Κυρίως τράπεζες και ιδιώτες επενδυτές επωφελήθηκαν από τα δάνεια ύψους δεκάδων δισ. ευρώ που δανείστηκε τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα, σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε το European School of Management and Technology του Βερολίνου (ESMT), τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύονται σήμερα από την γερμανική εφημερίδα Handelsblatt.
Σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας, που αναδημοσιεύονται σε σχετικό άρθρο του Deutsche Welle, η απάντηση στο ερώτημα «πού πήγαν όλα αυτά τα χρήματα που δανείστηκε η Ελλάδα» είναι πλέον ξεκάθαρη, αφού έχει αποδειχθεί πέραν κάθε αμφιβολίας ότι ο τελευταίοι που ωφελήθηκαν από αυτά τα δάνεια ήταν οι Έλληνες πολίτες.
Συγκεκριμένα, μόλις 9,7 δις, δηλαδή λιγότερο από το 5% των χρημάτων κατέληξε στον ελληνικό προϋπολογισμό και συνεπώς άμεσα στους πολίτες. Όσον αφορά τα υπόλοιπα: η μερίδα του λέοντος, τα 86,9 δις δαπανήθηκαν για την εξυπηρέτηση παλαιών χρεών, τα 52,3 για την αποπληρωμή τόκων και τα 37,3 δις για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών.
Οι οικονομολόγοι του γερμανικού εκπαιδευτικού ιδρύματος πραγματοποίησαν για πρώτη φορά έναν ακριβή υπολογισμό, βάζοντας στο μικροσκόπιο κάθε μεμονωμένη δόση που δόθηκε στην Ελλάδα στα πλαίσια των δυο πρώτων πακέτων βοήθειας ύψους 215,9 δις ευρώ και ακολουθώντας στη συνέχεια και επί εβδομάδες τη ροή του χρήματος.
Όπως αναφέρει η Handelsblatt, η εξυπηρέτηση δανείων και τόκων συγκαταλέγεται στις βασικές δαπάνες ενός κράτους και συνεπώς και η Ελλάδα έχει ωφεληθεί από τα προγράμματα βοήθειας. Εντούτοις οι νέοι υπολογισμοί του εκπαιδευτικού ιδρύματος εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες για την καταλληλότητα των προγραμμάτων βοήθειας, καθώς με τα νέα δάνεια εξυπηρετήθηκε παλαιότερο χρέος, μολονότι η Ελλάδα ήταν ντε φάκτο χρεοκοπημένη από το 2010. Ουσιαστικά οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι έσωσαν τους ιδιώτες επενδυτές, εκτιμά ο επικεφαλής του ESMT Γιεργκ Ροχόλ.
Ιδιαίτερα καταστροφική από οικονομική σκοπιά ήταν για τους φορολογούμενους η διάσωση των ελληνικών τραπεζών, στις οποίες κατέληξαν, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των οικονομολόγων, 37,3 δις ευρώ από τα δυο πρώτα πακέτα διάσωσης. «Η βοήθεια αυτή ωστόσο έχει εν τω μεταξύ αφανιστεί σχεδόν πλήρως. Από την ανακεφαλαιοποίησή τους το 2013 τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν απολέσει το 98% της χρηματιστηριακής τους αξίας», αναφέρει η εφημερίδα.
Το Βερολίνο υπεραμύνεται της πολιτικής του
Οι οικονομολόγοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι εξαρχής, δηλαδή το 2010, θα ήταν προτιμότερο ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους. Μπορεί έτσι να αναγκαζόταν και η γερμανική κυβέρνηση να διασώσει γερμανικές τράπεζες, εντούτοις «θα γνωρίζαμε τουλάχιστον πού πάνε τα χρήματα», επισημαίνει ο Γ. Ροχόλ. Επίσης θα είχαν αποφευχθεί πολλές διαμάχες μεταξύ Ελλάδας-Γερμανίας ενώ και ο Γερμανός φορολογούμενος θα είχε γλιτώσει αρκετά χρήματα, καταλήγουν οι οικονομολόγοι του ιδρύματος.
Όπως επισημαίνει η Handelsblatt, η γερμανική κυβέρνηση υπεραμύνεται της πολιτικής διάσωσης παρότι τα στοιχεία μιλούν μια διαφορετική γλώσσα. Φυσικά και ευσταθεί ότι το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων από τα πακέτα βοήθειας κατέληξε σε ευρωπαϊκές τράπεζες, επισημαίνει ανώνυμος κυβερνητικός αξιωματούχος προς τη γερμανική εφημερίδα.
Στον απόηχο της κατάρρευσης της Lehman-Brothers όμως, ο,τιδήποτε άλλο θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρές αναταράξεις, σύμφωνα με τον ίδιο που επισημαίνει ότι ο κίνδυνος μετάδοσης απορρέει από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και όχι από την ελληνική οικονομία. Γι΄ αυτό και δόθηκαν τα χρήματα στην Ελλάδα, προκειμένου να μπορεί να εξυπηρετήσει και να καθησυχάσει τους επενδυτές της.
Αναποτελεσματική η στρατηγική διάσωσης
«Στόχος των ευρωπαϊκών προγραμμάτων βοήθειας είναι να δημιουργούν ένα ασφαλές περιβάλλον», υποστηρίζει και ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των γερμανών Χριστιανοδημοκρατών Ραλφ Μπρίνκχαους. «Στόχος των προγραμμάτων βοήθειας δεν είναι να συγκαλύψουν διαρθρωτικά προβλήματα του ελληνικού προϋπολογισμού». Η Ελλάδα χρειάζεται πρωτίστως διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και σε αυτό δεν θα βοηθούσε ούτε ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους, σύμφωνα με τον Γ. Ροχόλ, ο οποίος, σημειωτέον, συμμετέχει και στο γνωμοδοτικό συμβούλιο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών.
Στο ίδιο μήκος κύματος, σύμφωνα με την εφημερίδα, κινήθηκε τα προηγούμενα χρόνια και η επιχειρηματολογία των Μέρκελ και Σόιμπλε, ότι δηλαδή ένα πρόωρο κούρεμα το 2010 θα ήταν αντιπαραγωγικό καθώς θα απάλλασσε τις ελληνικές κυβερνήσεις από την πίεση να προχωρήσουν στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Εντούτοις, και με δεδομένη τη συνεχή διαμάχη της Ελλάδας με τους δανειστές της εγείρονται αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα αυτής της προσέγγισης, επισημαίνει η Handelsblatt.