων κοινοτικών Σωματείων και συμφώνως προς τας εν τω Ελληνικώ νόμω αναγραφομένας διατάξεις περί τοποτηρητών των χηρευουσών Επαρχιών”. Ο μακαριστός Μητροπολίτης Εφέσου Χρυσόστομος Χατζησταύρου, αποδέχεται την τιμήν, δηλοί όμως διά του από 3/16 Νοεμβρίου 1922 γράμματος αυτού προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην ότι “δίκαιον… ανατεθή Εξαρχία Αρχιδιακόνω, βοηθήσω αυτόν πρεπόντως”, η δε Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου αποδέχεται και διορίζει “τοποτηρητήν της Ιεράς Μητροπόλεως Σμύρνης τον τέως Αρχιδιάκονον αυτής Βασίλειον Παπαδημητρίου, μετά δικαιωμάτων ενεργείας αναγραφομένων εν τω σχετικώ Ελληνικώ νόμω περί τοποτηρητών των χηρευουσών Επαρχιών…”.
Η Δημογεροντία και η Κεντρική Επιτροπή Σμύρνης γράφει προς τον Πατριάρχην Μελέτιον εξ Αθηνών (γράμμα από 17/30 Νεομβρίου 1922) και ευχαριστούσα διά την εκλογήν του Τοποτηρητού παρακαλεί θερμώς διά την “προαγωγήν του Αρχιδιακόνου Βασιλείου εις τον επισκοπικόν βαθμόν μετά τίτλου αρμόζοντος αποστολή αυτού ως Τοποτηρητού Σμύρνης” . Ο δε Τοποτηρητής διά του από 8ης Νοεμβρίου ιδίου έτους γράμματος αυτού “υποβάλλει ευχαριστίας επί τη προαγωγή αυτού”. Οι εν Αθήναις εγκατασταθέντες Σμυρναίοι “επαινούν τον Τοποτηρητήν της Μητροπόλεως Σμύρνης διά τας πολλάς αυτού αρετάς” και “εξαιτούνται όπως προαχθή ούτος υπό της Εκκλησίας εις Επίσκοπον”. Η Τοποτηρητεία συνεχίζεται μέχρι του Ιουνίου 1926, ότε, ο εν τω μεταξύ εις τιτουλάριον Μητροπολίτην Σελευκείας προαχθείς τοπορητητής Βασίλειος αναμειγνύεται εις τας εσωτερικάς υποθέσεις Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, διό και “σκέψεως γενομένης” Συνοδικώς “περί της αορίστου και ανωμάλου θέσεως αυτού ως Τοποτηρητού της Ιεράς Μητροπόλεως Σμύρνης, παρατηρηθέντος δε ότι η δημιουργία ιδιαιτέρας θέσεως εν Ελλάδι Τοποτηρητού της Μητροπόλεως Σμύρνης, ως αντιλαμβάνονται ταύτην ο τε Τοποτηρητής και το περί αυτόν Συμβούλιον… ενέχει πολλά τα κανονικώς άτοπα, διότι ούτοι παραγνωρίζοντες τα πράγματα ου μόνον υπερβαίνουσι πολλάκις τα όρια της υποθετικής εξωτερικής δικαιοδοσίας αυτών, αλλ’ έφθασαν ήδη και να ανακηρύττωσι την ανύψωσιν της Τοποτηρητείας ταύτης εις είδος γενικής Μητροπόλεως των εν Ελλάδι προσφύγων Σμυρναίων, οπουδήποτε και αν ευρίσκωνται ούτοι, παρά την κατ’ Ιανουάριον του 1923 μετά την ομαδικήν μετανάστευσιν των ορθοδόξων πληθυσμών της Ασίας και της Α. Θράκης εκδοθείσαν υπό της Εκκλησίας εγκύκλιον προς τους Μητροπολίτας και Επισκόπους του Θρόνου, δι’ ης εδηλούτο αυτοίς ότι της υπάρξεως μιάς μόνον εκκλησιαστικής αρχής εν εκάστη επισκοπή, αποτελούσης βάσιν θεμελιώδη του κανονικού της Εκκλησίας διοικητικού συστήματος, εύδηλον ότι ο πρόσφυξ Αρχιερεύς δεν δύναται ίνα έχη άλλην θέσιν και υπόστασιν εν ξένη Επαρχία ή την του ιδιωτεύοντος και φιλοξενουμένου Αρχιερέως… ότι εκείνο το οποίον δύναται να αποτελέση το έργον και την ενασχόλησιν του πρόσφυγος Αρχιερέως είναι η μέριμνα αυτού υπέρ των προσφύγων χριστιανών αυτού προς θεραπείαν των υλικών αυτών αναγκών και της δυνατής βελτιώσεως αυτών…”, αποφασίζεται Συνοδικώς “όπως αφαιρεθή από του Μητροπολίτου Σελευκείας ο τίτλος Τοποτηρητού της Ιεράς Μητροπόλεως Σμύρνης…, ανατεθή δε η μέριμνα των προσφύγων εις τους εκασταχού Ιεράρχας.
Το έτος 1931 αποφασίζεται Συνοδικώς υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου η ανασύστασις της Ορθοδόξου Κοινότητος Σμύρνης εν Σμύρνη και διορίζεται ως Ιερατικώς Προιστάμενος αυτής ο ιερεύς Γεώργιος Γροπέτης, ως “συγκεντρών τα απαιτούμενα προσόντα”, ο οποίος “εγένετο δεκτός μετά χαράς και ανακουφίσεως υπό της Ορθοδόξου Ελληνικής παροικίας”, περιοριζόμενος “το τε νυν εις την κατ’ οίκον επίσκεψιν και ευλογίαν των χριστιανών, μη υπάρχοντος εισέτι Ναού” εν Σμύρνη (γράμμα αυτού από 13ης Ιουλίου 1931 προς τον Πατριάρχην Φώτιον Β’). Ούτος ενημερώνει την εκκλησιαστικήν αυτού αρχήν, ότι “οι εν Σμύρνη παροικούντες Σέρβοι Ορθόδοξοι, εις διακοσίους συμποσούμενοι, αναδιοργανώσαντες την ενορίαν αυτών προβαίνουσιν εις ενεργείας παρά τοις εν Σερβία εκκλησιαστικοίς κύκλοις προς ανασύστασιν του οικείου ναού” (γράμμα από 16ης Ιουλίου ιδίου έτους). Αναφέρεται ακόμη εις τα εν Σμύρνη συσσωρευθέντα βιβλία, ιερά σκεύη και εικόνας και εκθέτει “περί ενεργειών αυτού προς αγοράν του τέως εις τους αρμενίους ανήκοντος νεκροταφείου διά την Ορθόδοξον Ελληνικήν Κοινότητα”. Συγχρόνως, ο π. Γεώργιος Γροπέτης καλλιεργεί σχέσεις μετά του Αγγλικανού Ιερέως της Σμύρνης (γράμμα από 12ης Αυγούστου 1931), ζητεί δε παρά της Μεγάλης Πρωτοσυγκελλίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου “όπως εγκαίρως εφοδιασθή διά των αναγκαίων ληξιαρχικών βιβλίων και εντύπων πιστοποιητικών γάμων και βαπτίσεων, ως και οδηγιών επί των επιβαλλομένων υπό του νέου Αστικού Κώδικος της Τουρκικής Δημοκρατίας υποχρεώσεων εν σχέσει προς την ευλογίαν γάμων, αίτησιν διαζυγίων και δήλωσιν βαπτίσεων και κηδειών” (10 Σεπτεμβρίου 1931), πληροφορεί δε και διά τα εγγραφόμενα μέλη της Κοινότητος, διαβιβάζει δε και αντίγραφα α)”των κειμένων των ανταλλαγεισών επιστολών μετά του Δήμου Σμύρνης και αυτού αναφορικώς προς την παραλαβήν οστών και των τάφων του τέως Ορθοδόξου Νεκροταφείου, και β) σχετικής δημοσιεύσεως του Δήμου τούτου περί ταχθείσης προθεσμίας προς μεταφοράν των οστών και περί της οριστικής εγκαταστάσεως κοινοτικού φύλακος εν τω νέω Ορθοδόξω Νεκροταφείω εν Σινεκλή”(γράμματα από 12 και 13 Σεπτεμβρίου 1931). Διά του από 8ης Φεβρουαρίου 1932 γράμματος αυτού ο π. Γεώργιος Γροπέτης ενημερώνει την Εκκλησίαν “περί της τελεσθείσης πρώτης Θ. Λειτουργίας, εν ευκτηρίω αιθούση, καταλλήλως διασκευασθείση, κατά την εορτήν των Χριστουγέννων, παρόντων υπέρ των τριακοσίων πιστών εκ Σμύρνης, Κορδελιού, Αγίας Τριάδος Γκιόζτεπε, Βοτζά και Βορνόβα και περί τελεσθησομένων Θείων Λειτουργιών κατά την 1ην του έτους και την εορτήν των Θεοφανείων”. Αι Θείαι Λειτουργίαι εν τοις εφεξής τελούνται εν τω παραχωρηθέντι Παρεκκλησίω εντός του εν Σμύρνη Αγγλικανικού Ναού.
