Ο Επίσκοπος Χριστουπόλεως Μακάριος εξελέγη παμψηφεί, πριν από λίγη ώρα, νέος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας.
Η εκλογή του Κρητικού Ιεράρχη, μέχρι σήμερα βοηθός Επισκόπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, βρισκόταν στην Εσθονία, οργανώνοντας την Τοπική Εκκλησία.
Η ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου αναφέρει:
“Στην πλήρωση της χηρεύουσας Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας προχώρησε σήμερα, Πέμπτη, 9 Μαϊου, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία συνεδριάζει από το πρωί, στο πλαίσιο των τακτικών συνεδριών της για τον μήνα Μάιο, υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Από την ψηφοφορία των μελών της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, που πραγματοποιήθηκε στον Πατριαρχικό Ναό, κατόπιν προβολής τριών υποψηφίων, εξελέγη παμψηφεί ο μέχρι σήμερα Επίσκοπος Χριστουπόλεως Μακάριος”.
Το βιογραφικό
Ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Χριστουπόλεως κ. Μακάριος (Γρινιεζάκης) εγεννήθη εις το Ηράκλειον της Κρήτης τω 1973. Τυγχάνει πτυχιούχος της Ανωτέρας Εκκλησιαστικής Σχολής Αθηνών και της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Μετεξεπαιδεύθη εις την Χριστιανικήν Ηθικήν εν τω Πανεπιστημίω της Βοστώνης, (Master of Sacred Theology), εις την Ιστορίαν της Επιστήμης εν τω Πανεπιστημίω του Harvard, (Master of Arts), και εις την Βιοηθικήν εν τω Πανεπιστημίω του Monash, (Master of Bioethics).
Τω 2002 υπέβαλε διδακτορικήν διατριβήν εις την Ιατρικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Κρήτης υπό τον τίτλον: «Κλωνοποίηση: Θεραπευτικαί και αναπαραγωγικαί προοπτικαί και ενδεχόμεναι συνέπειες αυτής» και ανηγορεύθη Διδάκτωρ της Ιατρικής με τον βαθμόν «άριστα».
Από του έτους 2003 διδάσκει εις την Πατριαρχικήν Ακαδημίαν Ηρακλείου Κρήτης, διετέλεσε δε επισκέπτης Καθηγητής διαφόρων Πανεπιστημίων, μεταξύ των οποίων η Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης και αι Ιατρικαί Σχολαί των Πανεπιστημίων Κρήτης, Θεσσαλίας και Αθηνών.
Τον Μάιον του 2015 εξελέγη πρώτος Κοσμήτωρ του Τμήματος Σπουδών Ορθοδόξου Θεολογίας της Αυτονόμου Εκκλησίας της Εσθονίας. Εκάρη μοναχός και εχειροτονήθη Διάκονος την 18ην Οκτωβρίου 1993, εχειροτονήθη Πρεσβύτερος την 25ην Ιουνίου 1997, προεχειρίσθη δε εις Αρχιμανδρίτην την 23ην Απριλίου 1998, εν τη Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη, ενώ την Κυριακήν του Πάσχα του 2008, η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος του απένειμε το οφφίκιον του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου εις το Φανάριον.
Υπηρέτησεν εις πολλάς επιτελικάς θέσεις εν τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης μέχρι και της εις επίσκοπον εκλογής του. Ίδρυσε και διευθύνει την Εκδοτικήν Σειράν «Παντοδαπά της Βιοηθικής», η οποία τελεί υπό την αιγίδα της Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, ήτις, τω 2009, ώρισεν αυτόν μέλος εις την Πανορθόδοξον Επιτροπήν Βιοηθικής.
Την 27ην Απριλίου 2015 εξελέγη παμψηφεί υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Επίσκοπος Χριστουπόλεως, χειροτονηθείς εν τω Ιερώ Μητροπολιτικώ Ναώ του Αγίου Μηνά Ηρακλείου, την 16ην Μαίου του ιδίου έτους, υπό του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Ειρηναίου, αναλαμβάνων τα υπό του Πατριάρχου Βαρθολομαίου και της Μεγάλης Εκκλησίας ανατεθέντα αυτώ καθήκοντα εις την Εκκλησίαν της Εσθονίας, προκειμένου να οργανώση το θεολογικόν και κατηχητικόν έργον αυτής. Μετείχεν εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις την Κρήτην, τω 2016, ως σύμβουλος της Αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου.