Χαιρετισμός της Α. Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τα Σεπτά Αυτού Ονομαστήρια επί τη μνήμη του Αγίου Αποστόλου Βαρθολομαίου σήμερα στο Φανάρι.
Αναλυτικά ο χαιρετισμός του Παναγιωτάτου έχει ως εξής:
Ιερώτατε Μητροπολίτα Νικαίας κύριε Κωνσταντίνε,
Σεβασμία Αντιπροσωπεία της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ρωσσίας,
Ιερώτατοι και Θεοφιλέστατοι άγιοι αδελφοί Ιεράρχαι,
Εξοχώτατε κύριε Πρέσβυ της Ελλάδος εν Αγκύρα, μετά των Συνοδών Υμών,
Οσιολογιώτατοι άγιοι Καθηγούμενοι και Αιδεσιμολογιώτατοι Πρεσβύτεροι,
Ευλαβέσταται Μοναχαί,
Ελλογιμώτατοι Εκπαιδευτικοί,
Εντιμολογιώτατοι Άρχοντες της Μεγάλης Εκκλησίας,
Αγαπητοί συνεορτασταί, τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Ο έχων ακατάληπτον την εις ημάς ευσπλαγχνίαν και πηγήν ακένωτον θεικής χρηστότητος Κύριος ημών, αξιώνει την ημετέραν Μετριότητα, εν συνεορτασμώ μετά της περί ημάς εν Χριστώ αδελφότητος, της ενταύθα και εκ του εξωτερικού, της οποίας τα αισθήματα λίαν αδελφικώς εξέφρασεν ήδη εκ προσώπου πάντων υμών, άγιοι αδελφοί, ο πρώτος τη τάξει της Ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Ιερώτατος Μητροπολίτης Νικαίας κύριος Κωνσταντίνος, αλλά και μετά εκπροσώπων του παρ᾿ ημίν μοναχισμού, του κλήρου και του λαού εκ της Βασιλίδος και εκ της οικουμένης, να τιμώμεν την ιεράν ταύτην ημέραν, ανήκουσαν εις τον «όντα τη φύσει χρηστόν και εύσπλαγχνον και θελητήν ελέους και ευσπλαγχνίας άβυσσον» Βασιλέα της κτίσεως. Αύτη η ημέρα, λοιπόν, ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή, ως ημέρα και μόνον Κυρίου.
Διαπλέοντες την πολυκύμαντον θάλασσαν του βίου της Μητρός Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας αλλά και της Ορθοδόξου Οικουμένης, δειλιώμεν ενίοτε αντιμετωπίζοντες καθ᾿ ημέραν των πειρασμών τον κλύδωνα, διό και η παρούσα εορτή αποτελεί «εύδιον λιμένα» δι᾿ ημάς, ίνα αναλογισθώμεν τι επετεύχθη και ποίον το χρέος και η εις το μέλλον ευθύνη ημών ως πρωτο-διακόνου, αλλά και πάντων των διακονούντων τη Μητρί Εκκλησία, οι οποίοι οφείλομεν να εργαζώμεθα το καλόν, το ιερόν, το άγιον, το συμφέρον αυτή, την δόξαν και το κλέος και την ενότητα της Εκκλησίας. Την ενότητα ταύτην κατεργάζεται ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός διά των ανεξερευνήτων βουλών και των κριμάτων Αυτού, ήτις κορυφούται εν τω Μυστηρίω της Θείας Ευχαριστίας, κατά το οποίον «ήνυσται και τετέλεσται το όλον Μυστήριον της θείας οικονομίας».