Ο Ιερατικώς Προιστάμενος της Ορθοδόξου Κοινότητος εν Σμύρνη Οικονόμος Γεώργιος Γροπέτης εργάζεται συστηματικώς, οργανώνει την Κοινότητα, συγκεντρώνει τους Ορθοδόξους ομογενείς και προβαίνει εις την ίδρυσιν “Κατηχητικού Σχολείου, λειτουργούντος δις της εβδομάδος, Κυριακήν και Παρασκευήν, και αποσκοπούντος εις την κατά το δυνατόν αναπλήρωσιν της ελλείψεως ημετέρων αυτόθι σχολείων “(γράμμα από 3ης Απριλίου 1934).
Εν τω μεταξύ χρόνω συγκεντρώνει πολλά εναπομείναντα και διασωθέντα εν Σμύρνη ιερά κειμήλια, ιεράς εικόνας, κώδικας, κλπ. και οργανώνει βιβλιοθήκην και μουσείον, επιτυγχάνει δε την άδειαν των αρχών και μεταφέρεται εις Αθήνας το ιερόν τέμπλον του Ιερού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού, το οποίον κοσμεί σήμερον τον Ιερόν Μητροπολιτικόν Ναόν της Αγίας Φωτεινής Νέας Σμύρνης Αθηνών.
Ο μεσολαβήσας Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν επέτρεψε την μόνιμον παραμονήν εν Σμύρνη Ορθοδόξου Ιερέως. Απεστέλλετο μόνον κατά καιρούς κληρικός εκ ΚΠόλεως διά την τέλεσιν Θείων Λειτουργιών κατά τας μεγάλας εορτάς των Χριστουγέννων και του Πάσχα, τόσον εν Σμύρνη, όσον και εν Αγκύρα, Kocagöl, και αλλαχού της Τουρκικής επικρατείας. Το έτος 1951 διορίζεται ως Ιερατικώς Προιστάμενος της Ορθοδόξου Κοινότητος Σμύρνης ο Αρχιμ. Δοσίθεος Κλάδης, ο οποίος ενημερώνει τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Αθηναγόραν ότι “κατόπιν ενεργειών του εν Σμύρνη Β. Προξενείου, η σεβαστή Τουρκική Κυβέρνησις εχορήγησε την άδειαν προς ίδρυσιν Ορθοδόξου Εκκλησίας εν Σμύρνη και ο Γενικός Πρόξενος Αλέξανδρος Κ. Αργυρόπουλος προέβη εις την ενοικίασιν δι΄ ενενήκοντα εννέα έτη της Εκκλησίας των Ολλανδών διαμαρτυρομένων, της οποίας η επισκευή ήδη και θα περατωθή κατά τα μέσα του μηνός Σεπτεμβρίου και αιτουμένου την διενέργειαν των δεόντων προς καθαγίασιν του Ι. Ναού”.
Τα εγκαίνια του Ιερού τούτου Ναού ετέλεσθησαν την 7ην Οκτωβρίου 1951 υπό του επί τούτω αποσταλέντος υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου Μητροπολίτου Δέρκων Ιακώβου. Το έτος 1952 διορίζεται εφημέριος της Ορθοδόξου εν Σμύρνη Παροικίας ο π. Τιμόθεος Αργουδάρης και αναλαμβάνει τα καθήκοντα αυτού, ως γνωρίζει διά του από 16ης Μαρτίου 1953 γράμματος αυτού. Τα γεγονότα της 6/7ης Σεπτμεβρίου 1955 έπληξαν και την Ορθόδοξον Παροικίαν της Σμύρνης, κατάστασιν την οποίαν διεκτραγωδεί ο π. Τιμόθεος διά του από 17ης Σεπτμεβρίου 1955 γράμματος αυτού προς τον Πατριάρχην Αθηναγόραν, αναφέρεται εις τας προξενηθείσας ζημίας εις τον Κοινοτικόν Ναόν και ενημερώνει ότι προσωρινώς τελεί την Θείαν Λειτουργίαν εις τον Αγγλικανικόν Ναόν κλπ..
