Σαν σήμερα το 532 ξεσπά στην Κωνσταντινούπολη η περίφημη Στάση του Νίκα…
Η Στάση του Νίκα (στάση = εξέγερση) έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη το 532 και είχε διάρκεια μίας εβδομάδας. Υπήρξε η χειρότερη περίοδος βίας και αναρχίας που γνώρισε η Κωνσταντινούπολη με τη μισή πόλη να έχει καεί ή καταστραφεί.
Η εξέλιξη των γεγονότων
Η Ρωμαϊκή και η Βυζαντινή αυτοκρατορία είχαν αναπτύξει οργανώσεις φιλάθλων του ιπποδρόμου, ειδικά για τις αρματοδρομίες, μία δημοφιλή ενασχόληση για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Υπήρχαν τέσσερις κύριοι σύνδεσμοι, καθορισμένοι ανάλογα με το χρώμα της στολής της αγαπημένης τους αγωνιστικής ομάδας. Αυτοί ήταν οι Βένετοι (Γαλάζιοι), οι Ρούσσοι (Κόκκινοι), οι Πράσινοι και οι Λευκοί, αν και κατά τη Βυζαντινή περίοδο οι μόνες ομάδες που εξακολουθούσαν να διαθέτουν κάποια επιρροή και πολιτική δύναμη ήταν οι Βένετοι και οι Πράσινοι. Οι αυτοκράτορες συχνά υποστήριζαν τη μία έναντι της άλλης ομάδας. Ο Ιουστινιανός ήταν υποστηρικτής των Βένετων, τουλάχιστον μέχρι τη Στάση.
Κάποτε είχαν καταδικαστεί, με την κατηγορία της δολοφονίας, σε απαγχονισμό στον ιππόδρομο μέλη Βενετών και Πρασίνων αλλά εξαιτίας κάποιων προβλημάτων της αγχόνης γλίτωσαν δύο. Έτσι οι δήμοι και οι κάτοικοι της Πόλης που ήταν εκεί άρχιζαν να φωνάζουν στον Ιουστινιανό να τους χαρίσει τη ζωή, όμως αυτός τους το αρνήθηκε και αυτή υπήρξε η αφορμή της στάσης.
Κάποιοι από τους συγκλητικούς είδαν τη στάση σαν ευκαιρία να ανατρέψουν τον Ιουστινιανό, δυσαρεστημένοι από νέους, βαρείς φόρους που αυτός είχε επιβάλει και τον ψαλιδισμό των δικαιωμάτων των ευγενών γενικότερα. Οι στασιαστές, οπλισμένοι και μάλλον ελεγχόμενοι από τους συμμάχους τους στη Σύγκλητο,πυρπολούν κτίρια, πολιορκούν το παλάτι προξενούν ζημιές ακόμη και στην Αγία Σοφία και απαιτούσαν την αποπομπή του Έπαρχου Ιωάννη του Καππαδόκη, ο οποίος ήταν αρμόδιος για τη συλλογή των φόρων, καθώς και του αυλικού Τριβωνιανού, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την αναθεώρηση του ποινικού κώδικα. Ο Ιουστινιανός υποσχέθηκε να απομακρύνει από τις θέσεις τους τον Τριβωνιανό και τον Ιωάννη τον Καππαδόκη, αλλά η έκκλησή του στον Ιππόδρομο δεν πέτυχε και ανακηρύχθηκε νέος αυτοκράτορας ο Υπάτιος, ανιψιός του Αυτοκράτορα Αναστάσιου Α’.
Ο Ιουστινιανός ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει την Πόλη, αλλά η σύζυγός του Θεοδώρα τον έπεισε να παραμείνει. Ο Ιουστινιανός διέταξε τότε τους στρατηγούς του Βελισάριο και Μούνδο να καταστείλουν την εξέγερση. Αυτοί δωροδοκώντας κάποιους αρχηγούς των στασιαστών τους έφεραν με το μέρος του αυτοκράτορα, προκαλώντας έτσι διχόνoια μεταξύ των στασιαστών. Σε κάθε περίπτωση, οι εξεγερθέντες εγκλωβίστηκαν στον Ιππόδρομο, όπου και σφαγιάστηκαν. Οι πηγές αναφέρουν ως θύματα συνολικά περίπου τριάντα πέντε χιλιάδες στασιαστές. Την επομένη, διατάχθηκε να εκτελεσθούν ο Υπάτιος και ο αδελφός του, ενώ η περιουσία τους δημεύθηκε, όπως και πολλών συγκλητικών που εξορίστηκαν επειδή είχαν υποστηρίξει τη στάση.
