Θρησκευτικά: Η ανακοίνωση των νέων αποφάσεων του ΣτΕ που ακυρώνουν για μια ακόμη φορά τα «νέα Θρησκευτικά» οδηγεί αναπόδραστα στο ερώτημα με ποιο τρόπο θα πρέπει το Υπουργείο Παιδείας να συμμορφωθεί προς αυτές.
Η απλή, λογική, νομικά ορθή και αναμενόμενη εξέλιξη για όσους έκαναν την προσφυγή στο ΣτΕ και δικαιώθηκαν, αλλά και για τη συντριπτική πλειονότητα κληρικών, θεολόγων, δασκάλων και γονέων των μαθητών, είναι η επιστροφή στα ισχύοντα μέχρι το 2016 Αναλυτικά Προγράμματα και η εκτύπωση και αποστολή στα σχολεία των βιβλίων Θρησκευτικών που υπήρχαν μέχρι τότε.
Ωστόσο, παρόλο που η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας αποφεύγει να τοποθετηθεί και τηρεί σιγή ιχθύος, όλες τις μέρες, που ακολούθησαν την ανακοίνωση των αποφάσεων του ΣτΕ, στα ΜΜΕ κυκλοφορούν πληροφορίες ότι η παραπάνω λύση δεν είναι αυτή που προκρίνεται. Για να αποδυναμωθεί μάλιστα η λύση αυτή προβάλλονται επιχειρήματα δήθεν νομικά, ότι δηλ. και εκείνα τα προγράμματα δεν ήταν πλήρως ορθόδοξα και χριστιανικά όπως απαιτεί το ΣτΕ ή ότι και για εκείνα τα προγράμματα υπήρξαν αντιδράσεις της Εκκλησίας και κάποιων Θεολόγων. Πράγματι, και εκείνα τα προγράμματα και βιβλία είχαν τρωτά σημεία, τα οποία είχαν επισημανθεί από το θεολογικό και εκκλησιαστικό κόσμο και είχε ζητηθεί η διόρθωσή τους. Δεν μπορεί όμως να υπάρξει καμία σύγκριση με τα ακυρωθέντα νέα προγράμματα σπουδών, για τα οποία υπήρξε αίτημα συνολικής απόρριψης, προσφυγές στο ΣτΕ και τελικά ακύρωσή τους από αυτό. Το γενικό περιεχόμενο, η δομή των νέων προγραμμάτων, οι κατευθυντήριες γραμμές τους, η προχειρότητα των φακέλων μαθήματος, τα καθιστούσαν πολλαπλώς ακατάλληλα για το μάθημα των Θρησκευτικών από κάθε άποψη, παιδαγωγική και θεολογική αλλά και πλήρως αντιβαίνοντα σε βασικές αρχές του Συντάγματος.
Σήμερα οι μοναδικοί που δεν θέλουν τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία προ του 2016 είναι οι συντάκτες των νέων προγραμμάτων σπουδών τα οποία ακυρώθηκαν. Στόχος τους να αποφευχθεί η επιστροφή στα προγράμματα εκείνα και να διατηρηθούν με κάθε τρόπο, έστω και με περικοπές, τα δικά τους προγράμματα και οι φάκελοι για ένα, δύο, τρία ή ποιος ξέρει πόσα χρόνια. Η προτεινόμενη ως καλύτερη δήθεν λύση της διατήρησης των ακυρωθέντων προγραμμάτων και φακέλων, με μία απλή οδηγία αποφυγής διδασκαλίας κάποιων αποσπασμάτων τους και η ταυτόχρονη εκκίνηση εκπόνησης νέων προγραμμάτων σπουδών υποκρύπτει πολλές σκοπιμότητες. Ασφαλώς όλοι γνωρίζουν ότι η εκπόνηση νέων προγραμμάτων και η συγγραφή νέων βιβλίων είναι διαδικασία χρονοβόρα. Μέχρι να υπάρξουν λοιπόν νέα προγράμματα και σχολικά εγχειρίδια, θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται τα ακυρωθέντα προγράμματα και οι φάκελοι, έστω με κάποιες περικοπές;
Κάποια πράγματα θα πρέπει να γίνουν ξεκάθαρα. Όσοι πρωταγωνίστησαν στα νέα προγράμματα που τώρα ακυρώθηκαν, πρέπει επιτέλους να πάψουν να κάνουν τους τιμητές, τους εμπειρογνώμονες, τους ειδικούς για το μάθημα των Θρησκευτικών. Και τούτο ισχύει και για τους Ιεράρχες που με τις κινήσεις τους προώθησαν την εφαρμογή των ακυρωθέντων προγραμμάτων. Είναι υπόλογοι απέναντι στους θεολόγους, τους δασκάλους και τους γονείς και είναι τραγελαφικό να παρουσιάζονται και πάλι ως ειδικοί, επιδιώκοντας να ρυθμίσουν το αύριο του μαθήματος.
Τέλος, όσα λέγονται από τους ίδιους αυτούς τιμητές του μαθήματος για μεγάλη «απελευθέρωση» των απαλλαγών και μετατροπή του μαθήματος σε προαιρετικό, δεν συμβάλουν παρά στην προώθηση των σχεδίων της Ένωσης Αθέων και όσων επιδιώκουν τον εξοβελισμό του μαθήματος από τα σχολεία. Απαλλαγές με απλή επίκληση λόγων θρησκευτικής συνείδησης υπήρξαν και προ του 2015 αλλά οι απαλλαγές δεν μετέτρεψαν το μάθημα σε προαιρετικό. Βεβαίως η εγκύκλιος Λοβέρδου ρύθμισε το θέμα πολύ καλύτερα και μείωσε τις απαλλαγές, περικόπτοντας ουσιαστικά τις περιπτώσεις κατάχρησης του δικαιώματος απαλλαγής.
Σε κάθε περίπτωση όφειλαν όλοι να γνωρίζουν ότι το ισχύον σε όλες τις χώρες δικαίωμα απαλλαγής από τα Θρησκευτικά, δεν πλήττει την υποχρεωτικότητα του μαθήματος, που είναι κατοχυρωμένη στο Σύνταγμα και την νομολογία. Επιπλέον δε, όταν μιλούμε για το δικαίωμα της απαλλαγής δεν θα πρέπει αυτό να συγχέεται με την κατάχρησή του από ορθόδοξους μαθητές, για την οποία και το ΣτΕ προβλέπει συγκεκριμένα μέτρα, ώστε να αποφευχθεί. Εκτός κι αν κάποιοι σχεδιάζουν από κοινού με την Ένωση Αθέων τρόπους απαλλαγής όχι των αθέων, αλλοθρήσκων και ετεροδόξων μαθητών αλλά και αυτών που είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι.`