Αι προκληθείσαι εν τω Ιερώ Ναώ της Αγίας Φωτεινής Σμύρνης ζημίαι συν τω χρόνω αποκατεστάθησαν, πλην της πυρποληθείσης βιβλιοθήκης και των αρχείων της Κοινότητος, έκτοτε όμως δεν ηδυνήθη, λόγω των γνωστών γεγονότων της περιόδου εκείνης, η εγκατάστασις επί μονίμου βάσεως ιερέως, των εκκλησιαστικών και ποιμαντικών αναγκών των εκεί Ορθοδόξων πιστών καλυπτομένων περιοδικώς διά της αποστολής κατά τακτάς ημέρας κληρικών εκ ΚΠόλεως, ιδιαιτέρως κατά τας μεγάλας εορτάς της Πίστεως ημών, των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Αι ενέργειαι αύται καταδεικνύουν το συνεχές και αδιάκοπον ενδιαφέρον της Μητρός Εκκλησίας διά τον εν Σμύρνη λαόν του Θεού.
***
Ο νυν ευκλεώς Πατριαρχεύων Βαρθολομαίος ο Α΄ από της αναρρήσεως Αυτού εις τον Αγιώτατον Αποστολικόν Πατριαρχικόν και Οικουμενικόν Θρόνον έθεσεν ως πρωταρχικόν μέλημα την επαναλειτουργίαν των εν Μικρά Ασία ιερών σκηνωμάτων της πίστεως ημών, αναλαβών σταδιακώς περιοδείας εις τους χώρους της καθ΄ ημάς Ανατολής, τελών, κατόπιν αδείας των επιτοπίων αρχών, την Θείαν Λειτουργίαν εις εγκαταλελειμμένους Ιερούς Ναούς της Καππαδοκίας, του Πόντου, της Σπάρτης, της Ατταλείας και βεβαίως εν Σμύρνη και εν Εφέσω. Μέλημα του Πατριάρχου μας υπήρξε και η λειτουργία της Ορθοδόξου Κοινότητος Σμύρνης διά της αποστολής τακτικώς ιερέων εκ Κωνσταντινουπόλεως ή εκ των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, των οποίων οι Σεβ. Ποιμενάρχαι ασμένως ανταπεκρίνοντο εις τας σχετικάς Πατριαρχικάς επιθυμίας, ως, ιδιαιτέρως και ασμένως, ο Χαλκίτης Μητροπολίτης Μυτιλήνης Σεβ. κ. Ιάκωβος, εν τέλει δε διά του διορισμού εν έτει 2013 του Αρχιμ. Κυρίλλου Συκή ως μονίμου Ιερατικώς Προισταμένου της Ορθοδόξου Κοινότητος Σμύρνης, νυν Επισκόπου Ερυθρών και διακονούντος ως Προισταμένου του Ι. Ναού Αγ. Γεωργίου Εδιρνέκαπι ΚΠόλεως, και διά της ιδρύσεως του Ρωμαίικου Μορφωτικού και Πνευματικού Συνδέσμου Σμύρνης, υπό την προεδρείαν του φίλου και εκλεκτού συνεργάτου της ημετέρας ταπεινότητος Εντιμοτάτου κ. Γεωργίου Θεοδωρίδου.
Ούτω προητοιμάσθη το έδαφος διά την ανεωγείσαν την 29ην Αυγούστου 2016 νέαν Σελίδα της ιστορίας της Αποστολικής Εκκλησίας της Σμύρνης διά της εκλογής, Χάριτι Θεία και Ελέει Θεού, αλλά και διά της επινεύσεως και εισηγήσεως του Οικουμενικού μας Πατριάρχου, υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου της εμής ελαχιστότητος ως Μητροπολίτου Σμύρνης, διαδόχου αξίων και ιερών μορφών, εν μαρτυρία και μαρτυρίοις τιμησάντων το Ιερόν Ορθόδοξον Ράσον και διακονησάντων πιστώς και θεαρέστως τον ιερώτατον Θεσμόν της Εκκλησίας και του Γένους, την δίδυμον αυτήν ιεράν υπόθεσιν, εις χρόνους λαμπρούς, αλλά και δισέκτους ποικίλων και πολυτρόπων πειρασμών, ων ουκ ήσαν ούτε αυτοί, ούτε ο κλήρος των, ούτε ο περιούσιος Ορθόδοξος λαός, άξιος.
