Η ιστορική συνάντηση Πάπα και Πατριάρχου Μόσχας δεν είναι απλό γεγονός αλλά θεμελιακό σημείο αναφοράς για την περαιτέρω πορεία των σχέσεων τους. Ο σχολιασμός για την πρώτη αυτή συνάντηση επικεντρώθηκε στην ερμηνεία της εκκλησιαστικής πολιτικής του Βατικανού και του Πατριαρχείου της Ρωσίας.
Του Ιωάννη Λότσιου, Δρος Θεολογίας
(Το άρθρο είναι παλαιότερο και αναδημοσιεύεται με αφορμή και την επίσκεψη του Πατριάρχου των Κοπτών Θεοδώρου Β’ στην Μόσχα)
Τα θέματα της Ουκρανίας, της Ουνίας, η προσμονή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη και άλλα εκατέρωθεν εκκλησιαστικά προβλήματα παραθεωρήθηκαν και οι επικριτές περιορίστηκαν στην επισήμανση ορισμένων ιστορικών γεγονότων, ειδικά μετά την δεκαετία του ’70. Εκείνο που προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση και δημιούργησε έντονα ερωτηματικά ήταν ο υπερτονισμός της συναντήσεως αυτής ως πρώτη μεταξύ Πάπα και Πατριάρχου μετά το Σχίσμα του 1054!!! Ίσως έγινε από σκοπιμότητα για την υποτίμηση των προηγηθέντων συναντήσεων Παπών και Οικουμενικών Πατριαρχών.
Βέβαια η πραγματοποίηση της συνάντησης στην Κούβα έχει δύο αξιοπρόσεκτες βασικές πλευρές. Η μια αναφέρεται στην απόρριψη της Ευρώπης ως τόπου συνάντησης μεταξύ των δύο Προκαθημένων, λόγω των ιστορικών διαταραχών και διαιρέσεων. Η δεύτερη πλευρά βρίσκεται στην χώρα της Κούβας, ως νέο σημείο και ουδέτερο σημείο αναφοράς. Ειδικότερα η πραγματοποίηση της συνάντησης στο αεροδρόμιο και όχι σε κάποια Εκκλησία και οι συμβολισμοί της ανταλλαγής των δώρων, έδειξαν μια θέληση για περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων.
Η Κοινή Δήλωση1 είναι το πρώτο δείγμα αυτής τη βελτίωσης των σχέσεων. Οι δύο Προκαθήμενοι επισημαίνοντας ορισμένα σύγχρονα προβλήματα, των διώξεων των Χριστιανών στην Ανατολή, του γάμου και της οικογένειας και άλλων, αναδεικνύουν και ορισμένα οικουμενικά στοιχεία. Οι υπογραφές στο τέλος της Κοινής Δηλώσεως για τον Φραγκίσκο ως “Επίσκοπο Ρώμης, Πάπα της Καθολικής Εκκλησίας” και για τον Κύριλλο ως ”Πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας”, βρίσκονται με τον ιδιαίτερο τονισμό των χαρακτηρισμών ”αδελφοί” (παράγρ 2), ”δύο Εκκλησίες”, ( παράγρ. 1) και ”Χριστιανικές Εκκλησίες” (παράγρ. 18).
Μερικά από αυτά τα οικουμενικά στοιχεία με σύντομη αναφορά είναι τα εξής:
– Η Κοινή Μαρτυρία. Στην Κοινή Δήλωση υπογραμμίζεται η από κοινού συνεργασία με αποφασιστικότητα για την ενότητα των Χριστιανών. Η υπογράμμιση της μετάθεσης της συνάντησης από τον “Παλαιό Κόσμο” στον ”Νέο Κόσμο” ταυτίζεται με την κοινή εργασία μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών (παράγρ 2-4), μας δίνει την εντύπωση ότι η σχέση αυτή υπάρχει από τώρα. Η αναγκαιότητα αυτής της κοινής πορείας βρίσκεται στο αγωνιώδες ερώτημα μιας κοινής, ισχυρής και ενωμένης Χριστιανικής Μαρτυρίας σε μια εποχή των αλλαγών (παράγρ. 3).
– Ιστορικές διαιρέσεις. Τονίζεται η κοινή παράδοση της α’ χιλιετίας για την στέρηση της από κοινού τελέσεως της Θείας Ευχαριστίας, Ορθοδόξων και Καθολικών. Ο χωρισμός αναφέρεται σε πληγές συγκρούσεων, του παρελθόντος και του πρόσφατου καιρού. Επίσης γίνεται λόγος για τις αντιθέσεις που κληρονομήθηκαν για την πίστη στον Τριαδικό Θεό. Διαμαρτυρία για την απώλεια της ενότητας ως συνέπειας της ανθρώπινης αδυναμίας και της αμαρτίας που διαπράχθηκε (παράγρ. 5). Επίσης τονίζεται η έννοια της αποκατάστασης της ενότητας (παράγρ 6). Ορθόδοξοι και Καθολικοί είναι ενωμένοι όχι μόνο από την παράδοση της α’ χιλιετίας, αλλά και από την αποστολή τους στον κόσμο. Όχι μόνο ο αμοιβαίος σεβασμός είναι απαραίτητος, αλλά αποκλείεται κάθε είδους προσηλυτισμός (παράγρ 24). Ορθόδοξοι και Καθολικοί δεν είναι ανταγωνιστές, αλλά αδέλφια μεταξύ τους (παράγρ. 24).
– Κοινή Παράδοση και Κοινοί Άγιοι. Η σύσφιξη των δεσμών επισημαίνεται με το μοίρασμα της ίδιας πνευματικής παράδοσης της α΄ χιλιετίας του Χριστιανισμού. Μάρτυρες αυτής της παράδοσης είναι η Παναγία Θεοτόκος και οι Άγιοι. Εκτός από αυτούς τους κοινούς Αγίους αναφέρονται και οι αναρίθμητοι μάρτυρες που αποτελούν τον ”σπόρο των Χριστιανών” (παράγρ. 4).
– Οι Σύγχρονοι Κοινοί Μάρτυρες. Οι Χριστιανοί που ανήκουν σε οποιαδήποτε Εκκλησία-Ομολογία, θυσίασαν την ζωή τους για την αλήθεια του Ευαγγελίου προτιμώντας τον θάνατο. Αυτοί αναφέρονται ως κοινοί μάρτυρες, με κοινό στοιχείο το ίδιο το μαρτύριο, αποτελούν μια υπόσχεση για την ενότητα των Χριστιανών (παράγρ. 12 και μια αναφορά στην θέση του Πάπα Φραγκίσκου για τον ”Οικουμενισμό του Αίματος”).
– Διαθρησκειακός Διάλογος. Ο Διαθρησκειακός Διάλογος είναι απαραίτητος και συνάμα αναγκαίος, οι διαφορές στις θρησκευτικές αλήθειες δεν μπορεί να αποτελούν εμπόδιο για την ειρηνική διαβίωση. Καταδικάζονται βέβαια κάθε είδους εγκληματικές πράξεις (παράγρ 13).
– Ουνία-Ουκρανία. Το θέμα της Ουνίας και της Ουκρανίας είναι δύο από τα ακανθώδη προβλήματα που έχουν διαταράξει τις σχέσεις Βατικανού και Ρωσίας. Το εκκλησιαστικό καθεστώς των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών που βρίσκονται σε κοινωνία με την Ρώμη, περισσότερο στην Ουκρανία, αποτελούσε το αίτιο της μετάθεσης και αναβολής της συνάντησης Πάπα Ρώμης και Πατριάρχου Ρωσίας.
[irp posts=”353720″ name=”Επικριτικός ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων για το νέο θρησκευτικό νόμο στην Ουκρανία”]
Το Πατριαρχείο Ρωσίας θεωρεί ως ”κανονικό έδαφος”, την Ουκρανία σε αντιστοιχία με τις Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά στην Κοινή Δήλωση αποφεύγεται μια άμεση διαφωνία. Αναφέρεται στο σχίσμα μεταξύ των Ορθοδόξων (παράγρ. 27). Ενώ τονίζεται ότι η “ουνία” δεν αποτελεί μέθοδο αποκατάστασης της ενότητας, υπογραμμίζεται ότι κάθε εκκλησιαστική κοινότητα που εμφανίσθηκε έχει δικαίωμα να ασκεί την ποιμαντική διαποίμανση. Πάπας και Πατριάρχης ζητούν την συναίνεση αμφοτέρων των πλευρών και την ελευθερία να ανήκουν εκεί που θέλουν. Η λύση υπάρχει στην κανονική δομή (παράγρ.27-28).
Η Κοινή Δήλωση εκ των πραγμάτων έχει έναν ιστορικό και οικουμενικό χαρακτήρα και δεν αποτελεί κάποιο είδος πρωτοτυπίας αλλά περισσότερο μια προσπάθεια ανάδειξης της μονομερούς σχέσεως Βατικανού-Ρωσίας. Η επιλογή της στιγμής της συναντήσεως προσπαθεί να δώσει ένα προφίλ εκκλησιαστικού ηγέτου, στις παραμονές της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Διαφαίνεται βέβαια μια λύση στο ουκρανικό ζήτημα.
Με απώτερο στόχο την σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη, ο Οικουμενικός Πατριάρχης με ένα απλό αλλά στρατηγικό και βαρυσήμαντο μήνυμα στο twitter, υπομνημάτισε την πρώτη οικουμενική συνάντηση Πάπα Παύλου και Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα το 1960.
Υπενθύμισε με αυτόν τον τρόπο όμως, την σημασία του Προέδρου, δηλαδή της ”Primus Sedes”, της Πρώτης Έδρας, στο ”Primus Inter Pares”, που τονίζει πολλές φορές ο Πατριάρχης Ρωσίας και που αποτέλεσε το παράδειγμα προς μίμηση μετά από περίπου εξήντα χρόνια.
____________________________________
1.Ορθόδοξη Ρωσική Εκκλησία, ”Joint Declaration of Pope Francis and Patriarch Kirill of Moscow and All Russia”, στο διαδίκτυο,https://mospat.ru/en/2016/02/13/news128178/.