Όπως ακριβώς και σήμερον πράττομεν επί τη εορτή Βαρθολομαίου, του εκ των Δώδεκα, διά της θείας σοφίας πεπροικισμένου εξ αλιέων αποστόλου, πέριξ του ιερού Θυσιαστηρίου, το οποίον έπηξεν Ανδρέας ο Πρωτόκλητος, εστερέωσε δε εις τον αιώνα η στερρά πίστις και η ανιδιοτελής και αθόρυβος, -διό και παρεδόθη εις το πέλαγος της ανθρωπίνης λησμοσύνης και είναι γνωστή μόνον εις τον ακοίμητον Θείον οφθαλμόν, ος τα πανθ᾿ ορά-ανιδιοτελής, λέγομεν, προσφορά των μακαρίων, Πατέρων, Πατριαρχών, Ιεραρχών, Οσίων και δικαίων, πολλών αφανών εργατών, μέχρι των ημερών ημών, καθ᾿ ας ο «στέφανος ζωής» αλλά συγχρόνως και ο «ακάνθινος στέφανος» μαρτυρίας παρεδόθη εις τους ασθενείς ώμους της ημετέρας Μετριότητος και εις τους ολίγους καστροφύλακας του κλεινού Φαναρίου, ενισχυομένους εκ της ακμαζούσης ικμάδος της εν τω εξωτερικώ κληρουχίας του πανιέρου Οικουμενικού Θρόνου.
Συνήχθημεν, λοιπόν, σήμερον διά να αποδώσωμεν την τιμήν και τα ευχαριστήρια τω αγίω Αποστόλω Βαρθολομαίω διά πάσας τας επιδαψιλευθείσας ευλογίας αυτού.
Εξ αρχής της Πατριαρχικής και αποστολικής ημών διακονίας εθέσαμεν εαυτόν υπό την σκέπην και ευλογίαν του αγίου, μεγάλως ενισχύοντος ημάς εις την συνέχισιν του ευθυνοφόρου και κοπιώδους τούτου έργου. Μιάς διακονίας εις την οποίαν αισθανόμεθα τον Άγιον συμπορευόμενον μεθ᾿ ημών, συμπαρόντα και συνενεργούντα. Τον Απόστολον, ο οποίος μεθ᾿ υπομονής και ταπεινώσεως ήρε τον Σταυρόν του Χριστού και ηξιώθη να πίη το ποτήριον μαρτυρίου αίματος. Ούτως ο Απόστολος, ως άλλωστε και πάντες οι Μάρτυρες και οι Άγιοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας, διδάσκει εις ημάς να αίρωμεν τον σταυρόν ημών κατά τον παρόντα βίον, διά της ελευθέρας αποδοχής των ανθρωπίνων δεινών, τα οποία αι απροσδόκητοι καταστάσεις και τα αναπάντεχα γεγονότα επιφέρουν κατά την διαρκώς μεταβαλλομένην ρέουσαν και άστατον πραγματικότητα του βίου.
Καλεί, λοιπόν, ημάς και σήμερον Βαρθολομαίος ο Απόστολος να διοδεύσωμεν την οδόν του σταυρού, την άγουσαν, διά των εκουσίων ή ακουσίων παθημάτων, των μετά ευχαριστίας βασταζομένων, εις την ανάστασιν και την χαράν ήτις εστί καρπός του Παρακλήτου Πνεύματος. Τού Πνεύματος, το Οποίον έλαβεν ο Απόστολος, κατά την επαγγελίαν του Χριστού, εν τω υπερώω της Πεντηκοστής, ωσάν προχθές Κυριακήν της Πεντηκοστής.
Είναι δε η επέτειος των εφετεινών ονομαστηρίων ημών ιδιαιτέρως ευχάριστος, διότι συνοδεύεται υπό συγκεκριμένων ευσήμων γεγονότων, εις τινα των οποίων ανφέρθημεν και χθες κατά τον εσπερινόν της Εορτής.
Η πραγματοποιηθείσα εν ευλογίαις εν τω Ιερώ ημών Κέντρω και υπό την προεδρείαν της ημετέρας Μετριότητος, Ιερά Σύναξις των Μακ. Προκαθημένων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, κατά τον παρελθόντα Μάρτιον, και η αποφάσει αυτής δρομολόγησις εις τελικόν προπαρασκευαστικόν στάδιον της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αποτελεί το πρώτον και το κύριον. Πιστεύομεν ότι το επίτευγμα τούτο συμβάλλει εις την ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, περί της οποίας ακαταπαύστως, παρά τα ανακύποντα καθ᾿ ημέραν πειρασμικά προβλήματα, εργαζόμεθα. Ελπίζομεν δε ότι και η συνέχεια θα είναι ανάλογος των ληφθεισών ήδη αποφάσεων, καθ᾿ ότι η ενότης εν τω Χριστώ, καρπός του Παναγίου Πνεύματος, είναι διά την Εκκλησίαν μας εν εκ των πολυτιμοτέρων αγαθών.
Η υπογραφείσα μεταξύ ημών, υπό την ιδιότητα του Οικουμενικού Πατριάρχου, και της εντίμου Κυβερνήσεως της Ουγγαρίας Συμφωνία αναγνωρίσεως της εκεί ημετέρας Πατριαρχικής Εξαρχίας υπό του Κράτους της Ουγγαρίας, διανοίγει μίαν νέαν σελίδα εις την ιστορίαν, καθιερούσα και εν τη συγχρόνω εποχή το διεθνές νομικόν καθεστώς του Οικουμενικού Θρόνου και μαρτυρούσα τας προσδοκίας τας οποίας ο κόσμος έχει εξ αυτού.
Δεν αναφερόμεθα εις τα πολλά άλλα γενόμενα μέχρι σήμερον, ούτε και εις τα φερέλπιδα γεγονότα, ως το εν επιτυχίαις οργανωθέν ενταύθα Διεθνές Συνέδριον στελεχών επί της διακονίας της Νεότητος, το οποίον ενθαρρύνει τους ιερείς και τας ενορίας προς βελτίωσιν της δραστηριότητος αυτών εις τον εν λόγω τομέα, και η προ ολίγων ημερών τέλεσις των Εγκαινίων του εν Τιράνοις Καθεδρικού Ναού της Αναστάσεως του Κυρίου, εκ της οποίας επεστρέψαμεν μετ᾿ αισθημάτων βαθείας ικανοποιήσεως, υπηρεφανείας και συγκινήσεως, διαπιστώσαντες την πλουσίαν καρποφορίαν των μακροχρονίων και σκληρών προσπαθειών και πολλών κόπων του υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου επιλεγέντος και αποσταλέντος εκείσε Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας κυρίου Αναστασίου.
Επικεντρούμεν την προσοχήν και το ενδιαφέρον και δίδομεν ιδιαιτέραν σημασίαν εις το ήδη σημαντικόν ιστορικώς καταστάν γεγονός της προσφάτου επανασυναντήσεως των δύο Εκκλησιών της Πρεσβυτέρας και της Νέας Ρώμης διά των κεφαλών αυτών εν Ιεροσολύμοις, προς επισφράγισιν μιάς πεντηκονταετίας συνεχούς προσπαθείας διά την οικοδομήν ενός κλίματος καταλλαγής, συμφιλιώσεως, εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ Ανατολής και Δύσεως και διά την ανανέωσιν της εν ελπίδι και προσδοκία διαρκούς πορείας μέχρι της επιτεύξεως του Θελήματος του Κυρίου ίνα πάντες εν ώσιν.
Η συνάντησις αύτη της ημετέρας Μετριότητος μετά του Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου είχεν ως επακόλουθον την νέαν συνάντησιν κορυφής της παρελθούσης Κυριακής, αμφοτέρων ημών μετά των Εξοχωτάτων Προέδρων του Ισραήλ και της Παλαιστινιακής Αρχής, εν ικετηρίω δεήσει πνευματικής και κοσμικής εξουσίας προς τον Άρχοντα της Ειρήνης και Κύριον των κυριευόντων και βασιλέα των βασιλευόντων, ίνα βραβεύση διά του Παναγίου Αυτού Πνεύματος ειρήνην εις την από μακρού τεταραγμένην διά μαχών, πολέμων και ανασφαλείας ανειρήνευτον ταύτην περιοχήν, προς επούλωσιν των εξ αυτών τραυμάτων, τα οποία προβληματίζουν και κουράζουν ψυχοσωματικώς όσους διαμένουν εις τας ευαισθήτους εκείνας περιοχάς.
Ούτως, η εν ταπεινώσει ενότης των Ορθοδόξων και η αγαπητική προσέγγισίς μας προς τον κόσμον των ετεροδόξων αποτελούν βασικόν μέλημα ημών.
