«Σφραγίδα» συνταγματικότητας έβαλε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε κατά πλειοψηφία με την απόφαση 1919/2024 ότι δεν προσκρούει στο Σύνταγμα η παύση λειτουργίας της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης.
«Σφραγίδα» συνταγματικότητας έβαλε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε κατά πλειοψηφία με την απόφαση 1919/2024 ότι δεν προσκρούει στο Σύνταγμα η παύση λειτουργίας της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, με την ίδια απόφαση κρίθηκε ότι η Διοίκηση οφείλει να ρυθμίσει τα ζητήματα των σπουδαστών που μεταφέρονται στην Αθήνα.
Οι σύμβουλοι επικρατείας έκριναν μεταξύ άλλων πως η μεταφορά των εν ενεργεία σπουδαστών της στην αντίστοιχη σχολή της Αθήνας δεν έρχεται σε αντίθεση με τις συνταγματικές διατάξεις περί επικρατούσας θρησκείας και θρησκευτικής ελευθερίας, αλλά εξυπηρετεί την ορθολογική και αποτελεσματική λειτουργία της δημόσιας Διοίκησης. Μάλιστα, το Δικαστήριο έκρινε ότι η αλλαγή αυτή δεν παραβιάζει την δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των εν ενεργεία σπουδαστών.
Από την άλλη πλευρά, εντόπισε «αδράνεια» της Διοίκησης να ρυθμίσει τα ζητήματα σχετικά με την κατάσταση των μεταφερόμενων σπουδαστών (υπολειπόμενα εξάμηνα φοίτησης, κατοχύρωση βαθμολογίας, στέγαση, σίτιση κ.λπ.).
Τα ζητήματα αυτά έπρεπε να ρυθμιστούν εντός οκταμήνου από τη δημοσίευση του νόμου με την δημοσίευση κανονιστικών πράξεων έπειτα από γνώμη του Ανωτάτου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου. Όμως, ούτε το Συμβούλιο ανταποκρίθηκε στην υποχρέωση να παράσχει γνώμη ούτε το αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ρύθμισε με απόφασή του, έστω και άνευ της γνώμης αυτής, τα οριζόμενα στον νόμο ειδικότερα θέματα των φοιτούντων στο συγχωνευόμενο πρόγραμμα. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αδράνεια της Διοίκησης, η οποία θίγει τα έννομα συμφέροντα των σπουδαστών του μεταφερόμενου στην Αθήνα προγράμματος ιερατικών σπουδών, στοιχειοθετεί παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, την οποία και ακύρωσε.
Αντίθετη απόφαση τμήματος
Η απόφαση ήρθε σε αντίθεση με αυτή που είχε εκδώσει προηγουμένως το Γ´ τμήμα του ΣτΕ κατά πλειοψηφία, παραπέμποντας όμως στην Ολομέλεια για τελική κρίση.
Στην απόφαση του Γ´ τμήματος είχε απορριφθεί το σκεπτικό πως η κατάργηση αποφασίστηκε επειδή δεν υπήρχε ζήτηση υποψηφίων και απορρόφησή τους, με την σημείωση μάλιστα ότι δεν είχαν παρατεθεί συγκεκριμένα στοιχεία για την ακαδημία της Θεσσαλονίκης που καταργήθηκε.
Κατά τους δικαστές, «μετά την παύση λειτουργίας της Α.Ε.Α. Θεσσαλονίκης η οποία επιβάλλεται με την επίμαχη ρύθμιση, υφίσταται πλήρης έλλειψη δομών εκκλησιαστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης ιερέων της Ορθόδοξης Εκκλησίας στη Βόρεια Ελλάδα, οποιασδήποτε βαθμίδας, οι δε απομένουσες, βάσει της επίμαχης νομοθετικής μεταβολής, δομές εκκλησιαστικής εκπαίδευσης προς τον σκοπό αυτό – και μάλιστα οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες- βρίσκονται σε μεγάλη γεωγραφική απόσταση από τη Μακεδονία και τη Θράκη (στην Αθήνα και στην Κρήτη), γεγονός που καθιστά, εξ αντικειμένου, ιδιαιτέρως δυσχερή την πρόσβαση και τη φοίτηση σε αυτές προσώπων που επιθυμούν να γίνουν ιερείς και έχουν την κατοικία τους στη Βόρεια Ελλάδα».
Σοφία Σπίγγου – kathimerini.gr