Βαρθολομαίος προς Ρωμαιοκαθολικούς: Μόνος ασφαλής τρόπος ο διάλογος
“Δεν έχομεν κατορθώσει ακόμη να εσθίωμεν εκ του ενός Άρτου και να πίνωμεν εκ του ενός Αγίου Ποτηρίου” ανέφερε μεταξύ άλλων στο χαιρετισμό του προς την Αντιπροσωπείαν της Εκκλησίας της Ρώμης επί τη Θρονική Εορτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Ο κ. Βαρθολομαίος εξήρε την αξία του διαλόγου με τον Ποντίφικα και μίλησε και για την επικείμενη συνάντηση των δύο στα Ιεροσόλυμα. Επίσης προσκάλεσε τον Πάπα να επισκεφθεί το Φανάρι του χρόνου στην εορτή του Αγίου Ανδρέου…
Τόνισε δε πως “το Οικουμενικόν Πατριαρχείον επιθυμεί και επιδιώκει τον διάλογον μετά πάντων, ομοδόξων και ετεροδόξων χριστιανών, ομοπίστων και αλλοπίστων συνανθρώπων, ίνα κατ᾿ αρχήν γνωρισθώμεν και αναπτύξωμεν ειρηνικάς σχέσεις, ώστε να κατορθωθή η πολυπόθητος ειρηνική συμβίωσις των ανθρώπων”
Τα σημαντικότερα αποσπάσματα της ομιλίας του είναι τα εξής:
-τα αδελφικά ημών αισθήματα διαποτίζει ποιά τις θλίψις, προερχομένη εκ του γεγονότος ότι δεν έχομεν κατορθώσει ακόμη να εσθίωμεν εκ του ενός Άρτου και να πίνωμεν εκ του ενός Αγίου Ποτηρίου, ίνα κατά τον Απόστολον εν σώμα οι πολλοί ώμεν. (πρβλ. Α΄ Κορ. ι΄, 17). Ειλικρινώς, βιούμεν οντολογικώς και υπαρξιακώς εντόνως την λύπην του πνευματικού τούτου χωρισμού, ως του πλέον επωδύνου παντός άλλου χωρισμού.
Προς υπέρβασιν των εν προκειμένω δυσχερειών και επίτευξιν της ποθητής ενότητος των πάντων εν Χριστώ, αφ᾿ ενός μεν προσευχόμεθα εκ βαθέων προς τον Θεόν, αφ᾿ ετέρου δε διεξάγομεν εν αμοιβαία ειλικρινεία διάλογον αγάπης και αληθείας, ήτοι τον Θεολογικόν μεταξύ ημών Διάλογον. Θεωρούμεν εξόχως σημαντικήν και αποφασιστικήν διά πολλά, την αρχομένην νέαν διαλογικήν περίοδον, την οποίαν καλούμεθα να αξιοποιήσωμεν αγαπητικώς, και «εν τη υπακοή της αληθείας διά Πνεύματος εις φιλαδελφίαν ανυπόκριτον» (Α΄ Πετρ. α΄, 22). Διό και κρίνομεν ως απολύτως αναγκαίαν την αποφυγήν πάσης ενεργείας και αποφάσεως, η οποία θα ημπορούσε να εκληφθή ως πρόσκομμα κατά τους εσχάτους τούτους καιρούς. Αντιθέτως, θεωρούμεν σκόπιμον την επιδίωξιν παραλλήλων δραστηριοτήτων επί διαφόρων επιπέδων, υποστηρικτικών τόσον του Θεολογικού Διαλόγου όσον και της ευρυτέρας κοινωνικής αποστολής της Εκκλησίας.
-Ήδη ο Αγιώτατος αδελφός Πάπας Φραγκίσκος και η ημετέρα Μετριότης έχομεν ανταλλάξει επί των θεμάτων τούτων απόψεις και εκτιμήσεις κατά την συνάντησιν ημών εν Ρώμη και ήδη ως πρώτην κίνησιν εξόδου ημών προς τον κόσμον, προς επιμαρτύρησιν της θελήσεως και εντάσεως των προσπαθειών προς χριστιανικήν και ειρηναίαν καταλλαγήν, προγραμματίζομεν την συνάντησιν ημών εις Ιεροσόλυμα, προς διαδήλωσιν της κοινής βουλήσεώς μας να προχωρήσωμεν επί της χαραχθείσης γραμμής των προκατόχων ημών, κατά το επί θύραις σωτήριον έτος, κατά το οποίον συμπληρούται πεντηκονταετία όλη από της εις τον ίδιον χώρον, όπου εβάδισαν οι άχραντοι πόδες του Κυρίου, συναντήσεως των δύο μεγάλων συγχρόνων εκκλησιαστικών ανδρών, του Πατριάρχου Αθηναγόρου και του Πάπα Παύλου του Στ΄, οι οποίοι έταμον νέας ιστορικάς οδούς, ίνα και ημείς τιμήσωμεν την επέτειον και διαλεχθώμεν εν πνεύματι και αληθεία, επαφιέμενοι τα περαιτέρω εις την θέλησιν του Κυρίου.
