Να αντιμετωπίσουμε την τρέχουσα περίοδο δοκιμασίας ως μία πρόκληση για να ζήσουμε πιο προσευχητικά και πιο ασκητικά, και για να μετρήσουμε την πνευματικότητά μας, παρότρυνε πατρικά ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος, κατά το κήρυγμα της Θείας Λειτουργίας της Κυριακής των Βαΐων.
Οπως αναφέρει ανακοίνωση της Αρχιεπισκοπής: “Ένεκα των μέτρων που έχουν ληφθεί για την αποτροπή της εξάπλωσης του κορωνοϊού, η ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα εορτάστηκε κεκλεισμένων των θυρών στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στο Ρέντφερν του Σύδνεϋ. Ωστόσο, ο Σεβασμιώτατος κ.κ. Μακάριος είχε την ευκαιρία να απευθυνθεί στους χιλιάδες πιστούς, που παρακολουθούσαν ζωντανά τη Θεία Λειτουργία μέσω του διαδικτύου.
Στην εισαγωγή του λόγου του, παίρνοντας αφορμή από το ιδιόμελο τροπάριο της Κυριακής των Βαΐων, όπου ακούγεται: «Σήμερον ἡ χάρις τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἡμᾶς συνήγαγε, καὶ πάντες αἴροντες, τὸν Σταυρόν σου λέγομεν· Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου, Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις», ο Αρχιεπίσκοπος ανέτρεξε στα πρώτα χρόνια του Ορθόδοξου Μοναχισμού, τότε που, όταν ξεκινούσε η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, οι μοναχοί και οι ασκητές απομακρύνονταν στα βαθύτερα της ερήμου.
«Αυτές τις σαράντα μέρες οι μοναχοί και οι ασκητές ήταν χωρίς εκκλησιασμό και χωρίς Θεία Κοινωνία, αλλά δεν έχαναν τη χάρη του Θεού», υπογράμμισε ο Σεβασμιώτατος. «Γιατί ο σκοπός για τον οποίο απομόνωναν τον εαυτό τους και από την εκκλησία και από τη Θεία Κοινωνία, ήταν για να προσεγγίσουν τον Θεό», επισήμανε. «Η συγκεκριμένη εικόνα έρχεται πάρα πολύ έντονα αυτές τις ημέρες στη σκέψη μου», συνέχισε, «γιατί κι εμείς καλούμαστε να βιώσουμε μία μορφή ασκήσεως, που δεν είχαμε ζήσει μέχρι τώρα και δε μας είναι εύκολη».
Αναφερόμενος στη Μεγάλη Εβδομάδα, αναγνώρισε ότι θα είναι μία δύσκολη περίοδος για όλους τους ευσεβείς χριστιανούς, αλλά σημείωσε οτι ταυτόχρονα θα αποτελέσει και μία άσκηση. «Και μόνο το ότι καλούμαστε να βιώσουμε κάτι διαφορετικό, αυτό για εμάς είναι μία άσκηση», παρατήρησε. «Αλλά η μεγαλύτερη άσκηση είναι η άσκηση της υπακοής», επισήμανε, απευθύνοντας παράκληση «να ακούσουμε τι μας λένε οι γιατροί και οι ειδικοί και πώς μπορούμε να προστατέψουμε, όχι τους εαυτούς μας, αλλά τους ανθρώπους που είναι γύρω μας και την κοινωνία μας».
«Θα ήθελα όλους να σας παρακαλέσω να μη στεναχωριέστε, να μην αδημονείτε, να μην έχετε λογισμούς, να μην αγανακτείτε, αλλά να αποδεχτείτε αυτό το οποίο ζούμε με πολλή ταπείνωση και με πολλή υπακοή», συνέχισε ο Σεβασμιώτατος, επισημαίνοντας ότι «σαφώς η Θεία Λειτουργία και η Θεία Κοινωνία είναι η απόλυτη και μεγίστη πηγή της χάριτος για τον άνθρωπο, όμως υπάρχουν κι άλλες πηγές που μπορούμε να πάρουμε τη χάρη του Θεού. Μην ξεχνάτε τη δύναμη του ονόματος του Χριστού. Όταν επικαλούμαστε το όνομα του Χριστού, εισερχόμαστε στην παρουσία του. Όταν λέμε “Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό”, τότε καλούμε τη χάρη του Θεού να μας επισκιάσει».
Καταληκτικά, ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Μακάριος διέκρινε ότι η τρέχουσα δοκιμασία της πανδημίας «είναι μία πρόκληση να ζήσουμε πιο προσευχητικά και πιο ασκητικά, αλλά και μία πρόσκληση και πρόκληση να μετρήσουμε και την πνευματικότητά μας». Όπως παρατήρησε, εξάλλου, μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι που εκκλησιάζονται καθημερινά, αλλά δεν έχουν ενότητα με το πρόσωπο του Χριστού, ή άνθρωποι οι οποίοι κοινωνούν συχνά, αλλά δεν έχουν καμία επικοινωνία με τον Χριστό. «Αυτό δεν ειναι το ζητούμενο για την Ορθόδοξη Εκκλησία», υπογράμμισε και, ολοκληρώνοντας την ομιλία του, τόνισε: «Πάνω από όλα, ακόμα κι αν είστε εκτός Εκκλησίας ή ακόμα κι αν ξαναέρθετε στην Εκκλησία, ακόμα κι αν κοινωνείτε, ακόμα κι αν δεν κοινωνείτε, αυτό το οποίο είναι σημαντικό είναι να κρατήσουμε επικοινωνία με το πρόσωπο του ζώντος Ιησού Χριστού».
Σημειώνεται ότι το απόγευμα της Κυριακής των Βαΐων, στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου τελέστηκε, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου κ.κ. Μακαρίου, η Ακολουθία του Νυμφίου (Όρθρος Μεγάλης Δευτέρας), με την οποία ανοίγει η σειρά των Ιερών Ακολουθιών της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος. Η Ακολουθία τελέστηκε, επίσης, κεκλεισμένων των θυρών, ενώ μεταδόθηκε μέσω του διαδικτύου, από όπου την παρακολούθησε πλήθος πιστών”.