Με αυτή την ονομασία έμεινε στην ιστορία η λαϊκή εξέγερση που συνέβη στο Βυζάντιο την εποχή του Ιουστινιανού και πνίγηκε στο αίμα από τον αυτοκράτορα. Πληροφορίες από «πρώτο χέρι» μας δίνει ο σύγχρονος του Ιουστινιανού, ιστορικός Προκόπιος, στο βιβλίο του «Η ιστορία των Πολέμων».
Πρωταγωνιστές της εξέγερσης ήταν οι δήμοι των «Πράσινων και «Βένετων» (μπλε), οργανώσεις φιλάθλων με λαϊκή καταγωγή, που ζούσαν για τις αρματοδρομίες στις εξέδρες του Ιππόδρομου της Κωνσταντινούπολης. Οι «Ρούσσοι» και οι «Λευκοί» υπολείπονταν αρκετά σε δημοτικότητα των άλλων δύο δήμων. Οι αρματοδρομίες ήταν ένα ιδιαίτερα δημοφιλές άθλημα εκείνη την περίοδο, όπως σήμερα είναι το ποδόσφαιρο.
Οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν του δήμους κάτι ανάμεσα σε συμμορία και πολιτικό κόμμα, καθώς συχνά προσπαθούσαν να επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις.
Το 531, ένας «βένετος» και ένας «πράσινος» συλλαμβάνονται με την κατηγορία της δολοφονίας και καταδικάζονται σε θάνατο διά απαγχονισμού. Ο Ιουστινιανός, δεδηλωμένος οπαδός των Βένετων, μετατρέπει τη θανατική ποινή σε φυλάκιση. Οι «Πράσινοι» και «Βένετοι» αξιώνουν την πλήρη απαλλαγή τους. Ο αυτοκράτωρ, όμως, τους αγνοεί.
Στις 11 Ιανουαρίου του 532 ξεσηκώνονται, πυρπολούν κτίρια, πολιορκούν το παλάτι και προξενούν ζημιές ακόμη και στην Αγία Σοφία. Η ιαχή «Νίκα» δονεί την ατμόσφαιρα. Είναι το σύνθημα που φώναζαν στον Ιππόδρομο για να εμψυχώσουν τους αρματοδρόμους.
Το πλήθος των εξεγερμένων όλο και μεγαλώνει, καθώς ο λαός δυσφορούσε για τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του αυτοκράτορα, τη βαριά φορολογία και την κρατική αυθαιρεσία. Απαιτεί την παραίτηση του Ιωάννη Καππαδόκη (Υπουργού Οικονομικών της εποχής) και του διάσημου νομομαθούς Τριβωνιανού.
Την κατάσταση επιχειρούν να εκμεταλλευτούν προς όφελός τους οι συγκλητικοί και οι ευγενείς, που έβλεπαν τα δικαιώματά τους να ψαλλιδίζονται από τις μεταρρυθμίσεις του Ιουστινιανού. Συγκεντρώνονται στον Ιππόδρομο και ανεβάζουν στο θρόνο τον Υπάτιο, ανιψιό του πρώην αυτοκράτορα Αναστάσιου.
Ο Ιουστινιανός αδυνατεί να ελέγξει την κατάσταση. Είναι καινούργιος στην εξουσία και έχει ένα σωρό προβλήματα, με τους Πέρσες στα ανατολικά της αυτοκρατορίας. Για μια στιγμή περνά από το νου να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη. Η αυτοκρατορική σύζυγος, η δυναμική και αποφασιστική Θεοδώρα, γρήγορα τον μεταπείθει και οι στρατηγοί Βελισάριος και Μούνδος αναλαμβάνουν δράση. Εγκλωβίζουν τους επαναστάτες στον Ιππόδρομο και κυριολεκτικά τους κατασφάζουν.
Η καταστολή της «Στάσης του Νίκα» στις 18 Ιανουαρίου του 532 άφησε πίσω της 30.000 νεκρούς. Ο Ιουστινιανός πατούσε πλέον γερά στα πόδια του και την επομένη μέρα έδωσε εντολή να εκτελεσθούν ο σφετεριστής του θρόνου Υπάτιος και ο αδελφός του. Η περιουσία τους δημεύθηκε, όπως και πολλών ευγενών, που εξορίστηκαν, επειδή είχαν υποστηρίξει την εξέγερση. Η αυτοκρατορική θητεία μιας από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του Βυζαντίου, όπως ήταν ο Ιουστιανιανός, ξεκίνησε με τη χειρότερη περίοδο βίας και αναρχίας που γνώρισε η Βασιλεύουσα. Συνέπειες της εξέγερσης υπήρξε η ενίσχυση της αυτοκρατορικής εξουσίας και ο περιορισμός της δύναμης των δήμων.