–Θα συναντηθώμεν, προς τούτοις, οι δύο εκκλησιαστικοί και πνευματικοί ηγέται, ίνα απευθύνωμεν έκκλησιν και πρόσκλησιν προς πάντας ανθρώπους, ανεξαρτήτως πίστεως και αρετής, εις διάλογον, με απώτερον τελικόν σκοπόν να γνωρίσουν την εν Χριστώ αλήθειαν και να γευθούν της μεγάλης απολαύσεως, την οποίαν συνεπάγεται η γνωριμία αυτών μετά του Χριστού. Τούτο δύναται να επιτευχθή μόνον διά της αντικαταστάσεως της εντός των καρδιών διαιρέσεως απ᾿ αλλήλων, και διά της εν Χριστώ ενότητος ημών μετά πάντων, η οποία είναι αληθώς το πλήρωμα της αγάπης και της χαράς.
-Πέραν, λοιπόν, της καθαρώς θεολογικής πλευράς, ο διάλογος και αι επικοινωνίαι είναι απαραίτητοι διά την ανεύρεσιν και καθιέρωσιν των αποτελεσματικωτέρων κανόνων της υγιούς και ωφελίμου δι᾿ όλους ζωής. Ιδιαιτέρως, εύκαιρον είναι να επισημανθή ότι διά την βελτίωσιν των σχέσεων των χριστιανών μεταξύ των, ανάγκη είναι να διεξάγωνται διάλογοι.
Διότι, κατά την διάρκειαν των προηγηθέντων αιώνων, φθόνω του διαβόλου οι χριστιανοί διεσπάσθημεν, και τινες εξ αυτών συνέπηξαν ομάδας τας οποίας απεκάλεσαν Εκκλησίας, ανατρέποντες ούτω την διακεκηρυγμένην διά του Συμβόλου της Πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως πίστιν ημών εις την μίαν αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν του Χριστού.
Προσεπάθησαν να διατηρήσουν την ανεξαρτησίαν της ομάδος εις την οποίαν έκαστος ανήκε διά ποικίλων επιχειρημάτων. Συνεσωρεύθησαν ούτω πλήθη επιχειρημάτων, διά των οποίων επιχειρείται να δικαιολογηθή η διαιώνισις της διαιρέσεως, παρά την επιθυμίαν του Κυρίου «ίνα ώσιν εν» πάντες οι εις Αυτόν πιστεύοντες. Κατά το απώτερον δε παρελθόν αι συζητήσεις μεταξύ των αντιπροσωπειών των διαφόρων χριστιανικών ομάδων, αι οποίαι εθεώρουν εαυτάς ως γνησίας Εκκλησίας κατεχούσας την αλήθειαν του Χριστού, απηρτίζοντο, δύναταί τις ειπείν, υπό μονολόγων, διά των οποίων εκάστη πλευρά εξέθετε τας εαυτής θέσεις και την υπέρ αυτών επιχειρηματολογίαν της. Σήμερον αι θέσεις εκάστης πλευράς έχουν αποσαφηνισθή, αλλά αι περί της ορθότητος αυτών απόψεις δεν συμπίπτουν, και η διαίρεσις, ως εκ τούτου, συνεχίζεται. Έχομεν επομένως καθήκον να συνεχίσωμεν τον διάλογον και την εις βάθος έρευναν, μέχρις ότου διαπιστώσωμεν και συμπέσωμεν επί της διδασκαλίας του Κυρίου και των Αποστόλων, ως εβιώθη και εμαρτυρήθη αύτη υπό της κοινής Πατερικής Θεολογίας της αδιαιρέτου Εκκλησίας.
-Ο διάλογος απεδείχθη ως ο μόνος κατάλληλος και ασφαλής τρόπος επικοινωνίας. Την διαπίστωσιν ταύτην οφείλομεν η Αυτού Αγιότης ο Πάπας και ημείς ίνα διακηρύξωμεν κατά την προγραμματιζομένην συνάντησιν ημών εν τη Αγία Γη και να καλέσωμεν πάντας εις διάλογον, τον οποίον ο ίδιος ο Θεός εχρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί διά να μεταδώση εις ημάς τους ανθρώπους την αλήθειαν.
-Ως προς τον Θεολογικόν Διάλογον μετά της σεβασμίας και προσφιλούς Εκκλησίας της Πρεσβυτέρας Ρώμης έχομεν την επιθυμίαν και προσπαθούμεν το εφ᾿ ημίν ίνα συνεχισθή ούτος, αιρομένων των τυχόν παρεμβαλλομένων εκατέρωθεν και υπό άλλων κέντρων εμποδίων, διά παρεμβάσεως και του άρτι αναδειχθέντος νέου Προκαθημένου αυτής τιμίου και αγαπητού αδελφού Πάπα Φραγκίσκου, ασφαλώς επιθυμούντος την καλλιέργειαν των καλών σχέσεων ημών μετ᾿ αλλήλων και την προώθησιν της συνεργασίας και εν καιρώ της ενότητος των Εκκλησιών ημών. Αναμένομεν μετά χαράς και τιμής την ενταύθα επίσκεψιν Αυτού, όταν τα καθήκοντα Αυτού επιτρέψουν τούτο, είθε κατά την Θρονικήν ημών εορτήν του προσεχούς έτους.