Ιερώτατοι άγιοι αδελφοί,
Η Αγία ημών Ορθόδοξος Εκκλησία, συντονιστής της οποίας είναι το Οικουμενικόν μας Πατριαρχείον, είναι η Εκκλησία των Προφητών, των Αποστόλων, των Μαρτύρων, των Οσίων, των δικαίων, ζη δε και εργάζεται εν παντί τόπω της υπ᾿ ουρανόν, έχουσα ως αμετάθετον όραμα το «γενηθήτω το Θέλημα» του Κυρίου και «ελθέτω η βασιλεία» Αυτού και την επαναγωγήν ή την πρωτογενή εισόδευσιν παντός λογικού προβάτου εις την θεόδμητον ταύτην Μάνδραν, ίνα «γένηται μία ποίμνη, εις ποιμήν», κατά την διακαή επιθυμίαν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του πέμψαντος το Πανάγιον Αυτού Πνεύμα ίνα οδηγή ημάς ουχί κατά τας επισφαλείς, διά να μη είπωμεν, ανασφαλείς, επιθυμίας και κρίσεις ημών, αλλά εις «πάσαν την αλήθειαν».
«Το πολίτευμα ημών εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιπ. γ΄ 20), διότι μέλη του σώματος του Κυρίου εσμέν. Δεν ζώμεν και δεν πολιτευόμεθα εμφορούμενοι από ουτοπικάς αντιλήψεις και εξωπραγματικάς πεποιθήσεις, φρονούμεν ότι η Εκκλησία εν δυνάμει είναι πάσα η οικουμένη, επειδή η Εκκλησία κατέχει το καινοποιόν φύραμα, το δυνάμενον να ζυμώση και να αναπλάση τον κόσμον. Ουδόλως “πολτοποιούμεν” συνειδήσεις ή καλλιεργούμεν ιδεοληπτικάς προσκολλήσεις. Αντιθέτως, απεργαζόμεθα την απεξάρτησιν από πάσαν εγκόσμιον καθήλωσιν και εγγυώμεθα την μεσουράνησιν του Θείου, πνευματοποιούντες διά της εξυγιάνσεως του νοός πάσαν σχολαστικότροπον αναζήτησιν, έχοντες παροχέα τον Λόγον, την Αλήθειαν και την Αγάπην.
Η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία είναι η μόνη υπαρκτή εγκόσμιος πραγματικότης, η οποία κέκτηται Θεανθρωπίνην υπόστασιν ως Σώμα Χριστού, και διά τούτο μόνον αυτή δύναται να αντισταθή εις τον επιχειρούμενον υπό πολλών, εν εξουσίαις ή μη, στρατωνισμόν της ελευθερίας, εις την ηλεκτρονικήν μαζοποίησιν της συγχρόνου τεχνολογίας, εις την υλοχαρή δεσποτείαν του κεφαλαίου, εις την βάναυσον καταπάτησιν του προσώπου από πλευράς της υλιστικής κοσμοθεωρίας, εις την άλογον σκοπιμότητα των πολέμων, εις το επαυξανόμενον φάσμα της ανισομερούς κατανομής των αγαθών και της πείνης, εις την απρόσωπον μορφοποίησιν της κοινωνίας, εις την αποιεροποίησιν της ανθρωπίνης αξίας, εις την ιταμήν καταστροφήν του φυσικού περιβάλλοντος, του ημετέρου οίκου. Δεν κατατείνομεν διά των λόγων ημών τούτων εις σύντηξιν πολιτισμών αλλά εις εξαγιασμόν προσώπων και εις την ενοειδή εμφάνειαν του Σώματος του Χριστού.
Εις τον κόσμον του ψεύδους και της αλγεινής μεταλλάξεως των θεοπαρόχων νόμων της ανθρωπίνης οντολογίας, δεν υπάρχει μεγαλυτέρα αλήθεια από την αγάπην και ωσαύτως ουδέποτε απεκαλύφθη μεγαλειωδεστέρα κίνησις αγάπης από την προσφοράν της αληθείας του ζώντος Θεού εις τον πεπτωκότα άνθρωπον, τον εναντιούμενον ημίν, διά της οποίας και μόνον επιτυγχάνεται η σφοδρά επιπόθησις της σωτηρίας.
