Βερναρδάκης: «Ως κυβέρνηση και ως κράτος είμαστε σε μία γραμμή συναίνεσης, να επιλυθούν όλες οι χρόνιες εκκρεμότητες», δήλωσε ο αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου υπουργός Επικρατείας, βουλευτής Α’ Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ, Χριστόφορος Βερναρδάκης…
στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού- Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM», για το σύμφωνο Πολιτείας- Εκκλησίας, διαβεβαιώνοντας πως «θα τιμήσουμε αυτή την επιλογή και θα προχωρήσουμε πάντα συναινετικά».
«Δεν υπάρχει σύγκρουση ή οποιαδήποτε αντίθεση μεταξύ κυβέρνησης και Εκκλησίας -με την επίσημη εκπροσώπηση της Εκκλησίας από τον Aρχιεπίσκοπο- έχει υπάρξει ένα προσύμφωνο, το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται στον χώρο της Εκκλησίας και γίνονται οι κατάλληλες ζυμώσεις», εξήγησε, εκτιμώντας πως «οι εκσυγχρονιστικές και πιο λογικές δυνάμεις στον χώρο της Eκκλησίας είναι και ισχυρότερες και θα επικρατήσουν».
«Η Εκκλησία έχει καταρχήν συμφωνήσει σε αυτό το ζήτημα και νομίζω ότι στο τέλος της ημέρας η επιλογή θα είναι προς την επικύρωση της οριστικής συμφωνίας», προέβλεψε, γνωστοποιώντας ότι τα ζητήματα που τίθενται στο σύμφωνο αυτή τη στιγμή βρίσκονται «σε ένα επίπεδο νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας, θα συζητηθεί βεβαίως και με τους νομικούς που έχει ορίσει και η Εκκλησία κι εμείς δεν θα κάνουμε κάτι, το οποίο θα είναι υπέρβαση των ορίων των αρμοδιοτήτων μας, αλλά θα παραμείνουμε και σταθεροί στην επιλογή να υπάρξουν και λύσεις στις χρόνιες αυτές εκκρεμότητες».
Ο υπουργός επισήμανε πως ζητήματα διοικητικά, νομικά, οικονομικά πρέπει να λυθούν στη δημόσια σφαίρα, παρατηρώντας και ότι «πολλές από τις αντιθέσεις που εκφέρονται έχουν να κάνουν με ζητήματα εσωτερικών συσχετισμών μέσα στην Εκκλησία, στους οποίους η κυβέρνηση δεν έχει κανέναν λόγο να εμπλακεί».
Κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις ιεραρχών περί «κόκκινης γραμμής» στο θέμα της μισθοδοσίας των ιερέων, ο κ. Βερναρδάκης ανέφερε: «Δεν νομίζω ότι το να θέτουν σε αυτό το ζήτημα “κόκκινες γραμμές” και μάλιστα με απόλυτο και δογματικό τρόπο θα οδηγήσει κάπου. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί είναι “κόκκινη γραμμή” αυτό, με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να βάλει “κόκκινες γραμμές” και η κυβέρνηση. Για ό,τι και να ανησυχούν, για όποιον λόγο κι να ανησυχούν εδώ είμαστε, για να βρούμε τις λύσεις που θα διασφαλίζουν όλες τις πλευρές, όλες τις δικλείδες. Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα, κανείς δεν είπε ότι απολύονται οι άνθρωποι αυτοί. Υπάρχει απόλυτος σεβασμός στο εργασιακό τους δικαίωμα και στα ασφαλιστικά δικαιώματα. Με όποιον τρόπο χρειάζεται να εγγυηθεί αυτό, θα εγγυηθεί […] Ό,τι θέμα υπάρχει θα πρέπει να επιλυθεί δια μέσω του διαλόγου, αυτόν τον δρόμο άνοιξε κι ο Αρχιεπίσκοπος και η επίσημη Εκκλησία και σε αυτή τη λογική βρίσκεται και η κυβέρνηση».
Σε ό,τι αφορά το πόρισμα για το φάρμακα που εξέδωσε η εξεταστική επιτροπή που διερεύνησε τα σκάνδαλα στον χώρο της υγείας κατά την περίοδο 1997-2014, ο κ. Βερναρδάκης σημείωσε: «Ό,τι προβλέπεται συνταγματικά και νομικά θα ακολουθήσει […] Αυτό που όλοι γνωρίζουμε είναι ότι καταγράφεται μία πολύ μεγάλη κατασπατάληση πόρων στο φάρμακο -περίπου 20-25 δισ. ξέρουμε από όλη την εξεταστική της Υγείας- και τα δεδομένα που έχουμε είναι ότι στον χώρο της Υγείας υπήρξε μια κατασπατάληση της τάξης των 85 δισ. ευρώ, περίπου το 1/3 του χρέους».
Αναφερόμενος στο θέμα της παραγραφής αδικημάτων που τελέστηκαν από πολιτικά πρόσωπα και τοποθετούμενος στη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση, ο υπουργός επισήμανε: «Εάν έχουμε ένα καθεστώς παρατεταμένης ατιμωρησίας, παρατεταμένης αδυναμίας των θεσμών να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα και άρα να καταλήγουν και σε κάποια συμπεράσματα και βεβαίως αν έχουμε και ένα νομικό πλέγμα, το οποίο στην ουσία αθωώνει εκ των προτέρων χωρίς διερεύνηση καμιάς υπόθεσης -αθωώνει πολιτικά- προφανώς έχουμε θέμα αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος και κρίση της Δημοκρατίας και είναι ένα από τα βασικότερα και μεγαλύτερα ζητήματα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στη λειτουργία της δημοκρατίας και των θεσμών στην Ελλάδα».
Σχετικά με τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος επισήμανε: «Τα πλεονάσματα επιχειρούμε για τρίτη συνεχή χρονιά ένα μέρος τους να επιστρέψει στην κοινωνία. Δεν είναι ούτε παροχή, ούτε παροχολογία, είναι η αποκατάσταση μιας μεγάλης πληγής που συνέβη στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης και αδικούνται ο δημόσιος λόγος και τα πολιτικά κόμματα όταν αναφέρονται σε διαδικασίες παροχής. Είμαστε εντός των δημοσιονομικών ορίων».