Ανελθούσα δε η ελαχιστότης μου εν φόβω Θεού και εν αγωνία ενώπιον της διανοιγομένης μοι μεγίστης ευθύνης ενώπιον του Κυρίου και των ανθρώπων τας βαθμίδας του Ιερού Συνθρόνου εν τω ιστορικώ Ναώ του πρώτου Επισκόπου μας Αγίου Βουκόλου, την 24ην Σεπτεμβρίου ιδίου έτους, ευηγγελίσθην και ευαγγελίζομαι προς το μικρόν ποίμνιον εις Σμύρνην και προς όλους τους εγγύς και τους μακράν Σμυρναίους ειρήνην και αγαθά, διαβεβαιούμενος και σήμερον υμάς όλους ότι θα συνεχίσω φυλάσσων την παρακαταθήκην, την οποίαν ο Κύριος ενεπιστεύθη εις εμέ, μη ολιγορών, μη οκνών εις διακονίαν και προσφοράν, αποδίδων διά πράξεων συγκεκριμένων και μεμαρτυρημένων λόγον παντί τω αιτούντι περί της εν Σμύρνη και της εν εμοί ελπίδος.
Περί αυτής της ανεωχθείσης Σελίδος της σήμερον και της μελλοντικής, δεν θα αναφέρω πολλά, παρά μόνον, ότι χάρις εις την συνέργειαν των φιλοτίμων συνεργατών μου οργανώνομεν σταδιακώς την εν Σμύρνη Ορθόδοξον Εκκλησίαν και προσπαθούμεν, εν μέσω δυσκολιών, ενίοτε, δυστυχώς, και εσωτερικών, διά να τιμηθή και τοιουτοτρόπως, ατυχώς, η επί του προκειμένου μακρά παράδοσις του Γένους ημών, παράδοσις διχοστασίας, προσπαθούμεν, λέγομεν, να συσπειρώσωμεν πέριξ του Ι. Ναού της Αγίας Φωτεινής το μικρόν ποίμνιον εξ ομογενών, ρώσσων, ουκρανών, ρουμάνων, κλπ., αλλά και γηγενών, και ιερουργούμεν τα μυστήρια του Θεού, ο ομιλών, εις καθωρισμένας μεγάλας ημέρας της πίστεώς μας και εορτάς και πολλάς Κυριακάς, τακτικώς δε και καθημερινώς ο διορισθείς μόνιμος εφημέριος της Κοινότητος Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Αθανάσιος Κατζιγκάς, ο οποίος ήλθε συγκηρυναίος εις την άρσιν του σταυρού της εκείσε διακονίας μου, προς τον οποίον και από της θέσεως ταύτης εκφράζω την ευρέσκειάν μου διά την ευσυνείδητον και εν φόβω Θεού άσκησιν των καθηκόντων του. Ειδική λαμβάνεται μέριμνα διά τους εν τη πρωτευούση της Ιωνίας πολυπληθείς σλαυοφώνους πιστούς, διά την εξυπηρέτησιν των αναγκών των οποίων έρχεται αρωγός ο εκλεκτός λευίτης της Χάριτος Μέγας Σύγκελλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Αρχιμ. Αμβρόσιος Χοροζίδης, ρωσσομαθής και γνώστης του σλαυωνικού τυπικού, ο οποίος επισκέπτεται τουλάχιστον άπαξ του μηνός την Σμύρνην και τελεί σλαυωνιστί την Θείαν Λειτουργίαν και επικοινωνεί μετά των αδελφών ημών τούτων εκ των Σλαυικών Χωρών, ιερουργών και το μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως. Εις το σημείον τούτο, οφειλετικώς και καθηκόντως εκφράζω από του επισήμου τούτου βήματος τας θερμοτέρας των ευχαριστιών μου προς τας τοπικάς Αρχάς της Σμύρνης, προς τον Εξοχώτατον κύριον Νομάρχην, τον Εντιμότατον κύριον Δήμαρχον της Μεγαλοπόλεως Σμύρνης και την Ευγενεστάτην κυρίαν Δήμαρχον Κόνακ Σμύρνης, εις την περιοχήν της οποίας ευρίσκεται ο Ιερός Ναός, διά πάσας τας διευκολύνσεις τας οποίας ευχαρίστως παρέχουν διά την τέλεσιν του έργου μου εις Σμύρνην και την εκπλήρωσιν των θρησκευτικών αναγκών του ποιμνίου μου. Εξαίρω ιδιαιτέρως τας εξυπηρετήσεις διά την τέλεσιν Ιερών Ακολουθιών εις τους ιστορικούς Ναούς της Μητροπόλεώς μου ως και των Ιερών Ακολουθιών κατά τας μεγάλας ημέρας της Πίστεώς μας, ιδιαιτέρως δε κατά τας Πατριαρχικάς ιεραποδημία εις την Ιωνικήν γην.
Κέντρον της λειτουργικής και εκκλησιαστικής ζωής της Σμύρνης είναι ο εν έτει 1951, ως προελέχθη, ενοικιασθείς υπό του Ελληνικού Κράτους παρά του Ολλανδικού τοιούτου Προτεσταντικός Ναός, ο αφιερωθείς εις την Αγίαν Φωτεινήν, εις ανάμνησιν του πάλαι ποτέ μεγαλοπρεπούς ομωνύμου Μητροπολιτικού Ναού της Σμύρνης, όπου τελούνται καθημερινώς όλαι αι προβλεπόμεναι Ιεραί Ακολουθίαι. Εις διακεκριμένας ημέρας της πίστεως ημών (Άγια Θεοφάνεια, Άγιον Πάσχα, ετησία μνήμη Αγίων Βουκόλου και Πολυκάρπου), και κατόπιν αδείας των τοπικών αρχών, ιερουργούμεν εις τον ιστορικόν Ι. Ναόν των Αγ. Βουκόλου και Πολυκάρπου Επισκόπων Σμύρνης, εις τον Ι. Ν. Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού Μπορνόβα και εις το ιστορικόν Αγίασμα της Παναγίας Γαλακτοτροφούσης. Παραλλήλως εν συνεργασία μετά διαφόρων εν Ελλάδι Σωματείων, ως του ιδικού σας, πραγματοποιούνται πολιτιστικαί εκδηλώσεις εν Σμύρνη, αλλά και εν Ελλάδι, ως σήμερον, εις τας οποίας κατόπιν προσκλήσεως και συγκαταθέσεως των οικείων εκκλησιαστικών αρχών παριστάμεθα, προς διατήρησιν της πολιτισμικής και πολιτιστικής μνήμης της Σμύρνης, η οποία αποτελεί εν πολιτισμικόν σύμβολον και στοιχείον της ταυτότητος του Γένους ημών. Ιδιαίτερον έργον επιτελεί ο Ελληνικός Μορφωτικός και Πνευματικός Σύνδεσμος Σμύρνης, οργανώνων πολιτιστικάς εκδηλώσεις, εν συνεργασία μετά τοπικών φορέων αλλά και συλλόγων εξ Ελλάδος.
Θα ηδύνατο η ελαχιστότης μου εις το σημείον τούτο να επεκταθή και να προβή εις ευκόλους προγραμματικάς δηλώσεις διά το μέλλον μετά συναισθηματικών αποστροφών εις το παρελθόν διά να σας συγκινήση ή και να εντυπωσιάση προβάλλων ως μέγα κατόρθωμα την τέλεσιν της αυτονοήτου ημετέρας διακονίας και ευθύνης, αι οποίαι δεν είναι άλλαι από την ως εκ της ιδιότητος πάντων ημών ως κληρικών τέλεσιν των μυστηρίων του Θεού, από του νεωτέρου μέχρι του πλέον γεγηρακότος κληρικού, από του εφημερίου της πλέον μικράς κοινότητος μέχρι των Επισκόπων, αν και των τελευταίων επιφορτιζομένων και μετά της ευθύνης της ευρύθμου λειτουργίας του εκκλησιαστικού σώματος το οποίον ευρίσκεται υπό την ευθύνην των, διά της εφαρμογής των υπό του πολιτεύματος της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας προβλεπομένων, ως η μακραίων Ιερά Παράδοσις της Αγίας Εκκλησίας ημών διεμόρφωσεν αυτό διά της ερμηνείας της Αγίας Γραφής και της διατυπώσεως των Θείων και Ιερών Κανόνων και της Πατερικής Διδασκαλίας. Ο ομιλών θα πληροφορή την εκείσε διακονίαν του, όχι κινούμενος εκ τύφου κοσμικού ή προθέσεως προβολής ημών αυτών ή εκ της εωσφορικής ψευδαισθήσεως ότι επιτελούμεν έργον μέγα, ιστορικόν και πρωτοποριακόν, καθώς ως κατεφάνη εκ των ανωτέρω η Μήτηρ Εκκλησία, παρά τας περιστάσεις και