Κατά την εύσημον, λοιπόν, ταύτην ημέραν των ονομαστηρίων ημών, αισθανόμενοι χαράν και ευχαριστούντες εκ καρδίας υμίν διά την αγάπην και την τιμήν την οποίαν επιδεικνύετε ενεργώς προς το ταπεινόν ημών πρόσωπον, αντανακλώσαν όμως εν τη πράξει εις την Μητέρα Εκκλησίαν, εξαγγέλλομεν ταπεινώς την οικουμενικήν ταύτην διάστασιν της διακονίας ημών και επιτελούμεν και δεικνύομεν μαζί σας την πραγμάτωσιν της Εκκλησίας ως Σώματος του Χριστού. Καί τούτο, διότι πάντες ημείς, παρά τας τοπικάς αποστάσεις, αι οποίαι σωματικώς μας χωρίζουν απ᾿ αλλήλων, ή τας δικαιοδοσιακάς διαφοράς, συναπαρτίζομεν νοερώς εν ενιαίον και αδιάσπαστον σύνολον, ένα Οίκον πνευματικόν, μίαν αδιαίρετον και συνηνωμένην Βασιλείαν, εν σώμα, αυτό τούτο το Σώμα του Κυρίου ημών.
Αδελφοί και τέκνα,
Οι καιροί ου μενετοί διά πολυτέλειαν αντιπαραθέσεων και διχασμών. Η οικουμένη αναμένει αφ᾿ ενός μεν το λυτρωτικόν μήνυμα της Ορθοδοξίας, το οποίον αγωνιζόμεθα να μεταδίδωμεν, αφ᾿ ετέρου δε στρέφει απαιτητικώς τους οφθαλμούς αυτής εις την Μητέρα Εκκλησίαν, αναζητούσα εν αυτή ευαγγελικόν πρότυπον και αποστολικόν παράδειγμα. Ο Κύριος ομιλεί σήμερον εις την Εκκλησίαν και η πνοή του Παρακλήτου μας ωθεί να ανοίξωμεν έτι και έτι τους ορίζοντάς μας εις την δοκιμαζομένην ανθρωπότητα.
Το Ιερόν Κέντρον της Ορθοδοξίας εδώ εις την Πόλιν, αυτή αύτη η Πόλις μας αποτελεί το σταυροδρόμι της εμπειρίας του παρελθόντος και των προσδοκιών του μέλλοντος – και ταύτα μακράν πάσης περιαυτολογίας και θριαμβολογίας. Απλώς, συλλαμβάνομεν τα μηνύματα των καιρών και συνειδητοποιούμεν το χρέος και την ευθύνην.
Ημείς, φέροντες εις τους ώμους ημών τον Σταυρόν της Μεγάλης Εκκλησίας με συγκηρυναίους αμέσους τους ενταύθα σεβασμίους αδελφούς Ιεράρχας, και σύμπασαν την σεβασμίαν Ιεραρχίαν του Θρόνου έχομεν ως έμβλημα, «Χριστός μου δύναμις, Θεός και Κύριος» και «εκ διανοίας καθαράς εν Κυρίω εορτάζομεν». Αίροντες δε νούν, καρδίαν, διάνοιαν και σώμα προς τον «βάθει σοφίας φιλανθρώπως τα πάντα οικονομούντα και το συμφέρον πάσιν απονέμοντα μόνον Δημιουργόν» ευχόμεθα όπως ο Κύριος χρόνων και καιρών, ο Αρχηγός της Πίστεως και Σωτήρ ημών Ιησούς Χριστός, διά πρεσβειών της παναχράντου Μητρός Αυτού, του αγίου Αποστόλου Βαρθολομαίου και πάντων των Αγίων, ευλογή και αγιάζη πάντας, και εν Αυτώ «τω ποιητή και πλάστη και Θεώ ημών» την πάσαν ελπίδα της ζωής και της περαιτέρω διακονίας ημών ανατιθέμεθα.
Αμήν.