τους περισπασμούς ουδέποτε ελησμόνησε τον εν Σμύρνη λαόν του Θεού, αλλά πάντοτε ελάμβανε μέριμναν, ανασυστήσασα ήδη από του έτους 1931 την Ορθόδοξον Κοινότητα Σμύρνης και διατηρήσασα αδιακόπως εν λειτουργία αυτήν είτε διά της αποστολής εκείσε μονίμως διακονησάντων ιερέων είτε υπό την ευθύνην της Μ. Πρωτοσυγκελλίας των Πατριαρχείων, η οποία κατά τας περιόδους απουσίας μονίμου Ιερατικώς Προισταμένου εμερίμνα, σεπτή Πατριαρχική εντολή, διά την αποστολήν κληρικών τόσον προς τέλεσιν Ιερών Ακολουθιών, ως είπομεν, όσον προς εξυπηρέτησιν των θρησκευτικών αναγκών των πιστών της περιοχής, ως μαρτυρούν αι καταχωρίσεις μυστηρίων (βαπτίσεων, γάμων, κηδειών) εις τους ληξιαρχικούς κώδικας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Θα πληροφορούμεν την ημετέραν εκείσε διακονίαν διά να χαροποιούμεν εσάς, τα ενταύθα και εν απάση τη δεσποτεία Κυρίου έκγονα των αοιδίμων Σμυρναίων, καθώς θα διαπιστώνητε ότι η κανδήλα του Γένους ημών συνεχίζει να είναι άσβεστος εις την Σμύρνην και ότι λιβανίζεται ο αέρας της Ιωνικής γης και το θυμίαμα αυτό αναπέμπεται, διά πρεσβειών των Αγίων Βουκόλου, Πολυκάρπου και Φωτεινής, εις το υπερουράνιον Θυσιαστήριον, υπέρ αναπαύσεως των αοιδίμων πατέρων μας και υπέρ σωτηρίας ημών των περιλειπομένων. Ημείς ακούοντες τας αποστολικάς προτροπάς προς Τιμόθεον “κήρυξον τον λόγον, επίστηθι ευκαίρως ακαίρως, έλεγξον, επιτίμησον, παρακάλεσον, εν πάση μακροθυμία και διδαχή. έσται γαρ καιρός ότε της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται, αλλά κατά τας επιθυμίας τας ιδίας εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι την ακοήν, και από μεν της αληθείας την ακοήν αποστρέψουσιν, επί δε τους μύθους εκτραπήσονται. συ δε νήφε εν πάσι, κακοπάθησον, έργον ποίησον ευαγγελιστού, την διακονίαν σου πληροφόρησον”, θα πορευθώμεν εις το μέλλον “ευαγγελιζόμενοι την ειρήνην, ευαγγελιζόμενοι τα αγαθά”.
Το μέλλον της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Σμύρνης ευρίσκεται εις χείρας Θεού. Ημείς ελπίζομεν ότι θα συγκεντρώσωμεν τα διεσκορπισμένα εις την ευρυτέραν περιοχήν νεοσσία εις την πνευματικήν φωλεάν της Εκκλησίας και θα καταγγέλλωμεν Χριστόν Εσταυρωμένον και Αναστάντα. Εις ημάς απομένει μόνον προσπάθεια εν προσευχή και ισχύς εν τη ενώσει. Ηνωμένοι οι Ορθόδοξοι Σμυρναίοι εκεί, διά της συμπαραστάσεως και όλων σας των εν τη ευλογημένη Ελλάδι παροικούντων, θα συνεχίσωμεν τον αγώνα μέχρι της εν ακμή τελειώσεως αυτού. Πορευόμενοι τον σταυρικόν τούτον αγώνα, έχομεν ασφαλώς και υμάς συγκηρυναίους, τα πάντα όμως επαφιέμεθα εις τον κρίνοντα τα ανθρώπεια και την ιστορίαν Κυρίω ημών, τω μόνω δυναμένω χορηγήσαι ημίν υπρεκπερισσού των ων αιτούμεθα ή νοούμεν. Αμήν”.